Μπορεί τα ονόματα των Ivar Bjørnson και Einar Selvik (ειδικά του δεύτερου) να μην χτυπάνε καμπανάκια σε πολλούς, αλλά οι κυρίως μπάντες του καθένα εξ αυτών –Enslaved και Wardruna, αντιστοίχως– είναι πιθανότατα γνωστές στους περισσότερους, έστω και εξ ακοής. Οι βασικοί υπεύθυνοι για τα δύο αυτά συγκροτήματα, τα οποία είχαν πάντα σαν κοινό γνώρισμα την ενασχόλησή τους με τη νορβηγική παράδοση, αποφάσισαν λοιπόν να δοκιμάσουν την ποιότητα της μεταξύ τους χημείας με ένα συνεργατικό σχήμα ονόματι Skuggsjá (καθρέφτης ή αντανάκλαση στα ισλανδικά).
Το όλο θέμα είχε ως αφετηρία μια κοινή ζωντανή εμφάνιση για τα 200 χρόνια του νορβηγικού συντάγματος το 2014, και εξελίχθηκε στον φετινό ομώνυμο δίσκο, η σύμπτωση της κυκλοφορίας του οποίου με αυτήν της 4ης σαιζόν των τηλεοπτικών Vikings (στο soundtrack της σειράς έχουν συμμετάσχει οι Wardruna) ίσως και να μην είναι τυχαία.
Για να είμαι ειλικρινής, δεν περίμενα πολλά από το άλμπουμ, όχι γιατί δεν εμπιστεύομαι αμφότερους τους υπεύθυνους, αλλά γιατί η δημιουργία ενός ενδιαφέροντος δίσκου παραδοσιακής μουσικής (αυτό νόμιζα αρχικά πως ήταν ο στόχος του πρότζεκτ) από άτομα προερχόμενα από τη metal σκηνή, είναι σχετικά σπάνιο φαινόμενο· και συχνά σκοντάφτει σε φαιδρά στερεότυπα. Αλλά η πρώτη ακρόαση με διέψευσε, αποκαλύπτοντας ένα δημιούργημα που ενσωματώνει στοιχεία από τις συνολικές καριέρες των δύο δημιουργών (ας μην ξεχνάμε πως, πριν τους Wardruna, ο Selnik είχε περάσει τόσο από τους εξαιρετικούς μα σχετικά άγνωστους Bak de Syv Fjell, όσο και από τους Gorgoroth), παρουσιάζοντας ένα κράμα βόρειας, «σαουντρακικής» folk και επικού/viking black metal.
Στο Skuggsjá, επομένως, η μερίδα του λέοντος ανήκει στην παραδοσιακή μουσική, πάνω στην οποία αναπτύσσονται οι μαυρομεταλλικές παραφυάδες –κυρίως σε 4 από τα 10 κομμάτια. Στέκομαι αρχικά στο “Makta Og Vanæra (I All Tid)”, το οποίο κάλλιστα θα μπορούσε να έχει βγει από τη χρυσή (για τους πιο παραδοσιακούς έστω) εποχή των Enslaved, και συγκεκριμένα από το Eld του 1997: απλωτό κομμάτι, με επιτάχυνση αργή σαν παγετώνα, η οποία χτίζει ατμόσφαιρα μέσω μακρόσυρτων riffs και μέσω του διαλόγου μεταξύ υμνικών φωνητικών, συναισθηματικά φορτισμένων καθαρών αρθρώσεων και των χαρακτηριστικών βραχνών κραυγών του Bjørnson.
Τα πιο folk κομμάτια ακολουθούν την προσέγγιση των Wardruna, με μια σχεδόν ανεπαίσθητη αλλά πανταχού παρούσα ηλεκτρική δόνηση στη ραχοκοκαλιά, καθώς και με περιδινίζουσες προσθήκες διαφόρων παραδοσιακών οργάνων του σκανδιναβικού Βορρά, όπως τα έγχορδα kravik lyre και tagelharpe ή το χαρακτηριστικό mouth harp. Τα υμνικά φωνητικά έχουν την τιμητική τους, ενώ σε λίγα σημεία εμφανίζεται και η αιθέρια φωνή της Lindy Fay Hella. Το συνολικό αποτέλεσμα –όσον αφορά τις καθαρά folk στιγμές– διαθέτει λοιπόν την κινηματογραφική αίσθηση των Wardruna, η οποία, κακά τα ψέμματα, δεν είναι για όλες τις ώρες ή τις διαθέσεις· μπορεί κάλλιστα να γλιστρήσει στην κλίμακα του μυαλού του ακροατή, από την κατηγορία της πηγαίας και πλήρης συναισθήματος παραδοσιακής μουσικής σε αυτήν της πλαισίωσης για αποστειρωμένα ιστορικά ντοκιμαντέρ.
Ευτυχώς τα αποκλειστικά folk κομμάτια είναι λίγα και το τελικό αποτέλεσμα δονείται με τη δυναμικότητα της κιθάρας του Ivar. Η οποία, χωρίς να μπλέκει στις πολυπλοκότητες της κυρίως μπάντας του, γραπώνει και γειώνει το πλήρως ατμοσφαιρικό ταξίδι της απέναντι πλευράς. Ο δίσκος είναι έτσι ένα πολύ ενδιαφέρον μείγμα των μουσικών απόψεων των δύο δημιουργών, σχετικά αναπάντεχο μάλιστα, λόγω της στοιχείου της ενεργητικότητας που το διέπει.
Η αλήθεια είναι βέβαια πως λυγίζει σε σημεία κάτω από το βάρος του παράταιρου συνδυασμού παρελθόντος και παρόντος, χάνοντας κάτι από την πιθανή πηγαιότητα που θα είχε ένα αγνό πόνημα του καθενός. Συνολικά, όμως, το Skuggsja είναι ένα αρκετά καλό δείγμα εικονοπλαστικής μουσικής, και προτείνεται ιδιαιτέρως για νοσταλγούς της πρώτης περιόδου των Enslaved και για θιασώτες της σκανδιναβικής παράδοσης.
{youtube}tX8vBkSrtvk{/youtube}