Υπάρχει μια ιστορία που κυκλοφορεί σε διάφορες εκδοχές, ίσως να την έχετε ακούσει κι εσείς: όταν Bob Dylan και Leonard Cohen συναντήθηκαν στο Παρίσι (κάπου στα 1980s) και αντάλλαξαν φιλοφρονήσεις, ο πρώτος ρώτησε τον δεύτερο πόσο καιρό χρειάστηκε για να γράψει το “Halellujah”. Η απάντηση ήταν «2 χρόνια περίπου». Κι όταν, με τη σειρά του, ο Cohen ρώτησε τον Dylan πόσο χρειάστηκε για να ολοκληρώσει το “I And I”, έλαβε την απόκριση «γύρω στα 15 λεπτά».
Το ανεκδοτολογικής φύσης περιστατικό ήρθε ξανά στον νου μου καθώς άκουγα τον 80άχρονο (πλέον) Καναδό να τραγουδά «I’m slowing down the tune, I never liked it fast, you wanna get there soon, I want to get there last» στο εναρκτήριο άσμα από το νέο –13ο στη σειρά– δισκογραφικό διάβημά του. Ανεξάρτητα από το ποσοστό αλήθειας της ιστορίας, αυτή η σχέση του Cohen με τον χρόνο είναι κάτι που φαίνεται ξεκάθαρα στα τραγούδια του: είναι πάντα ψηλαφήσιμη δηλαδή η μακρόχρονη προσπάθεια, το σκάψιμο, η προσεκτική επιλογή της κάθε λέξης και το κοπιώδες «κούμπωμά» της στη μελωδία. Εκεί που ο Dylan νιώθεις ότι γράφει καθώς σκέφτεται, εδώ του γραψίματος προηγείται μάλλον μαραθώνια σκέψη. Είναι μια εντύπωση που σου αφήνουν και τα 9 νέα κομμάτια που υπάρχουν στο Popular Problems.
Υπάρχει βέβαια σε τούτη τη δουλειά και κάτι που έμοιαζε να λείπει αρκετά από τις τελευταίες καταθέσεις του Καναδού τραγουδοποιού, του προπέρσινου Old Ideas συμπεριλαμβανομένου: μια αναζωογονητική διάθεση, ένα σπίθισμα, μια σχεδόν νεανική ορμή. Ίσως το πήρατε είδηση και από το “Almost Like The Blues”, που ήρθε ως προάγγελος της κυκλοφορίας να μάς πιπιλήσει όμορφα τα αυτιά. Έχω την αίσθηση ότι είναι ένα από τα καλύτερα τραγούδια του Cohen, όχι μόνο για τον νέο αιώνα, αλλά και γενικότερα. Παρότι και αυτό, όπως και τα υπόλοιπα εδώ, δεν καινοτομεί ούτε και επιχειρεί να αλλάξει τη φόρμουλα της τραγουδοποιίας του· αποτυπώνει όμως μια «μαγεία» που σίγουρα δεν περιμένει κανείς από άνθρωπο αυτής της ηλικίας.
Δεν είναι εύκολο να εντοπίσεις σε τι ακριβώς έγκειται η φρεσκάδα που αποπνέουν τα τραγούδια του Popular Problems. Ίσως να οφείλεται στη συμβολή του Patrick Leonard, ο οποίος πέρα από την παραγωγή παίρνει και συνθετικό credit. Παρότι είναι αδύνατο να γνωρίζουμε το ποσοστό της πρωτογενούς παρέμβασής του, η συμβολή του στο πώς ακούγεται το άλμπουμ δείχνει καθοριστική, ακόμα περισσότερο δε όταν μιλάμε για το συγκεκριμένο δισκογραφικό σώμα δουλειάς, το οποίο έχει κακοπάθει ουκ ολίγες φορές στο παρελθόν στον εν λόγω τομέα. Αλλά και τα ίδια τα τραγούδια, μέσα στην απλότητά τους, κουβαλάνε τις γνωστές θεματικές εμμονές και το αλάνθαστο χιούμορ του Cohen, με έναν τρόπο κάπως διαφορετικό: πιο παιχνιδιάρικο, αποφασισμένα θα 'λεγες να κρατήσουν τέλεια τις ισορροπίες ανάμεσα στο σκοτάδι και το φως.
Στο σημείο που βρίσκεται η πορεία του, είναι αδύνατο να μη σκεφτώ ότι το Popular Problems μπορεί να είναι το τελευταίο άλμπουμ του Leonard Cohen – τα έγραφε και ο Χάρης Συμβουλίδης το '12, στο κείμενό του για το Old Ideas (εδώ). Ο χρόνος πάντως, μέχρι στιγμής, στάθηκε ευγενικός μαζί του· ίσως γιατί και ο ίδιος δεν τον κυνήγησε, όπως λέγαμε και στην αρχή. Τα 'φερε μάλιστα έτσι το πέρασμά του ώστε τούτος ο ποιητής, ο οποίος όταν ξεκίναγε έμοιαζε αρχαίος μέσα στην ψυχεδελική ροκ λαίλαπα, όχι μόνο να καταθέσει στην πορεία του μερικά τραγούδια παγκόσμιας εμβέλειας, όχι μόνο να αγγίξει τα ανείπωτα και τα πανανθρώπινα με τρόπο απαράμιλλο, αλλά –μπαίνοντας στην ένατη δεκαετία της ζωής του– να ακούγεται πιο «τωρινός», πιο συμφασικός με τον γύρω κόσμο από ποτέ. Ίσως λοιπόν ενέχει κάποιο ρίσκο το να εκθειάσω αυτήν του τη δουλειά ως σπουδαία, ως μία από τις καλύτερες που έχει κάνει, λέω όμως να το πάρω. Αν όχι τώρα, αν όχι για τον Leonard Cohen, τότε πότε και για ποιον δηλαδή;
{youtube}9VYXECtjOos{/youtube}