Επιχειρώ από μνήμης ελεύθερη απόδοση μέρους επικήδειας (σχεδόν φαιδρά οπαδικής) εκδοτικής προσπάθειας της οποίας αντίγραφο έκλαψα σε κάποια μετακόμιση: «Περίεργες φήμες σέρνονται για μέρες ανάμεσα στους κατασκηνωτές του φεστιβάλ. Θα παίξουν; Θα είναι η τελευταία τους συναυλία; Είναι καλά, άραγε, ο Kurt ή μήπως του ’στριψε όπως λένε; Ακόμα χειρότερα, μήπως δεν είναι καν ζωντανός; Όχι, να, τον σέρνουν στη σκηνή πάνω σε αναπηρικό καροτσάκι. Ο Chris εξηγεί πως με την υποστήριξη των δικών του ανθρώπων κάποια στιγμή θα γίνει πάλι καλά. Εκείνος σηκώνεται τρεκλίζοντας μέσα στη νοσοκομειακή του ρόμπα και μια οξυζενέ περούκα για να μουρμουρίσει ένα δίστιχο απ’ το “The Rose”, πριν ξεραθεί ανάσκελα. Για λίγα δευτερόλεπτα το κοινό κρατάει την αναπνοή του. Μόνο για λίγα, όμως, γιατί ευθύς πετάγεται όρθιος και ξεχύνεται, μαζί με τους υπόλοιπους, στο “Breed”».

Ε, αυτό λέγεται ελεεινή δραματοποίηση, στα όρια της σαπουνόπερας, ενός χοντροκομμένου δείγματος σκετς επί rock σκηνής. Με κάτι τέτοια μεγαλώσαμε και, εδώ που τα λέμε, οι θρύλοι, άλλοι λίγο κι άλλοι πολύ, φτιάχνονται (και) από τέτοια υλικά. Αναπόφευκτα με τον καιρό καταφτάνει η απομυθοποίηση – οφείλει να καταφτάσει. Μακριά, όμως, απ’ τον κυνισμό της απονεύρωσης, τούτος είναι ο επικίνδυνος. Τα βιώματα κατευνάζονται, μπαίνουν στην άκρη, αλλά δεν εξαλείφονται. Οι θρύλοι, ακόμα και μέσα στην πιο ακραία υπερβολή τους, κουβαλάνε αλήθεια δεν γεννιούνται απ’ το τίποτα. Δες και άκου, λοιπόν, την αλήθεια τριών «λευκών σκουπιδιών» οι οποίοι με συνοπτικές διαδικασίες – Nevermind γαρ – διένυσαν την απόσταση που χωρίζει τη μεσημεριανή rock ‘n’ roll εργατιά στο Reading Festival, απ’ το σταριλίκι των headliners (με ό,τι συνεπάγεται το γεγονός).

Αλλά πού είχαμε μείνει; Εκεί όπου οι τρεις τους ξεχύνονται στο “Breed”… Για να καταλήξουν είκοσι και τέσσερα τραγούδια αργότερα στον ηδονικό βανδαλισμό του εξοπλισμού τους, ύστερα από κλασικής υπόστασης, πλέον, διασκευή (“D7” των Wipers) και τρομερό βρυχηθμό punk τέρατος (“Territorial Pissings”). Στα ενδιάμεσα, αρχετυπικό rock τρίο, παρέα με την απαραίτητη ποσότητα σωματικών υγρών, ξαλαφρώνει σχεδόν δυο ντουζίνες τεκμήρια της pop φλέβας του Cobain σε ζωντανή εκδοχή, εμπρός σε τεραστίων διαστάσεων mosh pit. Διαλέγεις και παίρνεις… Προσωπικά τη βολεύω άνετα με “Drain You”, “Negative Creep” και “Lounge Act”. O μακαρίτης φαίνεται να διαχειρίζεται μια χαρά το πλήθος, παρά τα χιλιοτραγουδισμένα ζητήματά του με την αναγνωρισιμότητα (μέχρι και δια βοής ευχές στη χήρα παραγγέλνει), ενώ ο Grohl, στον ρόλο ανθρώπινης γεννήτριας, παράγει σταθερά φουλ ενέργεια πίσω από τις κάσες του. Κινησιολογικά και στιλιστικά απαράδεκτοι, ο Novoselick ως seventies απολειφάδι με λαχουρέ πουκαμίσα (εκτός εάν πρόκειται περί δήλωσης), κι ο άγνωστος άνθρωπος-καγκουρό ονόματι Tony που αναλαμβάνει χρέη μασκότ παύλα grunge χοροδιδασκάλου καθ’ όλη τη διάρκεια της συναυλίας.

Η rock μυθολογία, με την εγγενή της τάση να εικονοποιεί, έχει προ πολλού κρατήσει σε τούτη τη βραδιά ξεχωριστή θέση με τίτλο κάτι περί της πιο ένδοξης ζωντανής τους εμφάνισης. Μη διασταυρώσιμη η κορώνα, ειδικά από μέρους μου, αν και πιθανή. Μικρής σημασίας επίσης, αν θέλετε τη γνώμη μου… Ειδικά όταν με το παρόν CD/DVD το Live At Reading των Nirvana λαμβάνει επίσημα οπτικοακουστική μορφή (υπάρχει bootleg από καιρό), άξιο στιγμιότυπο της τελευταία πλανητικής rock μαζικότητας. Με το μάρκετινγκ αναγκαστικά στη θέση του, δίχως όμως να βουτάει τα βρωμοπόδαρά του στο γεγονός της μουσικής.

Υ.Γ.1: Καλοδεχούμενα ανύπαρκτο το μπόνους υλικό…

Υ.Γ.2: Ο ορισμός του μίνιμαλ η σκηνοθεσία.

Υ.Γ.3: Ανεξήγητες οι μικρές διαφοροποιήσεις ανάμεσα σε CD και DVD.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured