Προ ίντερνετ, όταν πολλούς δίσκους τους έπαιζες σε κασέτα (γιατί πού να βρεις χρήματα για όλα), ήξερες πότε κάτι πάει στραβά και θα στη μάσαγε το μηχάνημα από το πόσο «τσαλακωμένη» άρχιζε ν' ακούγεται η μουσική. Κι αυτόν ακριβώς τον ήχο, άρα κι εκείνες τις μνήμες, επαναφέρει στο προσκήνιο η έναρξη του The Original Faces –έτσι σαν εισαγωγή, πριν η μπάντα αρχίσει να παίζει «κανονικά» το πρώτο κομμάτι.
Μπροστάρισσα εδώ είναι η Liz Harris, πιο γνωστή στη σύγχρονη εναλλακτική δισκογραφία ως Grouper. Ερμηνεύει, παίζει την κιθάρα, υπογράφει όλα τα τραγούδια συνεργατικά με το φιλαράκι της Scott Simmons από τους Eat Skull (ο οποίος βρίσκεται στο μπάσο, ενίοτε και στη δεύτερη κιθάρα), ενώ την παρέα συμπληρώνει ο Jed Bindeman των Eternal Tapestry στα τύμπανα. Είναι μια τελείως made-in-Όρεγκον υπόθεση, δηλαδή, αλλά κι ένα side project κομμένο και ραμμένο στην ανάγκη της Harris να «δραπετεύει» από τον Grouper εαυτό της. Τους είχε άλλωστε λανσάρει τους Helen ήδη από το 2013, όταν το single "Felt This Way" έδειξε μια διαφορετική πτυχή των ανησυχιών που έπλασαν το εξαίρετο The Man Who Died In His Boat (θυμήσου την κριτική της Όλγας Σκούρτη εδώ).
Όσοι πάντως έχουμε σταθεί στη Grouper υπόθεση, λατρεύοντας τα ερημωμένα μετα-folk τοπία της και τον «παγωμένο» μινιμαλισμό που τη θέτει συχνά στην τροχιά του ambient εξωπλανήτη, δεν θα βρούμε εδώ παρά λόγους να κρεμάσουμε τα μούτρα με εμφανή απογοήτευση. Το δισκογραφικό ντεμπούτο των Helen είναι ως τα μπούνια βουτηγμένο στα 1980s, στα χρυσά χρόνια του shoegaze και του όλου dream pop ρεύματος. Όσο διαβασμένο κι αν έρχεται λοιπόν το τρίο, όσο όμορφα κι αν βομβίζουν οι ηλεκτρικές του κιθάρες, όσο πειστικά κι αν αποδίδονται τα χαρακτηριστικά γυναικεία φωνητικά του είδους, εδώ δεν έχουμε τίποτα περισσότερο από μια άσκηση πάνω στις εμμονές της Harris: μια προσπάθειά της να αναπλάσει με τελειομανή, εκνευριστική ακρίβεια όλα όσα άκουγε ίσως κάποτε στις δικές της κασέτες και τη σχημάτισαν πρώτα ως ακροάτρια και ύστερα ως μουσική περσόνα.
Το The Original Faces φτιάχνεται με αξιοθαύμαστη ακρίβεια και τις τιμιότερες των προθέσεων, αλλά τι να το κάνεις; Είναι απλά μια ρεπλίκα. Στις καλύτερες στιγμές του ("Grace", "Violet", "Motorcycle"), αν κλείσεις κι εσύ τα μάτια και μπεις στο τριπάκι του ξεχνώντας τη χρονολογία που αναγράφεται κάτω δεξιά στην οθόνη του υπολογιστή σου, ενδέχεται να ξαναζήσεις κάτι από τις «θολωμένα» εκστατικές μέρες της 4AD, κάτι από τις δόξες της Creation. Μόλις όμως τα ξανανοίξεις, θα τρέξεις να βρεις στη δισκοθήκη σου τους My Bloody Valentine και θα ξεχάσεις μια για πάντα τους Helen.
{youtube}HaDAqFBzC1w{/youtube}