Το χέρι του αρχισυντάκτη έτεινε προς το μέρος μου κρατώντας ένα CD κι εγώ ανέκραξα: «Μα πάλι έβγαλε δίσκο ο Γαλιάτσος;!».

Δεν ήταν απελπισία αυτό που χρωμάτισε τον τόνο της φωνής μου εκείνη τη στιγμή, αλλά ειλικρινής θαυμασμός. Βλέπετε, το εν λόγω άλμπουμ είναι το 16ο της πορείας του Χανιώτη συνθέτη. Μιας πορείας που ξεδιπλώνεται ολοένα και πιο μυστήρια, κι ολοένα και πιο πυκνή ως δισκογραφική παραγωγή –για συναυλιακή δραστηριότητα, ούτε λόγος.

Από μιαν άλλη άποψη, βέβαια, ο χαρακτήρας των περιεχομένων του δίσκου δεν κρύβει εκπλήξεις, με βάση την προέλευσή τους: πρόκειται για ένα concept album με μελοποιήσεις ποιημάτων και οργανικές συνθέσεις, σε πλειάδα ενοργανώσεων και στυλ. Κάτι δηλαδή που σίγουρα περιμένεις από τον Μανώλη Γαλιάτσο, αν έχεις κάποια γνώση του έργου του.

Αυτή τη φορά είναι η ποίηση του Γιώργου Βέη που κινητοποιεί τον δημιουργό, και συγκεκριμένα επιλογές από τις συλλογές Βλέπω (2013) και Για Ένα Πιάτο Χόρτα (2016), συν 3 ανέκδοτα ποιήματα. Κι αν ο λόγος του Βέη μοιάζει στο χαρτί κρυπτικός και απέχων από έμμετρες λογικές, ο τρόπος με τον οποίον μετατρέπεται από τον συνθέτη σε ηχητικά κύματα είναι μαεστρικός και διόλου προφανής.

Πράγματι, χρήζουν ιδιαίτερης μελέτης τούτες οι μελοποιήσεις, οι τρόποι και οι τεχνικές που χρησιμοποιεί ο Γαλιάτσος (το πώς λ.χ. επαναλαμβάνει ορισμένους στίχους ή το πώς στέκεται σε συγκεκριμένες λέξεις) ώστε να επιτύχει τον στόχο του. Αλλά και τα κομμάτια «καθαρής» μουσικής είναι άξια παρατήρησης και πηγές απόλαυσης, έτσι όπως στήνουν την ατμόσφαιρα, προοιωνίζοντας τα τραγούδια που τα ακολουθούν. Κι όλα αυτά, βέβαια, διαπνέονται από ενορχηστρώσεις πλούσιες, ενσαρκωμένες από πληθώρα ακουστικών και ηλεκτρικών οργάνων, οι οποίες, ως συνήθως, αποτελούν ζωτικό κομμάτι του ίδιου του συνθετικού τομέα.

Σημαντικό σημείο, πέραν του λόγου, είναι και ο ερμηνευτικός τομέας, καθώς ενοποιεί τα ετερόκλητα μουσικά στοιχεία (από τον λυρισμό που παραπέμπει στους λεγόμενους «μεγάλους» συνθέτες μας, έως κάποιες avant-garde λοξοδρομήσεις). Εδώ δεσπόζει και πάλι ο Γαλιάτσος, με μόνες άλλες συμμετοχές εκείνες της Μαριάνθης Σοντάκη και του Αντρέα Καρακότα, οι οποίοι αναλαμβάνουν από ένα τραγούδι. Ο Γαλιάτσος αποδεικνύεται επαρκέστατος και σε αυτόν τον ρόλο, μεταφέροντας με πειθώ και τις λέξεις του Βέη, αλλά και τις δικές του ιδιαίτερα πλούσιες και πρωτότυπες μελωδικές γραμμές.

Παρά τη μεγάλη εκτίμηση που έχω στο έργο του συνθέτη, δεν ανήκω σε όσους τα βρίσκουν όλα τέλεια στη δισκογραφία του. Οφείλω όμως να επαινέσω τη φετινή του δουλειά, η οποία διαθέτει βάθος και ουσία που σπάνια συναντάμε στο σημερινό δισκογραφικό τοπίο. Τραγούδια όπως τα “Πλατεία Αμερικής”, “Εγγύτητα” και “Γνώση”, δεν συναντάμε συχνά πλέον. Δυστυχώς.

Στην εποχή λοιπόν κατά την οποία η μουσική μοιάζει για τους περισσότερους ως ένα μέσο για να φανούν, ο Γαλιάτσος έχει ουσιαστικά επιλέξει την αφάνεια, αφήνοντας τη δουλειά του να μιλήσει για λογαριασμό του. Δεν γνωρίζω κατά πόσο κάτι τέτοιο επιτυγχάνεται τελικά μέσα στον ορυμαγδό της ξεχειλίζουσας «πληροφόρησης», βεβαιώνω ωστόσο τους όποιους ενδιαφερόμενους ότι, εάν πλησιάσουν εδώ, δεν θα χάσουν.

{youtube}GhBUopA-SuQ{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured