Αν άκουγα πριν 10 χρόνια για κάποιον δίσκο ο οποίος αναμιγνύει ρινίσματα black metal με gospel/spirituals, θα ήμουν τουλάχιστον αρνητικά προκατειλημμένος, καθότι αρκετά πιουρίστας τότε όσον αφορά τα είδη μουσικής. Στα 10 αυτά χρόνια, βέβαια –θέλοντας και μη, καθώς διατήρησα επαφή με τη σκηνή– χώνεψα πως μπορεί να υπάρχει ουσία στη μίξη με άλλα, τελείως μη συγγενικά είδη, μιας και το black metal έχει αποδειχτεί εξαιρετικά ευέλικτο και προοδευτικό, πολύ περισσότερο μάλιστα από τη μεγαλύτερη μερίδα των οπαδών του.
Ελθέτω λοιπόν, εν έτει 2016 και σχεδόν από το πουθενά, ένα άλμπουμ από τις Η.Π.Α., το οποίο επιγραμματικά προσπαθεί να ταιριάξει (μεταξύ άλλων) και τα δύο είδη που ανέφερα αρχικά. Άκρως ενδιαφέρον είναι το γεγονός πως το έναυσμα για αυτήν τη μίξη προήλθε από την επαφή του μοναδικού μέλους των Zeal & Ardor, Manuel Gagneux, με τη διαδικτυακή κοινότητα του 4chan, εν είδει πρόκλησης. Ο ίδιος δε, βρίσκει σύνδεση μεταξύ των δύο ειδών στην εναντίωσή τους προς τις επιβαλλόμενες κυρίαρχες αντιλήψεις.
Το Devil Is Fine είναι πρωτίστως ένα κολάζ ετερόκλητων στοιχείων. Δεν είναι μόνο η πλέξη των spiritual πολυφωνικών με υποδόριες ενέσεις black metal κιθάρας· αυτά συνυπάρχουν με καθαρά trip hop σημεία (ο Gagneux αναφέρει τους Massive Attack ως μεγάλη επιρροή του), ανατολίτικες ψαλμωδίες και ήπια πλήκτρα –που θα μπορούσαν κάλλιστα να λειτουργήσουν ως νανούρισμα– ενώ ακόμη κι ένα surf μπάσο υπάρχει στο “What Is A Killer Like You Gonna Do Here?”.
Δομικά, σε όσα κομμάτια περιέχουν black metal κιθάρες (και φωνητικά, στην περίπτωση του “Come On Down”), η βασική μελωδία των πολυφωνικών γραμμών στέκεται ως ο κύριος πυλώνας του τραγουδιού, με τα βουτηγμένα στην απειλητικότητα riffs να δουλεύουν σχετικά αυτόνομα, ως πομποί απόκοσμης ατμόσφαιρας. Όσον αφορά το ακραίο metal, οι επιρροές αντλούνται από τη σκανδιναβική black σκηνή των 1990s, με κάποια δάνεια από το μελωδικό σουηδικό black/death της ίδιας περιόδου.
Εκείνο όμως που κυρίως τραβάει την προσοχή στο Devil Is Fine, είναι αναντίρρητα τα φωνητικά, τα οποία ελίσσονται από τυπικές γκόσπελ πολυφωνικές φόρμες σε ξεκάθαρα υμνητικά (με την κινηματογραφική, σατανολατρική έννοια) τροπάρια, σε σχεδόν Tom Waits-ικής υφής λεκτικές ριπές, και σε μαυρομεταλλικές ιαχές, με ένα άτομο υπεύθυνο για τα πάντα. Οι δε στίχοι διαθέτουν σαφή σατανική χροιά, κάτι που έχει ιδιαίτερη λειτουργικότητα (όσον αφορά τη black metal πτυχή του δίσκου), μιας και τα gospel/spirituals διατηρούν ξεκάθαρα θρησκευτική νοηματοδότηση –και είναι το αναποδογύρισμα αυτής της συνθήκης που κάνει, πάνω από όλα, τον δίσκο απειλητικό.
Εδώ λοιπόν γίνεται ένα αξιόλογο πείραμα, με βασικό κοινό σημείο μεταξύ black metal και spirituals το υπερβατικό, το βαθύτερο θρησκευτικό συναίσθημα που εφάπτεται σε αμφότερα τα είδη, όπως βέβαια και την αντίδραση προς την επιβολή. Είναι μια καλή επίδειξη του πώς η επιβλητικότητα και η κατανυκτικότητα του black metal μπορεί να μεταφραστεί σε θρησκευτικότητα.
Το πείραμα πάσχει ωστόσο στο αρμονικό πλέξιμο όλων αυτών των ετερόκλητων στοιχείων, λόγω του πλήθους τους και της πολύ μικρής διάρκειας του συνόλου (κάτι λιγότερο από 25 λεπτά). Το όλο αποτέλεσμα μοιάζει έτσι περισσότερο με κάποιο «δείγμα δωρεάν» ενός ελπιδοφόρου, πιθανού μέλλοντος, παρά με ολοκληρωμένη δουλειά. Κατά βάση λείπει ζωτικός χώρος αναπνοής των ιδεών, κάτι που ελπίζω να διορθωθεί στο επόμενο Zeal & Ardor βήμα. Ακόμη κι έτσι, πάντως, το Devil Is Fine έχει αρκετό ενδιαφέρον, ενώ δείχνει και μια ενδεχόμενη κατεύθυνση προς την οποία μπορεί να απλωθεί η ιδιαίτερη σχέση του black metal με τη θρησκεία.
{youtube}SQKoE3cfk2U{/youtube}