Βασιλιάδες μιας νέας, ριζικά καινοτόμου και εξαιρετικά εμπορικής προσέγγισης του black metal για ορισμένους, τσαρλατάνοι και θεατρίνοι που τα κονόμησαν ξεπουλώντας τη metal «ιδεολογία» τους στον βωμό της γοτθικής μόδας των τελευταίων χρόνων για άλλους, οι Cradle Of Filth παραμένουν αμφιλεγόμενοι, ατενίζουν όμως πλέον τη διαμάχη γύρω από το όνομά τους καθισμένοι αναπαυτικά στους απόκοσμους μεταλλικούς θρόνους τους. Για να ομολογήσω την αμαρτία μου, κι εγώ ανάμεσα σε όσους τους θεωρούν τσαρλατάνους συγκαταλέγομαι – έλα όμως που την πατάω ακούγοντας τον νέο τους, δέκατο κατά σειρά δίσκο, και οφείλω να ομολογήσω πως μπορεί να μην είναι της αρεσκείας μου, είναι όμως καλός!

Το Godspeed On The Devil’s Thunder (Βρετανία #73, Ηνωμένες Πολιτείες #48) δεν είναι ακριβώς το μέρος για εκπλήξεις, δεν θα έλεγα όμως πως δεν είναι και τόπος απολαύσεων. Έστω και απολαύσεων υπερβολικών και βουτηγμένων ως τα μπούνια στις εμμονές των Cradle Of Filth με το σκοτάδι και τους μοχθηρούς αγγελιοφόρους του στην ανθρώπινη ιστορία. Σαν τον βαρόνο Gilles de Rais (1404-1440), για παράδειγμα, από τον βίο και την πολιτεία του οποίου είναι εμπνευσμένος ο νέος τους δίσκος. Αν και σε νεότερα χρόνια κάποιοι μελετητές αποπειράθηκαν να τον παρουσιάσουν ως θύμα της εκκλησιαστικής εξουσίας της εποχής του, η ιστορική αλήθεια για τον Gilles de Rais είναι πως υπήρξε ένας σατανικός και πειραγμένος νους, αριστοκράτης, πιστός Χριστιανός και γενναίος συμπολεμιστής της Ζαν ντ’ Αρκ στο φως της μέρας μα δοσμένος ολόψυχα στα αιματοβαμμένα και σαδομαζοχιστικά αμφισεξουαλικά του όργια τις νύχτες, τα οποία κόστισαν τη ζωή σε πολυάριθμα παιδιά και εφήβους της βαρονείας του – γι’ αυτό και κατέληξε στην κρεμάλα, μόλις στα 36 χρόνια του. Οι Cradle Of Filth δεν δείχνουν καμία σχεδόν επικριτική διάθεση για τον de Rais, ο στόχος της νέας μεταλλικής τους όπερας είναι αντιθέτως να πούνε την ιστορία από τη δική του πλευρά. Τα όπλα τους σε αυτή την απόπειρα είναι τα γνωστά: τα εναλλάξ βαριά και συριχτά φωνητικά του Dani Filth, οι υποβλητικές αφηγήσεις του ηθοποιού Doug Bradley (του περίφημου Καρφιτσοκέφαλου του Hellraiser), η γνωστή τους μανία με την πεντακάθαρη, διόλου μαυρομεταλλικών προδιαγραφών παραγωγή (εδώ την υπογράφει ο κιθαρίστας των Sabbat, Andy Sneap), τα γοτθικά πλήκτρα, τα πομπώδη χορωδιακά και μια γενικότερη αίσθηση όπερας και θεάτρου να διαπερνά τα πάντα.

Παρά τις ενστάσεις ανθρώπων σαν κι εμένα, τα όπλα αυτά οι Cradle Of Filth έχουν αποδείξει και στο παρελθόν πως τα μεταχειρίζονται με μαεστρία και το ίδιο πράττουν κι εδώ. Αυτό δεν είναι, βέβαια, πάντοτε θετικό, γιατί το αναμενόμενο των εκφραστικών μέσων οδηγεί τον δίσκο σε σημεία να χάνει τη συνοχή του, καθώς η διάρκειά του αποδεικνύεται αχρείαστα μεγάλη – ειδικά αν πέσει στα χέρια σας η special έκδοση (όπου περιλαμβάνεται και μια μετριότατη ανάγνωσή τους στο “In The Crypt Of Rays” των μεγάλων Celtic Frost). Το βρήκα μάλιστα ιδιαιτέρως ατυχές που μία από αυτές τις στιγμές, το “Honey And Sulphur”, επιλέχθηκε ως πρώτο single. Όταν, όμως, οι συνθέσεις τους είναι εμπνευσμένες, όπως λ.χ. συμβαίνει με το “Shat Out Of Hell”, το “13th Caesar”, το “Death Of Love”, το “Tragic Kingdom” ή το “Ten Leagues Beneath Contempt”, τότε οι Cradle Of Filth κεντάνε, παράγοντας διαμαντάκια μιας πομπώδους αισθητικής – αφελούς ίσως και υπερβολικά φαντεζί, μα όχι δίχως αξία, ακόμα και αν δεν κάνει για κάθε γούστο.

Η μόνη πραγματική αδυναμία του Godspeed On The Devil’s Thunder είναι ότι το έχουν παρακάνει πομπώδες και θεατρικό. Γιατί, με ένα τέτοιο θέμα, οι Βρετανοί θα μπορούσαν να έχουν σκαρώσει έναν κατάμαυρο και καταραμένο δίσκο, αντί για έναν δίσκο που σου δίνει την αίσθηση μιας άρτιας στημένης, μα εν τέλει ανώδυνης γοτθομεταλλικής παράστασης. Θα μπορούσαν να πάνε για το real thing – αλλά τότε δεν θα ήταν οι Cradle Of Filth…

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured