«Η παρακαταθήκη της τολμηρής, μεταπολεμικής γερμανικής νεολαίας, καθώς αυτή απομακρύνεται χορεύοντας απ’ το πρόσφατο παρελθόν της». Μπαμ κέντρο! Και πάλι περί kraut rock ο λόγος, λοιπόν, και δεν θα μπορούσε να το έχει θέσει καλύτερα ο Julian Cope στο θρυλικό παύλα αμφιλεγόμενο βιβλίο του επί του θέματος. Κυρίες και κύριοι, περίπου δυο χρόνια τώρα ζούμε αισίως ΆΛΛΗ μία kraut αναβίωση –παίζει περιοδικότητα δεκαετίας περίπου. Χωρίς καμιά τους, βέβαια, να παίρνει μαζικές διαστάσεις. Ξέχωρα απ’ το όποιο μάρκετινγκ, φαίνεται πως κάθε νέα γενιά μουσικόφιλων κάποια στιγμή ανακαλύπτει τους μεγάλους Γερμανούς μύστες, αποτίνοντας εν καιρώ τα δέοντα στους kraut βωμούς.
Πέραν του προφανούς ηχητικού περιεχομένου τούτης της διπλής συλλογής, η λονδρέζικη Soul Jazz υιοθετεί μια διαφορετική λεκτική προσέγγιση (αρχικά βλέπε τίτλο) επιχειρώντας να διορθώσει ένα ιστορικό λάθος, για το οποίο κύριοι υπεύθυνοι έχουν υπάρξει ομοεθνείς της. Δεν ανακαλύπτουμε τον τροχό εάν επισημάνουμε πως ο όρος «kraut» (λάχανο εις τη γερμανικήν) αρχικά υπήρξε χλευαστικό βρετανικό τέκνο, όπως επίσης βρετανικό ήταν και το καύσιμο που τον έφτασε στα μήκη και τα πλάτη της γεώσφαιρας. Απ’ τη μια λοιπόν οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές αυτού του τεράστιου ηχητικού κεφαλαίου αποτάσσονται μετά βδελυγμίας τη «λαχανοταμπέλα», ενώ απ’ την άλλη παραδέχονται (ενδόμυχα ή μη) πως όλο και κάτι χρωστάνε στα Αγγλάκια για τη διαφήμιση. Σεβαστό μα και έμπλεο αισθημάτων δικαίου το κίνητρο της εταιρείας, ωστόσο δεν ξέρω κατά πόσο μπορεί να καταπέσει ένας όρος ο οποίος, πρώτον, διαθέτει γερά πατήματα στο συλλογικό rock υποσυνείδητο και, δεύτερον, έχει αποδειχθεί λειτουργικός εδώ και τέσσερις δεκαετίες. Προσωπικά συμπαρατάσσομαι με την ευγενή προσπάθεια, αλλά άντε να τα βάλεις με τη χρηστικότητα…
Κι αφήνουμε τις ορολογίες για να πιάσουμε τις κλισεδούρες. Δύναται λοιπόν το Deutsche Elektronische Musik της Soul Jazz να αποδώσει επαρκώς ως εισαγωγή στον συγκεκριμένο ήχο; Η αρνητική απόκριση δεν διεκδικεί σοβαρές πιθανότητες, απ’ τη στιγμή που εντός δίνουν το παρών οι κύριοι Moebius και Roedelius σε κάμποσες απ’ τις καλλιτεχνικές τους εκφάνσεις (Cluster, Harmonia, συν κάποιες σόλο στιγμές), επίσης οι κύριοι Dinger και Rother (στους Neu! ως κοινό σώμα, σε La Dusseldorf και Harmonia χώρια), οι Can, οι Faust, οι Τangerine Dream, οι Amon Duul II, οι αρχιερείς του μυστικισμού Popol Vuh και κάμποσα ακόμα απ’ τα τευτονικά τέρατα της συνομοταξίας. Βεβαίως, ανάμεσα στο οικείο λεξιλόγιο της λίστας παρεμβάλλονται κάτι Gila και κάτι συμπαντικές κομμούνες ονόματι Kollectiv, έτσι για να σπάσει και κανένα χαμόγελο ευτυχίας ο άμοιρος ο πιο μυημένος. Ειδικά εκείνο το “Rambo Zambo” των Kollectiv πω πω πω… Ρε τι αέναο, παγανο-διαστημικό γκρουβ είναι τούτο, με το χίπικο το φλάουτο να σέρνει συλλογικό χορό απ’ τη γη στον ουρανό και τούμπαλιν;
Όχι πως δεν παρατηρούνται σοβαρές ελλείψεις στον τελικό καταρτισμό. Κοινώς, δεν έχει Guru Guru το μπουκετάκι, από στοιχειωτικό σίνθι του Klaus Schulze ούτε μυρωδιά και οι Kraftwerk παντελώς απόντες. Ωστόσο, προτού εξαπολύσεις τα αναθέματα, οφείλεις να γνωρίζεις τι παίζει με τα δικαιώματα –οι Kraftwerk, ως γνωστόν, άδεια ούτε του αγγέλου τους. Το ουσιαστικό ερώτημα, λοιπόν, είναι προς τι οι αρκετές δευτεράντζες στην επιλογή των τραγουδιών, όταν τέτοιες μπάντες έχουν φορτωμένο κατάλογο με πολύ πιο ειδικοβαρή κομμάτια –OK, εδώ συμπεριλαμβάνονται κάποιοι απαραίτητοι φάροι όπως το “Hallogallo” των Neu! ή το “It’s A Rainy Day, Sunshine Girl” των Faust.
Και απαντώ, ή μάλλον το επιχειρώ: μα υπάρχει χαλαρή θεματική ομπρέλα της οποίας ο στόχος και η συνοχή θα πρέπει να εξυπηρετηθούν. Εκείνο που προσπαθεί να αναδείξει ο ποιητής (η Soul Jazz τελοσπάντων), είναι τον καίριο ρόλο των Γερμανών εκείνης της εποχής στη διαδικασία εξέλιξης της ηλεκτρονικής μουσικής από στουντιακό αρούρι στα χέρια των πρώτων πειραματιστών, ΠΟΛΥ πριν φτάσουμε στα 1960s, σε παγκόσμιο ποπ κώδικα υψηλής αισθητικής. Λοιπόν, όλοι αυτοί οι τύποι είναι εκ των βασικών υπευθύνων της μετάβασης. Εξ’ ου το βάρος στη μηχανική λεπτολογία των Moebius/Roedelius, εξ’ ου το κόλλημα με το νοησιαρχικό γκρουβ των Rother/Dinger, τα πλεούμενα σίνθια, τις ελευθεριάζουσες ομάδες αναζήτησης νέων τρόπων (ηλεκτρονικών ή μη) και το τράβηγμα της φάσης μέχρι το 1983, τους E.M.A.K και το ξερόμπιτο "Auf Dem Schwarzen Kanal" του Conrad Schnitzler. Με τρεις κουβέντες Electronische Deutche Musik…
Υ.Γ.: Μια χαρά και το φυσικό πακετάκι με τα σέα και τα μέα του.
- Πληροφορίες
- Κατηγορία: ΔΙΕΘΝΗ
Various Artists - Deutsche Elektronische Musik (Experimental German Rock And Electronic Musik 1972-1983)
- Βαθμολογία: 8
- Καλλιτέχνης: Various Artists
- Label: Soul Jazz
- Κυκλοφορία: Ιουλ-10