Για κάποιους το ίντερνετ είναι λόγος για να μην βλέπουν άνθρωπο, για άλλους μέσο για καλύτερη ποιότητα ζωής και για μερικούς δημιούργημα του Διαβόλου. Στην πραγματικότητα είναι μια μορφή επανάστασης που επιτρέπει στον χρήστη τεράστια ελευθερία• ελευθερία μα και ευθύνη για να βάζει ο καθένας τα όριά του, αλλιώς μένει εκτεθειμένος –πολλές φορές ανεπανόρθωτα και ισοβίως.

Για τον John Vanderslice, το ίντερνετ είναι (μεταξύ άλλων) και ο Άγιος Βασίλης: πριν μερικούς μήνες ανακοίνωσε στα social media ότι ετοιμάζει το νέο του άλμπουμ, ενώ ξεκίνησε και μια καμπάνια συλλογής χρημάτων στο Kickstarter.
«Τώρα είμαι εγώ και εσύ. Το label έχει έναν μόνο υπάλληλο, εμένα που βλέπεις. Κάνω μια προσπάθεια να επαναφέρω το όλο πράγμα ξανά στην ουσία  του»,
έγραφε ο Αμερικανός τραγουδοποιός στη σελίδα του Kickstarter, όταν έκανε γνωστό το αίτημά του στον κόσμο. Τότε, το απαιτούμενο ποσό που χρειαζόταν ήταν 18,500$. Οι δωρεές, λίγο καιρό μετά, έφτασαν περίπου τα 80,000$.

Έτσι ήρθε στο φως το Dagger Beach, ένας αρκετά προσωπικός δίσκος όπου το ροκ διατηρείται ως βάση και πάνω σε αυτήν αφήνουν τις αποτυπώσεις τους η folk, η ποπ, αλλά και το ηλεκτρονικό στοιχείο.  Η λυτρωτική επαφή με τη φύση, ο πόνος, ο χωρισμός, αλλά και το φως στην άκρη του τούνελ μετά από μια συναισθηματική καταστροφή είναι μερικά από τα θέματα του τραγουδοποιού εδώ, σε ένα άλμπουμ που ξεδιπλώνεται πολύχρωμο μέσα από ένα DIY καλειδοσκόπιο: ηλεκτρικά ακόρντα μπλέκονται με γήινα κρουστά, ακουστικές κιθάρες χορεύουν αντικριστά με λούπες και drum machines και φλάουτα μπλέκουν με σύνθια, την ώρα που ήχοι από εξοχή, δάσος, φύση και πουλιά που τιτιβίζουν κάπου μακριά πέφτουν σαν διάφανο πέπλο στις μελωδίες.

Ωστόσο ο John Vanderslice (είναι και παραγωγός στο Dagger Beach, μαζί με τον Ian Pellicci) μπορεί να «παίζει» έξυπνα και ελαφρώς επιδεικτικά με την κονσόλα και με τα ηλεκτρονικά, δεν δείχνει όμως ότι διαθέτει πάντα και το απαραίτητο μέτρο ώστε να διαφυλάξει τη συνοχή των συνθέσεων. Κι ενώ υπάρχει η αίσθηση μιας γοητευτικά ακατέργαστης ροής –ειδικά στις ακουστικές συνθέσεις– δημιουργείται και η εντύπωση μιας ασυνέχειας, αφού τα ηχητικά τοπία αλλάζουν ακαριαία και με τρόπο που συχνά διαρρηγνύει την αφήγηση και την ατμόσφαιρα του συνόλου. Έτσι, οι αντιθέσεις που προτείνει εδώ ο μουσικός δεν λειτουργούν τελικά ως συγκολλητική ουσία για ένα σφιχτό αποτέλεσμα, αφήνοντας  την αίσθηση του «σκορπίσματος». Επιπλέον, η εμμονή σε επαναλαμβανόμενα μοτίβα και στίχους δίνει εύκολα την εικόνα ενός γραφικού νεοφώτιστου σαμάνου του Δυτικού κόσμου, ο οποίος έχει μείνει πολλές ημέρες στην καρδιά ενός δάσους και γυρίζει γύρω από ένα δέντρο τραγουδώντας προσευχές στον Πάνα...

Ο Vanderslice μοιάζει λοιπόν να έχει βάλει στοίχημα με τον εαυτό του για το πόσα ηχητικά τοπία μπορεί να χωρέσει σε έναν δίσκο: πόσες εικόνες, πόσα κρουστά και ηλεκτρονικά, πόσος πειραματισμός και DIY οπτική, σε ένα άλμπουμ που διαρκεί σχεδόν 40 λεπτά. Αν η ποικιλία ήταν το ζητούμενο, το πέτυχε. Αν επίσης ο πειραματισμός ήταν ένα ακόμα ζητούμενο, το κάλυψε κι αυτό (μέσα φυσικά στα πλαίσια των δυνατοτήτων του). Αν οι αρμονίες στα φωνητικά αποτελούσαν στόχο, επετεύχθη, όπως ενδεχομένως και η εικόνα ενός καλοκαιρινού απογεύματος που μόλις ξεκινάει. Και σίγουρα υπάρχουν 2-3 τραγούδια τα οποία στέκονται όμορφα και φτιάχνουν ελκυστικές ατμόσφαιρες. Όμως παραμένει κυρίαρχη η αίσθηση της ανισότητας, της αυταρέσκειας και του ανέξοδου εφέ.
 
Γι’ αυτό και το Dagger Beach, ενώ αρχικά ίσως καταχωρείται στα «συμπαθητικά» άλμπουμ, σε μια δεύτερη –και πιο προσεκτική– ακρόαση φτάνει να βρίσκεται απειλητικά κοντά στις μέτριες κυκλοφορίες της χρονιάς.

 

{youtube}82xJdrrIYVE{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured