Διατρέχοντας τη δεκα-διάστατη πλέον δισκογραφία των Flaming Lips, ο προβληματισμός και η αποθέωση χτίζονται και τα δύο σταδιακά. Αρχίζοντας χρονολογικά και ξεπερνώντας τα αμήχανα αλλά πρωτοποριακά εγχειρήματα του παρελθόντος, φτάνουμε στο 1999 και «χτυπάμε» στο The Soft Bulletin. Εκεί έγινε μία αλλαγή που βιώσαμε όλοι και σταθήκαμε – ορισμένοι στέκονται ακόμη. Στο κλείσιμο του αιώνα, μία μπάντα (γνωστή) από την Oklahoma των H.Π.Α. προσέφερε το καλύτερο και αντιπροσωπευτικότερο δείγμα της επιθυμητής μουσικής ευφϋίας που αναζητούμε. Δύο χρόνια μετά καλωσορίζουμε την Yoshimi.
Mη γελιόμαστε, οι προσδοκίες ήταν στα ύψη του ουρανού. Και μπορεί μεν να ήταν θεόρατες αλλά αναμφισβήτητα ήταν θολές και ασαφείς. Ποιός μπορεί άλλωστε να μαντέψει τι μπορεί να δημιουργήσει ένα μυαλό σαν αυτό του Wayne Coyne. Ακούγοντας το “Yoshimi Battles The Pink Robots” νιώθεις την πρωταρχική σημασία της μουσικής ως Τέχνη και ταυτόχρονα απορείς με θαυμασμό στο γεγονός ότι κυκλοφορεί από μία τεράστια εταιρία και είναι απλά ποπ. Η οριοθέτηση της ποπ, από τον Spector, τους Beatles και τον Wilson μέχρι τους Flaming Lips έχει διαβρωθεί και κατηγορηθεί ανεπίτρεπτα πολύ. Ευτυχώς, οι Αμερικάνοι επαναπροσδιορίζουν το συγκεκριμένο genre και κυκλοφορούν ένα – χωρίς υπερβολές – αριστούργημα.
To καινούργιο album των Lips, λίγη σχέση έχει με το Soft Bulletin. Δε συνεχίζει αλλά ούτε δρα ως προπομπός. Είναι διαφορετική οντότητα με τις δικές του πολυποίκιλες αρετές και τον δικό του χαρακτήρα. Δεν είναι concept δίσκος και δε θυμίζει παρά ελάχιστα τους Beatles. Τιμά τον Brian Wilson, αλλά η μεγαλειώδης παραγωγή του Dave Fridmann ξεπερνά τα ηχητικά standards της εποχής. Θεματικά, είναι μία αχανής ενδοσκόπηση στην ύπαρξη, στην ουσία αυτής και φυσικά στην μυστηριώδης απώλειά της. Ο ζοφερός θάνατος είτε ως φιλοσοφικό παράδοξο είτε ως βιολογική πραγματικότητα αναδύεται από ορισμένα τραγούδια, χωρίς όμως τα μελοδραματικά leds να «χτυπούν» κόκκινο. Τα άγχη και οι φοβίες του Coyne είναι όλα εδώ μέσα και είτε κρυμμένα σε συμβολισμούς είτε ανοιχτά σαν βιβλίο αγγίζουν τον ακροατή σε μοναδικά επίπεδα.
Η έναρξη του δίσκου γίνεται με το “Fight Test”. Στο συγκεκριμένο τραγούδι, η βία προβληματίζει τον Coyne. Από την μία πλευρά, κάθε έξυπνος άνθρωπος καταδικάζοντας κάθε μορφή βίας αρνείται να πληγώσει ένα άτομο όποιες και αν είναι οι καταστάσεις. Στην αντίθετη άποψη τονίζονται τα συναισθήματα της δειλίας και της έλλειψης ανδρισμού. “It’s all a mystery” τραγουδά ο Coyne και αναρωτιέται για την καταλληλότητα της στιγμής όταν σε αυτή ένα άτομο καλείται να διαλέξει κάτι σοφό και σίγουρο. Η σύγκρουση τελικά όταν γίνεται και έχει δυσάρεστα αποτελέσματα είναι καλύτερα από την άτακτη φυγή. Ο χρόνος δείχνει τη σωστή απόφαση και σε έναν ιδανικό κόσμο τέτοια διλήμματα δεν υφίστανται. Αλλά ο ιδανικός κόσμος δεν υφίσταται επίσης.
Πηγαίνοντας σε κάτι πιο φουτουριστικό αλλά και πιο φιλοσοφικό παράλληλα, το “One More Robot/Sympathy 3000-21”, ξεδιπλώνει της ανησυχίες ενός Blade Runner περιβάλλοντος όπου η τεχνητή νοημοσύνη δε γνωρίζει την ιδιαίτερη μηχανική της υπόσταση. Ένα ρομπότ σταδιακά ξεχνά ότι είναι μία μηχανική ρέπλικα, αρχίζει να νιώθει, να αγαπά και να μισεί. Το συγκεκριμένο τραγούδι υπόκειται στην θεματική μειοψηφία του δίσκου που αφορούν την Yoshimi. Το μοντέλο 3000-21 κατασκευάστηκε για να μονομαχήσει με την μικρή κοπέλα, αλλά στην πορεία την ερωτεύεται και προτιμά την αυτοκαταστροφή παρά την εξουδετέρωση της αγαπημένης του.
Η Yoshimi ήταν μία φίλη των Lips αλλά απεβίωσε μετά από μία παράξενη αρρώστια. Η μικρή αυτή Γιαπωνέζα είχε ένα δισκοπωλείο στην Οσάκα και γνώρισε την μπάντα σε ένα tour. Μετά το θάνατό της, οι αδερφές της προσπάθησαν να επικοινωνήσουν με την μπάντα για τους πληροφορήσουν για το δυσάρεστο γεγονός αλλά η ελλειπής γνώση των αγγλικών τους, καθιστούσε τα e-mails δυσανάγνωστα και ασαφή. Αυτή είναι η ιστορία πίσω από τη Yoshimi. Δεν έχει καμία σημασία αν είναι αλήθεια (που δεν είναι) αλλά η Υοshimi (που έχει πάρει το όνομα της από την Yoshimi P-We των θρυλικών The Boredoms) είναι η πρωταγωνίστρια των δύο επόμενων τραγουδιών, των “Yoshimi Battles the Pink Robots Pt.1” και “… Part 2”. To πρώτο, αριστουργηματικό και σπαραξικάρδιο εξιστορεί τον αγώνα της μικρής κοπέλας ενάντια στα γιγάντια robot που την απειλούν. Στο δεύτερο, που μουσικά χρωστά πολλά στους προαναφερθέντες Boredoms συναντούμε την νίκη της Yoshimi και τη χαρά όλων. Ουρλιαχτά, αφόρητος θόρυβος, παρανοϊκά όργανα, εξωγήινη παραγωγή.
“What is love and what is hate? Does it matter?”. Στο “In the Morning of the Magicians” μέσα από μία μεγαλειώδη μελωδία, οι Lips αναρωτιούνται για την αγάπη, για το μίσος, για τη χρησιμότητα των δύο και την απόδειξη τους. Οι Lips βρίσκονται εδώ στα πιο βαθιά φιλοσοφικά ερωτήματά τους και προκαλούν τον ακροατή σε μία σκέψη αβάσταχτη αλλά τρομερά διαχρονική και ενδιαφέρουσα. Η αγάπη είτε από ένα άλλο πρόσωπο, είτε από το Θεό του καθενός, είτε από μία μηχανή διαφέρει; Υπάρχει; Ποιός καθορίζει την ένταση της και ποιός εγγυάται την ανταπόδωση;
Αντίθετα με την γενικότητα του προηγούμενου θέματος στο “Ego Tripping at the Gates of Hell” ο Coyne, δίνει σειρά στην ατομικότητα, στον εγωισμό και την αδιαφιλονίκητη επιθυμία της μονάδας στην απόκτηση όλων των αγαθών που νομίζει ότι δικαιούται. Σε έναν λαβύρινθο ήχων από mellotrons και διάσπαρτα φωνητικά, αναδεικνύεται η σημαντικότητα της στιγμής, κάνοντας μία σύζευξη με το “Fight Test” διαχωρίζοντας όμως το μέσο. Το Εγώ και οι κίνδυνοι των επιθυμιών σε σχέση με το ρεαλισμό και την σύνεση του ατόμου. Απλά τέλειο.
Στο “Are You a Hypnotist?”ο Coyne παίζει με τις λέξεις: "I have forgiven you for tricking me again/ But I have been tricked again/ Into forgiving you". Κάνοντας ένα διάλλειμα από τη σοβαρότητα των προηγούμενων τραγουδιών και ακούγοντας για πρώτη φορά στο δίσκο κανονικά drums και όχι computerized, αντιλαμβανόμαστε μία θεϊκή μελωδία με τη βοήθεια μίας μαγικής χορωδίας. Στο “It’s Summertime (Throbbing Orange Pallbearers)” επανερχόμαστε στο φόρο τιμής στη Yoshimi. Το συγκεκριμένο τραγούδι γράφτηκε για να εκφράσει τη συμπόνοια και τη συμπάθεια της μπάντας στις θλιμμένες αδερφές της αδικοχαμένης Γιαπωνέζας. Με απλό και ξεκάθαρο αυτή τη φορά μήνυμα, οι Lips απλά τονίζουν στις κοπέλες ότι «Κοιτάξτε έξω, είναι καλοκαίρι» βοηθώντας τους έτσι να ξεπεράσουν τη θλίψη τους και να επανεκκινήσουν τη ζωή τους.
Στο καλύτερο κομμάτι του δίσκου (άχαρη η διάκριση, αλλά δεν γίνεται να μην το αγαπήσεις παράφορα) το “Do You Realize?”, η δύναμη πηγάζει από διδιάστατατο άξονα. Από τη μουσική αλλά και τους στίχους ταυτόχρονα. Δεν είναι η πρώτη φορά που οι Lips το κάνουν, αλλά είναι η πιο επιτυχημένη. "Do you realize that everyone you know someday will die?" ή “Do You Realize that you have the most beautiful face?” ή “Do you realize that happiness makes you cry?”. Προσθέστε και μία πομπώδη αλλά αριστουργηματική παραγωγή και έχετε ένα αληθινό έργο τέχνης.
Στο “All We Have Is Now” συναντάμε την άποψη των Lips για τη ματαιότητα της στιγμής, την απρέπεια της αναβολής και τον άκρατο εγωισμό. Η ιστορία αναφέρεται σε έναν άντρα που βρίσκει ένα μαγικό portal που βλέπει στο μέλλον και βρίσκει τον εαυτό τον να είναι ένα «κακός» εκκεντρικός γέρος ενώ η αλήθεια είναι πως ο άντρας αυτός είναι ο ίδιος που στέλνει μηνύματα από ένα μακρινό μέλλον. Τo “Yoshimi Battles The Pink Robots” τελειώνει με το instrumental "Approaching Pavonis Mons by Balloon (Utopia Planitia)", ένα μεθυστικό ρέκβιεμ του δίσκου που κατεβάζει τους συναισθηματικούς τόνους μέσα από τρομπέτες και μακρινά χορωδιακά φωνητικά.
Αυτό ήταν το “Yoshimi Battles The Pink Robots”, το τελευταίο έπος των Flaming Lips. Mία εκ νέου απόδειξη της νεωτεριστικής ηχητικής ευφυίας του Wayne Coyne και ένα βοήθημα για τους απανταχού «ρομαντικούς» σκεπτόμενους μουσικόφιλους. Ανακατεύει βαθιά φιλοσοφικά ερωτήματα, δε δίνει απαντήσεις (φυσικά) και υπόσχεται τεράστιου βεληνεκούς μελωδικές ονειρώξεις.