Το διάστημα που μεσολάβησε μεταξύ του Abyss (2015) και του φετινού Hiss Spun δεν ήταν το καλύτερο για την Chelsea Wolfe, σύμφωνα με δηλώσεις της ιδίας, ούτε προσωπικά, ούτε και κοινωνικοπολιτικά –κάτοικος της Αμερικής του Τραμπ, γαρ. Αυτή τη δυσφορία προσπάθησε να διοχετεύσει στον 5ο της δίσκο, την ατμόσφαιρα του οποίου αντικατοπτρίζει πολύ επιτυχημένα το εξώφυλλο: ένα κλειστοφοβικό στιγμιότυπο, με υπόνοιες παράνοιας, εντός ενός κλινικά αποστειρωμένου χώρου, συμβόλου της εξουσιαστικής ιδρυματοποίησης. Η μορφή της καλλιτέχνιδας είναι κρυμμένη πίσω από καταρράκτες μαλλιών, αφήνοντας να φανεί ελάχιστα το προσωπείο της· μια πιθανή αλληγορία για την ψυχική ασθένεια, τόσο του ατόμου, όσο και της κοινωνίας, η οποία λειτουργεί και σε πιο προφανές επίπεδο ως μια αρκετά τρομακτική, υπαινικτική εικόνα.
Σπαραξικάρδια όμορφο το Hiss Spun. Ένα άλμπουμ που αφήνει στην άκρη τα πιο ηλεκτρονικά και industrial στοιχεία που υπήρχαν στο Abyss, και επικεντρώνεται στην έγχορδη πλευρά της δισκογραφίας της Wolfe, πολλάκις φλερτάροντας με το metal. Αυτή η άνθιση του μετάλλου στον δίσκο δείχνει όχι μόνο μια πηγαία προτίμηση, αλλά και μια οσμωτική ανταπόκριση της Αμερικανίδας στον εναγκαλισμό που δέχτηκε από το metal κοινό μετά το Abyss. Στο “Vex”, για παράδειγμα, έχουμε doom/death (με brutal φωνητικά από τον Aaron Turner των Isis) που θα μπορούσε να έχει δραπετεύσει από τα 1990s, ενώ στη μέση περίπου του “Spun” ακούγεται ένα χαοτικό blast beat σημείο, το οποίο γλυκοκοιτάει το black metal. Βέβαια, δεν μιλάμε για metal δίσκο: τα όργανα επικεντρώνονται κυρίως σε διακριτικές κινήσεις, ενώ οι συνθέσεις δεν έχουν τη σφιχτά ορισμένη δομή που συνήθως συνδέεται με το metal –αντιθέτως, κυριαρχεί η ρευστότητα και η διάθεση για μια ολιστική ασάφεια.
Στο σύνολό του ο δίσκος κινείται σε αργούς ρυθμούς, αναδεικνύοντας τις doom επιρροές της Wolfe. Αδρές πινελιές κιθάρας και μπάσου, με βάρος στη δημιουργία μιας πνιγερής ατμόσφαιρας, γύρω από την οποία αιωρείται η αιθέρια φωνή της Αμερικανίδας. Μια Chelsea Wolfe που συνεχίζει να οδηγεί τον κορμό της μουσικής με τη φωνή της όπως πάντα σε κεντρικό ρόλο, ενώ ερμηνευτικά εξακολουθεί να δίνει την εντύπωση ενός κρυστάλλινου ερπετού, με πολλά τραβήγματα και με χροιά παραδομένη σε μια πανήγυρη της απελπισίας. Ακόμη και οι ακουστικές ελεγείες, όπως το “Twin Fawn”, μυρίζουν σκοτάδι και δυσβάσταχτη μελαγχολία, λαμπυρίζοντας παράλληλα από ομορφιά. Κοιτώντας συνθετικά το Hiss Spun σαν κάτι το ενιαίο, αυτό που παρουσιάζεται είναι η εικόνα ενός ταραγμένου τοπίου, μίας κινούμενης άμμου, από την οποία αναδύεται και εντός της οποίας επιστρέφει η φωνή της Wolfe. Παρά όμως τη ζοφερή αυτή αύρα –η οποία ενδυναμώνεται μάλιστα από τους σκοτεινά ενδοσκοπικούς στίχους– η ακρόαση του άλμπουμ καταφέρνει να είναι ιδιαιτέρως ευχάριστη.
Κάπου στις θάλασσες της Ωκεανίας υπάρχει μια μέδουσα, το τσίμπημα της οποίας προκαλεί στο θύμα αίσθηση επικείμενου χαμού. Κάτι τέτοιο προσπαθεί να κάνει και το Hiss Spun, καταφέρνοντάς τα αρκετά καλά, χωρίς ωστόσο να το πετυχαίνει απόλυτα –και γι' αυτό φταίει η ίδια η ομορφιά του, η οποία καταφέρνει εν τέλει να ηρεμεί. Εδώ έχουμε ακουστικοποίηση των νευρώσεων, ως φωνές αιθέριες και τρομακτικές, ως οργανικά κύματα μεταλλικού noise· ένα τοπίο μαύρο, στο οποίο όμως μπορείς να καταδυθείς, να αφεθείς, και να εγκολπωθείς από εκείνο, σαν εντός μήτρας. Και να ακούς για πάντα το υστερικά επιβλητικό “Scrape” στο κλείσιμο του δίσκου, ένα από τα καλύτερα κομμάτια που έχει γράψει η Chelsea Wolfe.
{youtube}2sb5TszDqYE{/youtube}