Το Evermore λειτουργεί σαν εκείνες τις σίκουελ ταινίες που, κατά γενική ομολογία, κανείς δε χρειάζεται, αλλά, τελικά, οι φανς θα απολαύσουν έστω και λίγο στις στιγμές κλεισίματος του ματιού στο αρχικό έργο.
Ο ένατος συνολικά δίσκος και δεύτερος για φέτος για την Taylor Swift προβάλλει και διεκδικεί, όπως ο προκάτοχός Folklore, το στοιχείο της έκπληξης, μιας ακόμη κυκλοφορίας που ανακοινώθηκε και βγήκε εν μια νυκτί. Κι εδώ σταματούν οι όποιες εκπλήξεις, όσον αφορά το Evermore. «Αδερφάκι» του Folklore το χαρακτήρισε η ίδια η μουσικός και πράγματι, είναι ένα από εκείνα τα μικρά αδερφάκια, που προσπαθώντας να αρθρώσουν το «εγώ» τους, μιμούνται τα μεγαλύτερα αδέρφια, ζητώντας την προσοχή. Τη στιγμή που σχεδόν όλες οι λίστες των μεγάλων μέσων του εξωτερικού μιλάνε για την Taylor Swift και μάλιστα «από τα ψηλά» (φιγούραρε στη δεκάδα σε πολλές λίστες, ενώ σκαρφάλωσε στην κορυφή, παραδοσιακά στα αμερικανικά Rolling Stone, Billboard, Time και Los Angeles Times), η ίδια θέλει λίγα ακόμα φώτα από το 2020.
Το Evermore, βέβαια, μοιάζει περισσότερο με μια κίνηση εντυπωσιασμού παρά με μια ουσιαστική νέα πρόταση που έχει να πει κάτι πέρα από το Folklore. Ξεκινάει από εκεί που σταμάτησε η προηγούμενη δουλειά της, όμως δεν πάει παραπέρα. Το υπογραμμίζει άλλωστε εμφατικά το βίντεο κλιπ του “Willow”, που, όπως αυτό του “Cardigan”, κάνει για λίγα λεπτά την Swift πριγκίπισσα ενός «χωριάτικου» παραμυθιού.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ: Taylor Swift - Folklore
Σε αυτό το νέο της παραμύθι, υπάρχουν στιγμές που η μουσικός μας κερδίζει. Το προαναφερθέν “Willow” είναι ένα άξιο πρώτο single, ενώ η γλυκιά μπαλάντα “‘Tis The Damn Season” παίζει όμορφα και έξυπνα με το γιορτινό κλίμα των ημερών. Φυσικά, όταν δεν αναλώνεται εμμονικά σε γλυκερές ιστορίες αγάπης, η Swift παραμένει μια πολύ καλή λεξιπλάστρια, όπως όταν εξιστορεί το υψηλού κασέ ειδύλλιο του “Champagne Problems” ή όταν στήνει ένα μικρό έγκλημα, παρέα με τις HAIM, σε μια από τις πιο ευχάριστες στιγμές του δίσκου (“No Body, No Crime”).
Ο χαλαρός και νεραϊδένιος αέρας του Evermore, είναι φυσικά δουλεμένος και καλοστημένος στο πόντο, σε ένα «Βρείτε τις διαφορές» παιχνίδι με το Folklore. Jack Antonoff, Aaron Desner, Bon Iver είναι παρόντες και εδώ (μαζί και ο Joe Alwyn, με το "undercover" ψευδώνυμο William Bowery). Η 17χρονη “‘Betty” αποκτά τη «φίλη» “Dorothea”, ένα κορίτσι που κυνηγάει το όνειρο στη μεγάλη πόλη. Ένα τραγούδι για τον παππού (“Epiphany”), τώρα και ένα τραγούδι για την γιαγιά (“Marjorie”). Ένα ακόμη μέτριο κομμάτι με τον Bon Iver (“Evermore”) και ένα κάπως καλύτερο με τους National (“Coney Island”). Όχι ότι χρειαζόταν να το πει, αλλά “My mind turns your life into folklore”, μας θυμίζει πονηρά η Taylor Swift στο “Gold Rush”.
Μόνο που το αφήγημα του δίσκου ξεφουσκώνει γρήγορα, ακριβώς γιατί είναι παραφουσκωμένο, μέσα στην απλότητά του. Όλα αυτά είναι πράγματα που ακούσαμε πρόσφατα και μάλιστα πολύ καλύτερα. Πέρα από τις λίγες δυνατές εκλάμψεις, το άλμπουμ πασχίζει να συνεχίσει την παράδοση του Folklore, χωρίς να ξέρει και το ίδιο τι άλλο έχει να πει. Τα κομμάτια ακούγονται περισσότερο σαν τίμια bonus tracks του προκατόχου τους και δεν μπορούν εύκολα να σταθούν αντάξια της μίας ώρας που διαρκούν.
Παρά τις “a-ha” στιγμές του, το Evermore, αναπόφευκτα εκπέμπει την αγωνία να επικυρώσει και να ενισχύσει το εξωτερικό αφήγημα της ίδιας της Taylor Swift για αυτή τη χρονιά. Κι εδώ πέφτει σε μια λακκούβα που έστησε μόνη της: αντί να επαναπροσδιορίσει τον ποπ εαυτό της, τον επαναλαμβάνει. Και μάλιστα, πριν αυτός προλάβει να μας λείψει.
Μάλλον στο μέλλον, περισσότερο θα θυμόμαστε το 2020 στην καριέρα της Taylor Swift ως τη χρονιά που έβγαλε από το πουθενά δύο δίσκους, «το Folklore και το άλλο» και λιγότερο σαν τη χρονιά που έβγαλε «το Folklore και το Evermore».
"I'm coming stronger than a 90s trend", λέει η Swift στο "Willow". 90s-20s, σημειώσατε 1.