Ξοδεύουμε αμέτρητες ώρες ακούγοντας δίσκους από μουσικούς που οι ίδιοι δεν ενθουσιάζονται με τίποτα, οπότε δεν είναι σε θέση να ενθουσιάσουν και κανέναν. Κάθε αναιμική νέα κυκλοφορία από μεγάλο όνομα μοιάζει με κερασάκι στην τούρτα του «καταθλιπτικού» συναισθήματος ότι η τωρινή μουσική αδυνατεί να αλλάξει τον κόσμο (μας). Αισθανόμαστε μονίμως σαν ένα τσούρμο καλεσμένων που σέρνονται από τη μία αχρείαστη 45άλεπτη επίσκεψη στην άλλη.
Όμως το νέο κοινό, αν και στερείται εμπειρίας, «μεταλλάσσεται» γρηγορότερα από ποτέ. Πρόκειται για ένα κοινό το οποίο έχει αυτο-γαλουχηθεί να μην περιμένει την ψυχαγωγία που θα του σερβιριστεί μιντιακά: προτιμάει να ανακαλύπτει μουσική ιδιωτικά. Δέχεται να περιμένει στις ουρές για συναυλίες και φεστιβάλ όπου μπορεί να μη βρει εκείνο που θέλει και δέχεται, επίσης, να πληρώσει συνδρομές σε ψηφιακές πλατφόρμες για να έχει πρόσβαση σε καινούρια τραγούδια.
Αυτό το κοινό λειτουργεί πιο συναισθηματικά και οι Beach House βρίσκουν έτσι σημείο επαφής με ακροατές οι οποίοι είναι διαθέσιμοι να μοιραστούν (σε ζωντανές επαφές ή on line) μια αισθαντική εμπειρία που εμπνέει κανονικότητα –χωρίς φανφάρα και περιττό ρομάντζο. Νομίζω ότι όλοι μας (συμπεριλαμβάνω τον εαυτό μου, γιατί συμμερίζομαι τη λογική) επιθυμούμε διακαώς μια γνήσια συναισθηματική εμπειρία στη μουσική· γι’ αυτό και επιτρέπουμε να μας κερδίσουν δίσκοι όπως το Depression Cherry, παρά τα εμφανή τους ελαττώματα.
Το Depression Cherry δεν μπορεί να χαρακτηριστεί σπουδαίο, πασχίζει όμως να εκφράσει «κάτι», με τρόπο που κάνει ανάλογες κυκλοφορίες να μοιάζουν με κορπορατικά σκευάσματα. Τους δίσκους μπορούμε άλλωστε να τους απολαμβάνουμε και για την ποιότητα των προβλημάτων και των επιμέρους αποτυχιών τους –παρεμπιπτόντως, ίσως να είναι και ο μοναδικός τρόπος για να απολαμβάνεις πλέον τη δισκογραφία της εποχής μας. Όμως αυτό είναι άλλη κουβέντα.
Το επίτευγμα της μουσικής των Βeach House δεν είναι μόνο οι γέφυρες επικοινωνίας που σε καλεί να χτίσεις, αλλά και ο τρόπος με τον οποίον συλλαμβάνει τις διαθέσεις και την εν γένει κουλτούρα μιας σιωπηλής μερίδας κόσμου, που χρησιμοποιεί τα ακουστικά του σαν ασπίδα, που περπατάει χιλιόμετρα στα αστικά κέντρα, τείνοντας να μένει αόρατος μέσα στην πολυκοσμία. Το Depression Cherry σε κάνει λοιπόν να αντιληφθείς όσα έχουν ζωτική σημασία για αυτούς. Είναι cool να νιώθεις μόνος και αβοήθητος, πνιγμένος σε καταπιεσμένες ευαισθησίες, περιφερόμενος σαν daydreamer με μια μελαγχολία. Νιώθεις και με τα δύο πόδια στο «τώρα», αν πιστεύεις στη διατήρηση της αγνότητας.
Οι Beach House είναι μια αυτόφωτη, ιμπρεσιονιστική μουσική έκφραση/επιβεβαίωση των παραπάνω: ένα (εκ των έσω) manual μελέτης για τον ψυχισμό μιας συγκεκριμένης «φυλής». Το ντουέτο απλώνει το ambience για να προσδώσει εμβαδό στο αφήγημά του. Λιβανίζει την οικειότητα σαν την ύψιστη τιμή, σαν να θέλει να ακούγεται κάτω από την ασφάλεια ενός παπλώματος –με την αίσθηση πως εκεί έξω καραδοκεί ένας αφιλόξενος και κυνικός κόσμος, έτοιμος να σε μολύνει με το μικρόβιο του αμοραλισμού.
Τραγούδια όπως το "Space Song" ενισχύουν το αίσθημα ότι πασχίζεις να κρατηθείς από τα κλαδιά (ή να πω τα κλωναράκια;) για να μη σωριαστείς στη μάζα, που περιμένει να σε αλλοτριώσει. Αισθανόμαστε όμως ότι η Victoria Legrand και ο Alex Scally δεν στοχεύουν παρά μόνο στην αμεσότητα του συναισθήματος –σε μια Plastic Ono Band τύπου μετωπική αμεσότητα– κρυμμένη κάτω από πολλά shoegaze στρώματα και αμέτρητους αντικατοπτρισμούς των χρωμάτων της ίριδας. Ο κόσμος που έχουν φτιάξει είναι περιορισμένης βαρύτητας, διαθέτει πλουμιστά αρώματα και επιτρέπει μόνο ήπιες κινήσεις.
Μένω από το πρώτο μέχρι το τελευταίο δευτερόλεπτο στο Depression Cherry, παρ' όλο που εξατμίζεται πριν ολοκληρωθεί. Δεν πατάω skip, αν και περιέχει πράγματι αρκετές αναλώσιμες στιγμές και υποφέρει από cheesy λυρισμό –για να το θέσω εκλεπτυσμένα. Αλλά παραμένω υπέρ του δίσκου και όσων πραγματεύεται. Ίσως η γενιά στην οποία στοχεύουν οι Beach House να είναι η πρώτη πραγματικά έτοιμη να αγαπήσει άνευ όρων κυκλοφορίες όπως αυτό το 5ο άλμπουμ τους. Οι σημερινοί ακροατές είναι πια διαλλακτικοί στο να επενδύσουν πριν νιώσουν, είναι δεκτικοί ώστε να παραβλέψουν τις ατέλειες, αν είναι να φτάσουν σε κοινό προορισμό.
Είναι εύκολο («λογικό» πρέπει να πω, αλλά θα μείνω στο «εύκολο») να απορρίψεις το Depression Cherry για τον μελιστάλαχτο αυτισμό του, για την ονειροπαρμένη αστερόσκονη και για τις ασπόνδυλη ατμόσφαιρα –νιώθεις ότι προϋπήρχαν στέρεες ποπ μελωδίες, που τις έλιωσαν στον φούρνο μικροκυμάτων. Ο δίσκος δεν ξέρει τι ακριβώς θέλει να πει, του αρκεί να φέρει τον ακροατή ένα βήμα πιο κοντά, ειδικά τον ακροατή που και ο ίδιος καλά-καλά δεν ξέρει τι ψάχνει. Αυτό όμως είναι το πιο ελπιδοφόρο από τα συμπτώματα της σημερινής γενιάς μουσικόφιλων. Μια χαρά. Διαφορετικά θα γυρίσουμε σε εκείνα τα άλμπουμ από μεγάλους μουσικούς, οι οποίοι δεν ενθουσιάζονται πια με τίποτα, οπότε δεν είναι και σε θέση να ενθουσιάσουν κανέναν.
{youtube}RBtlPT23PTM{/youtube}