Ξεκίνησε όταν οι τρεις Motorpsycho και ο Ståle Storlökken (ενδεικτικά αναφέρονται οι Supersilent και οι Elephant9 ως τα πιο «γνωστά» από τα γκρουπ του) αποδέχτηκαν πρόσκληση για μία κοινή εμφάνιση στο Molde Jazz Festival, το καλοκαίρι του 2010. Και έφθασε στη δημιουργία ενός μαξιμαλιστικού project· σ’ ετούτο το έπος των δύο δίσκων και της υπερ-84άλεπτης διάρκειας.
Για την υλοποίηση του οποίου προσέτρεξαν σε σημαντική βοήθεια ουκ ολίγοι συμπατριώτες τους Νορβηγοί μουσικοί. Μετράτε κεφάλια: 4 οι προαναφερθέντες + 8 πνευστά από τη φημισμένη Trondheim Jazz Orchestra (μεταξύ των οποίων και η τρομπέτα του Mathias Eick), άλλα 8 έγχορδα από το σύνολο TrondheimSolistene, ο βιολιστής Ola Kvernberg (ειρήσθω εν παρόδω, με εξαιρετικό περσινό δίσκο), καθώς και ο συμπαραγωγός Kåre Chr. Vestrheim με την έμπρακτη συνεισφορά του (την εκτελεστική δηλαδή). Το σύνολον 22!
Γίνεται εξ αρχής φανερό πως ένα σημείο επιτυχίας ή αποτυχίας του δίσκου θα κριθεί στο επίπεδο της ενορχήστρωσης: 22 άνθρωποι και άλλα τόσα (τουλάχιστον) όργανα δεν κουλαντρίζονται εύκολα και απλά επειδή είσαι, έτσι θεωρητικώς, «ταλαντούχος». Φαντάζει εξαιρετικά επίφοβο (αν όχι στατιστικώς πιθανότερο), το αποτέλεσμα να γύρει προς το υπερβολικά πομπώδες, προς το φλύαρο ή ακόμα χειρότερα προς την υπέρμετρη ανοησία. Η δουλειά όμως που γίνεται εδώ είναι πραγματικά υποδειγματική και τα περισσότερα των ευσήμων θα πρέπει να αποδοθούν στον Storlökken, o οποίος αναλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος του ενορχηστρωτικού φόρτου, «μανιπουλάροντας» ιδανικά τις δύο ορχήστρες. Ο πλούτος των προσφερόμενων επιλογών σε επίπεδο συχνότητας, ηχοχρώματος, ύφους και έντασης αναδεικνύει πολυσήμαντες εκφραστικές δυνατότητες, ενώ υπηρετεί πλήρως –και εκφράζει καθολικά– τις επιτελεστικές ανάγκες της στιγμής. Αλλά και του συνόλου εν γένει. Περνάνε 80τόσα λεπτά και δυσκολεύεσαι να εντοπίσεις μία νότα που να ηχεί παράταιρη ή αχρείαστη.
Από τα παραπάνω, ας επικεντρωθούμε για λίγο στο επίθετο επιτελεστικός. Ένας βασικός σκοπός της μουσικής στο Death Defying Unicorn είναι να μεταφράσει σε νότες μία ιστορία, να της προσδώσει μουσική υπόσταση και έτσι να μεταφέρει με μεγαλύτερη ένταση και σαφήνεια την πλοκή της. Επίσης, αποσκοπεί να «συμβολοποιήσει» τη μυθιστορηματική της γραφή· να αναδείξει μέσω της πολυδιάστατης επιτέλεσης τα διδάγματα ή τα νοήματα, να τα ανυψώσει σε ένα συμβολικό επίπεδο έκφρασης, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα στον δέκτη να «προσαρτήσει» σε αυτήν τη μελοποιημένη φανταστική ιστορία τα νοήματα που τον αφορούν. Η ιστορία καθ’ αυτή έχει μάλιστα το δικό της ενδιαφέρον και θα σας παρακαλούσα να κάνετε υπομονή όσο θα προσπαθήσω να τη συνοψίσω. Εξηγώντας σας άλλωστε την ιστορία (και με τα παραπάνω ως δεδομένα), είναι σαν να σας περιγράφω και τις υφολογικές διακυμάνσεις και τις συναισθηματικές μεταπτώσεις από τις οποίες διέρχονται οι συνθέσεις του άλμπουμ.
---------------------------------------
Η ιστορία, λοιπόν, ξεκινά μια ωραία ανοιξιάτικη πρωία, όταν ένας ληστής συλλαμβάνεται. Καλούμενος να λογοδοτήσει για τα κρίματά του, βρίσκεται στην παράξενη θέση να του ζητείται να επιλέξει ο ίδιος την ποινή του. Οι επιλογές δύο: να πεθάνει στην αγχόνη ή να γίνει ναύτης σε ένα πλοίο που πρόκειται να ταξιδέψει σε αχαρτογράφητα ύδατα. Η απόφαση, προφανής. Κατ’ εντολή του στέμματος, το πλοίο με όλο το πλήρωμα και τους καπετάνιους του σαλπάρει προς τα μυθικά Hollow Lands, την Πέρα Γη ας πούμε. Ένα πλοίο που ο θρύλος το θέλει καταραμένο προς έναν τόπο που συμβολίζει την ανθρώπινη ματαιοδοξία, όπως περίπου ο Ήλιος στην ιστορία του Ικάρου. Θρύλος και συμβολισμός θα καταλάβουν γρήγορα –και με δριμύτητα– τη θέση τους στην πραγματικότητα.
Παρόλα αυτά, οι μήνες περνούν με το πλοίο να πλέει σε απέραντους ωκεανούς. Έρχονται μάλιστα φορές που το πλήρωμα αισθάνεται στιγμιαία να αγγίζει με τα ίδια του τα χέρια τη θεία απεραντοσύνη, την άφαντη τελειότητα. Πρόκειται όμως περί ψευδαίσθησης, περί μιας ευχάριστης παρένθεσης σε ό,τι στην πραγματικότητα είναι ένα σισύφειο ταξίδι. Το αγγλικό ρήμα going αντικαθιστάται –τελεσίδικα και αναπόδραστα– από την μετοχή του: gone.
Ξάφνου, το πλήρωμα αντιλαμβάνεται ότι το πλοίο τελεί υπό μία ασυνήθιστη ακινησία. Το στροβιλίζον γκρι τοπίο που τους περιβάλλει καταδεικνύει πως βρίσκονται στο μάτι του Κυκλώνα, στο μέσον μιας δίνης η οποία τους ρουφάει στα απύθμενα βάθη της θάλασσας. Πρώτη αντίδραση, η προσευχή στον Πρωτέα, τον προαιώνιο θεό των ωκεανών. Δεύτερη, η προσπάθεια άντλησης κουράγιου, δύναμης και αποφασιστικότητας. Και, ως αποτέλεσμα, η απέλπιδα προσπάθεια να ξεγελάσουν τη Μοίρα, βρίσκοντας με τα κουπιά και τη μυϊκή τους δύναμη τη διέξοδο από το ολέθριο. Απάντηση; Ένα μούδιασμα του μυαλού, μια διολίσθηση προς μία ναρκώδη αίσθηση απελπισίας. Το πλοίο εισέρχεται στον ποταμό της Λήθης (μίας από τις υδάτινες πύλες του Άδη), σε ένα υγρό τοπίο γεμάτο από αφύσικη μακαριότητα. Και στον αέρα πλανάται μία ακόμη –θρηνητική τούτη τη φορά– επίκληση στον Πρωτέα.
Πενήντα μέρες αργότερα, το μόνο που κινείται μέσα στο θανατερό επιμύθιο της καταστροφής, είναι το σμήνος των καρχαριών το οποίο τριγυρίζει λαίμαργα το τσακισμένο πλοίο. Και οι εκπρόσωποι του στέμματος, οι άρχοντες του καραβιού, αποφασίζουν ποιοι από το πλήρωμα θα γίνουν η τροφή των θαλάσσιων αρπακτικών. Μέσα σε αυτούς βρίσκεται κι ο δύσμοιρος ήρωας της ιστορίας μας. «We ventured to find the Hollow Lands, but all that we found were the hollows in our souls», μονολογεί απογοητευμένος. Μηχανεύεται ωστόσο και τους πιθανούς τρόπους αντίδρασης. Ώσπου –αυτό είναι: Ανταρσία! Έρχεται, βλέπετε, η ώρα που και οι σκλάβοι ξυπνάνε και ξεμπροστιάζουν τους δυνάστες τους. Και τότε το μόνο που έχουν αυτοί να περιμένουν είναι η βεβαιότητα της Νέμεσις, μεταβιβασμένη σε τούτα τα γυμνά μα δυναμωμένα από την αγνή οργή χέρια. Ή μήπως όχι; «It was a hopeless try, but I couldn’t just lay down and die», συνεχίζει ο ήρωάς μας. Όντας σίγουρος ότι μετά από τις ηρωικές προσπάθειες να τον αποφύγει, μπορεί πλέον να κοιτάξει τον Θάνατο κατάματα, πραγματοποιεί το μετέωρο βήμα, μία καθαρτήρια βουτιά σε αυτό που αιωνίως παραμένει μυστηριακό, στη συνάντηση με το υπερφυσικό.
---------------------------------------
Σε αυτή την ιστορία, εμπνεύσεως Bent Sæther (μπασίστας και τραγουδιστής των Motorpsycho), βασίζεται το Death Defying Unicorn. Αυτήν την ιστορία θέλει να διηγηθεί. Έχοντας ως κύρια στόχευση την αφήγηση, ο θρίαμβος του δίσκου έγκειται κατ’ αρχάς στην παραστατική διαύγεια της επιτέλεσής του. Ακούς, λόγου χάρη, το “La Lethe” και αισθάνεσαι σαν να πλέεις κι εσύ στα νερά της Λήθης. Ακούς το αργόσυρτο pizzicato του “Sharks” και το αριστοτεχνικό χτίσιμο της έντασης που ακολουθεί και οδηγεί στην ανταρσία του “Mutiny”, και είναι σαν να βλέπεις έναν ταλαιπωρημένο ανθρωπάκο να μεταμορφώνεται σταδιακά στον πιο αποφασισμένο επαναστάτη. Το Death Defying Unicorn των Motorpsycho & Ståle Storlökken γίνεται έτσι το τέλειο soundtrack μιας φανταστικής ταινίας η οποία δημιουργείται στο μυαλό σου την ώρα που γυρνάνε οι δύο του δίσκοι. Διαθέτει έντονες εικονοπλαστικές δυνατότητες και σου μεταφέρει άμεσα τις συναισθηματικές του μεταπτώσεις. Με μία μεταφορική έννοια, βιώνεις κι εσύ το εξελισσόμενο δράμα. Χώρια οι παραλληλισμοί που μπορεί ο καθένας να κάνει.
Εκτός όμως αυτού, το άλμπουμ καταφέρνει να θριαμβεύσει ακόμα κι αν αφήσουμε στην άκρη την αφηγηματική του πτυχή και επικεντρωθούμε σε καθαρά μουσικολογικά κριτήρια. Οι Motorpsycho, ο Storlökken κι οι υπόλοιποι, αποδεικνύονται παραπάνω από επαρκείς σε όλα τα μουσικά είδη τα οποία διαπερνούν. Είτε βαδίζουν πάνω σε ένα χαρντ ροκ τερέν, είτε τοποθετούνται επί ενός σύγχρονου κλασικισμού, είτε αφήνονται στο ολιστικό τους progressive, είτε λαμβάνουν καίρια δάνεια από την τζαζ γλώσσα, είτε πασπαλίζουν τις γραμμές τους με μία ψυχεδελική χρυσόσκονη, τα αποτελέσματα είναι θαυμάσια. Ο δίσκος θα μπορούσε να ειδωθεί και ως δείγμα ενός νέου τύπου fusion, η πληρότητα του οποίου συνίσταται στην εξαιρετική απόδοση των επιμέρους στοιχείων που το συναποτελούν. Ο συνδυασμός δε σύγχρονων και παλαιότερων μουσικών πρώτων υλών, όπως και η μυθική του θεματολογία, φέρνει στο Death Defying Unicorn έναν αέρα διαχρονικότητας. Κάνοντάς το να στέκεται με άνεση απέναντι σε αντίστοιχες απόπειρες του παρελθόντος –αναφέρω ενδεικτικά το In The Wake Of Poseidon των King Crimson, κυρίως λόγω της παρεμφερούς θεματολογίας.
Πιθανολογώ πως έχουμε να κάνουμε με το magnum opus των τεσσάρων βασικών συντελεστών. Μεστό, ώριμο, λειτουργικό και εν τέλει μεγαλειώδες τόσο ως σύλληψη όσο και ως πραγμάτωση, το Death Defying Unicorn: A Fanciful And Fairly Far-Out Musical Fable αναδεικνύει μία σπάνια μουσική ευφυΐα και μια αξιοπρόσεκτη ερμηνευτική πληρότητα. Πρόκειται σίγουρα περί ενός σπουδαίου ηχογραφήματος.
{youtube}o4tGoju9Q6Q{/youtube}