Σαν βόμβα έσκασε το cd των Μισλοβιτς (το γράφω ελληνιστί ώστε να είναι κατανοητό) εκείνο το μεσημεριάτικο πρωινό (οξύμωρο λόγω εκείνης της ιδιομορφίας στους Βιορυθμούς του κάθε Δημοσιογράφου, που προϋποθέτει ξύπνημα στις 11 το πρωί κι όχι τις βάρβαρες ώρες που σηκώνονται οι υπόλοιποι κοινοί θνητοί) που ο δρόμος με έβγαλε από τα γραφεία του Αβοπολις. «Πάρε αυτό το cd, είναι πολωνέζικη brit pop», αποφάνθηκε ο Τασούλης (έτσι αποκαλούμε χαϊδευτικά τον Αρχισυντάκτη μας όταν του κάνουμε τα γλυκά μάτια για να αποσπάσουμε το εκάστοτε άρτι αφιχθέν καλό cd). Είχα ακούσει ένα μικρό δείγμα της δουλειάς της μπάντας στο αμάξι του Τάσου και ομολογώ ότι αν τα ηχεία του εν λόγω οχήματος δεν λειτουργούσαν ανασταλτικά στην ηχητική μου απόλαυση, θα έπαιρνα όρκο ότι επρόκειτο για το νέο πόνημα κάποιου βρετανικού συγκροτήματος από το Νιουκαστλ –ελέω εκείνης της παράξενης Geordie προφοράς που ο τραγουδιστής φαινόταν να διαθέτει). Ανέκδοτα του τύπου «Πολωνέζικη μπριτ ποπ; Τι είναι αυτό; Όπως λέμε Αλβανός επιχειρηματίας;», παρακαλώ να αποφευχθούν, καθότι γνωρίζω και ευυπόληπτους Αλβανούς επιχειρηματίες και –πριν λίγες μέρες- πήρα μια άριστη πρώτη γεύση κι από Βρετανοπρεπεστατη ποπ ορμώμενη εκ του Ανατολικού Μπλοκ.

Στο δρόμο της επιστροφής σπίτι από το σοκ που απλόχερα μου προσέφεραν οι πέντε Πολωνοί κόντεψα: να πάρω δυο γάτες, τρία σκυλιά και άλλες δυο σαύρες από κάτω από το αμάξι, να παρασύρω δυο μαμάδες με καροτσάκια (στο Καρμαγεδων κάθε παρασυρμένο μωρό είναι μπόνους, ανεβαίνεις πίστα, παίρνεις και έξτρα ζωή) και ακόμη να ξεκολλήσω το χέρι της άμοιρης εκείνης ηλικιωμένης κύριας από την εξάτμιση. Εκείνες τις στιγμές, μεταξύ της ταραχής μου από την έκπληξη που χάιδευε τα αυτιά μου και της έκπληξης που η ταραχή είχε γεννήσει στην οδηγικη μου συμπεριφορά, έπαθα ένα άκρως παράξενο déjà vu: μου ήρθε στο νου ακριβώς η στιγμή που γεννήθηκε μέσα μου η επιθυμία να γίνω μουσικογραφιας (sic). Ήταν ένα παλιό τεύχος του Ποπ και Ροκ εποχής 93-94, όπου η φίλτατη Λένα Σαιτάνη είχε ανακαλύψει ακόμη ένα άγνωστο γκρουπακι από τα χιλιάδες που έβγαιναν τότε στο μετα-γκραντζ zeitgeist. Το δισκάκι που απέκτησα την επόμενη μέρα μου άλλαξε τότε την ζωή –τότε, γιατί σήμερα όχι απλά το έχω απωθήσει στο υποσυνείδητο μου, αλλά δεν θυμάμαι ούτε καν που πέφτει το εν λόγω cd μέσα στις στοίβες με τα δισκάκια που κείτονται εν είδει πλίνθων, λίθων , κεράμων ατάκτως ερριμένων μέσα σε αυτό το χώρο που ευγενικά καλείται «δωμάτιο του Κωνσταντίνου». Άμα τη επιστροφή μου από το Μετροπολις λοιπόν εκείνη την κρύα μέρα του Νοέμβριου κάθισα και σκέφτηκα ότι θέλω να γίνω μουσικοκριτικός όχι μόνο για τα cd που θα αποκτούσα κατά δεκάδες ή για τις συναυλίες που θα είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω, αλλά κυρίως γιατί θα μπορούσα να γίνω ο δυνητικός μεσάζοντας, αυτός που θα έκανε στο ευρύτερο κοινό γνωστό ένα συγκρότημα που πρώτος εγώ θα είχα την ευκαιρία να ακούσω. Καλός μουσικοκριτικός δεν κατάφερα να γίνω –που θα μου πάει, θα το καταφέρω κάποια στιγμή- αλλά τουλάχιστον η ενασχόληση μου με το Αβοπολις μου προσφέρει μια πρωτοφανή χαρά όταν ανακαλύπτω τετοια cd.

Μισλοβιτς το όνομα τους λοιπόν. Μισλόβιτσε λέγεται η πόλη στην οποία γεννήθηκαν, μια πόλη «στην οποία δεν μπορείς να ζήσεις, παρά μόνο αν σκοπεύεις να πεθάνεις εκεί μετά από λίγα χρόνια», όπως πολύ γλαφυρά το έθεσε ο τραγουδιστής τους Artur Rojek. Korova Milky Bar ο τίτλος του έκτου στούντιο άλμπουμ ενός συγκροτήματος που χαίρει τεραστίας εκτίμησης όχι μόνο στη πατρίδα τους –ανακηρύσσεται ομόφωνα Καλύτερο Ροκ Γκρουπ από το 96 κι έκτοτε- αλλά και στο εξωτερικό απαριθμώντας παρακαλώ περί τα είκοσι (20) φαν κλαμπ παγκοσμίως, ακόμη και στη…Βραζιλία. «Υπάρχουν κάποιοι που ακούγοντας ότι προερχόμαστε από την Πολωνία θα πουν “ω, γαμώτο, θα είναι χάλια οι τύποι, τι είδους ροκ να παίζεται εκεί κάτω;” , αλλά δεν είμαστε δα ούτε στην άκρη του Κόσμου, ούτε ακούμε κάτι διαφορετικό από αυτά που ακούνε όλοι αυτοί στη Δυτική Ευρώπη και στην Αμερική. Έχουμε κι εμείς MTV ξέρετε και καθημερινά δεχόμαστε τις ευεργετικές επιρροές του Δυτικού Πολιτισμού», ισχυρίζεται ο Αρτουρ. Έτσι εξηγείται για ποιο λόγο επέλεξαν ως όνομα στο νέο τους άλμπουμ το φανταστικό μπαρ από τη νουβέλα Κουρδιστό Πορτοκάλι του Αντονι Μπερτζες. «Ο τίτλος είναι αλληγορικός, όπως άλλωστε και στο μυθιστόρημα. Συμβολίζει την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στη χώρα μας. Σκοτείνια συνέχεια. Κλίμα μουντό και βαρύ. Οικονομική κρίση, οι άνθρωποι δεν έχουν χρήματα και όλοι εμείς που ζούμε και λίγο παραέξω νιώθουμε πολύ παράξενα για την κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η Πολωνία». Όπου «παραέξω», βάλτε μια καλοκαιρινή περιοδεία στην Ευρώπη στο πλευρό του Ιγκι Ποπ και των Simple Minds.

Σύμπασα η Βρετανική σκηνή της μαγικής κι αξέχαστης διετίας 1995-96 παρελαύνει από το Korova Milky Bar: η παραληρηματική εσωστρέφεια των Radiohead (The Melancholy Tower) , ο τρυφερός κυνισμός των Manic Street Preachers (A Few Mistakes Made By Good Parents) , η γκλαμ επιδειξιoμανία των Suede (Behind Closed Eyes), η αβάσταχτη ελαφρότητα των Cardigans (Sound Of Solitude), η ακατέργαστη μελωδικότητα των Puressence (Throughout Life In 10 Seconds), η αδιατάρακτη παιδικότητα των Lightning Seeds (Acidland), η ακαδημαϊκή ευστροφία των Blur (Korova Milky Bar), ο αναδρομικός νεοκλασικισμός των Οcean Colour Scene (I’d Like To Die Of Love), ο παγερός ρομαντισμός των Cranberries (Us), ο θρασυτατος κωλοπαιδισμος των Stone Roses (For You), ο υπόγειος και σχεδόν αδιόρατος σαρκασμός των Pulp (Dreamsellers), η σαρωτική συναισθηματικότητα των Verve (Man Of Glass) και ασφαλως last but not least η έμφυτη αισιοδοξία των James (Townboys).

Όπως προανέφερα πολλάκις, δυστυχώς είναι από την Πολωνία , όποτε σε όσους –ελάχιστους- φτάσει το cd τους, ενδέχεται να μην έχει την τύχη που του αξίζει. Η μουσική ταπεινή τους καταγωγή βλέπετε δεν τους εμπόδισε να βγάλουν ένα τέτοιο διαμαντάκι, χωρίς την υλικοτεχνική υποδομή Αγγλοσαξόνων συνάδελφων τους, χωρίς το «σπρώξιμο» του οποιουδήποτε ΝΜΕ και χωρίς την αρωγή κανενός hype «ο τραγουδιστής των Μισλοβιτς τα έχει με την τάδε ηθοποιό και γρατσούνισε τον δείκτη του αριστερού του χεριού» (Τζακ, η σπόντα πάει για σένα…) ώστε να πουλήσουν λίγα παραπάνω αντίτυπα. Αν οι Μισλοβιτς ήταν residents dj’s στο Korova Milky Bar της φαντασίας του Μπερτζες, τότε είναι σίγουρο ότι o Αλεξ και οι υπόλοιποι «ντρούγκηδες» του θα έπιναν εκεί τα ποτά τους ως «ζέσταμα» πριν βγούνε παγανιά.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured