Το όνομα του Γιώργου Αβραμίδη έχει ακουστεί αρκετά την τελευταία δεκαετία, κυρίως λόγω της συμμετοχής του στους Επισκέπτες του Γιάννη Αγγελάκα και στους ΕΚΜΕΚ. Ο Θεσσαλονικιός τρομπετίστας έχει όμως και συνθετικές ανησυχίες, τις οποίες αποκάλυψε μέσω του ντεμπούτο του Protocol το 2014. Πάνω στην αλλαγή φρουράς μεταξύ 2015 και '16 ήρθε και η συνέχεια εκείνης της δουλειάς, το Voyager.
Ο όρος κάτω από τον οποίο τοποθετείται συνήθως η μουσική του Αβραμίδη (τη σκαρώνει σε συνεργασία με τον πληκτρά, παραγωγό και ηχολήπτη Τάσο Κορκοβέλο) είναι «smooth jazz». Και πράγματι, οι βασικές συνιστώσες του συγκεκριμένου υποείδους (το funk, η pop, το rhythm 'n' blues), κάνουν αισθητή την παρουσία τους στον ήχο του, πλάι και σε άλλες προσμείξεις, από διάφορες εθνικές παραδόσεις. Είναι ένα πραγματικά πολυσυλλεκτικό χαρμάνι αυτό που ξεχύνεται κατά την ακρόαση του Voyager, χωρίς όμως να προκαλείται οποιαδήποτε αίσθηση αποπροσανατολισμού ή δυστοπίας εξαιτίας αταίριαστων συγκατοικήσεων.
Πριν την όποια ανίχνευση επιρροών, πάντως, αυτό που τραβάει την προσοχή κατά την πρώτη ακρόαση είναι η μαστοριά των περιλαμβανόμενων ηχογραφήσεων. Υπάρχει ένα ξεχείλισμα συναισθήματος στα 6 κομμάτια του Voyager, μια συμπύκνωση και εκτόξευση της ενέργειας. Γεγονός που έχει να κάνει και με την εξαιρετική ποιότητα των συμμετεχόντων μουσικών, αλλά και με έναν ακόμα κρίσιμο παράγοντα: ο δίσκος είναι αφιερωμένος στη μνήμη του πατέρα του Αβραμίδη, άρα αποτελεί έργο αγάπης και ψυχικού δοσίματος. Δεν χρειάζεται άλλωστε να διαβάσει κανείς την αφιέρωση στο digipack για να καταλάβει ότι εδώ υπάρχει κάτι βαθύ και ουσιαστικό, το οποίο κινητοποιεί τα πράγματα.
Εντυπωσιάζει και συγκινεί εξ αρχής λοιπόν τούτος ο δίσκος, παρότι η γραφή του Γιώργου Αβραμίδη δεν χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερες φιλοδοξίες για λοξοδρομήσεις ή καινοτομίες. Αντίθετα, μοιάζει προσηλωμένη στη μελωδία και στην αμεσότητα. Χάριν των οποίων επιστρατεύονται κάθε λογής θέλγητρα: στιβαρές και αριστοτεχνικές μπασογραμμές (τα εύσημα στον Τραϊανό Αλμπανούδη), τραγανές φανκοκιθαριές (Αλέξης Παπουλίδης), συστοιχίες πνευστών (James Wylie στο άλτο σαξόφωνο, Μιχάλης Καρανίκος στο τρομπόνι και Νίκος Δημηνάκης στο βαρύτονο σαξόφωνο), πολυρυθμικές αναζητήσεις (Eddie Spaapen στα κρουστά). Ακόμα και στο “Fire Into Stone”, το μοναδικό τραγούδι της συλλογής, ο Αβραμίδης δείχνει να κατέχει το σπορ, πράγμα διόλου αυτονόητο για έναν μουσικό που εκφράζεται κυρίως μέσα από την ιδιότητα του σολίστα. Βοηθάει τα μάλλα φυσικά και η εκφραστική φωνή της Αλεξάνδρας Σιετή, που αποδίδει άριστα τόσο τους στίχους της Λαμπρινής Γρηγοριάδου, όσο και τη soul φλέβα του συνθέτη.
Πέραν των πολλαπλών απολαύσεων που έχει να προσφέρει, το Voyager αποδεικνύεται και ένα σαφέστατα υπερέχον δισκίο σε σχέση με το ντεμπούτο του Αβραμίδη. Παρότι δεν παρουσιάζει κάποιο ραγδαία διαφοροποιημένο πρόσωπό του ως συνθέτη και σολίστα, καταφέρνει να βελτιώσει εκείνη την πρώτη εικόνα και να αφήνει μεγάλες υποσχέσεις. Η χύτρα στην οποία μαγειρεύει ο Βορειοελλαδίτης μουσικός είναι μεγάλη και το εκλεκτικό μείγμα του έχει ακόμα χώρο για να «φουσκώσει» και να τινάξει κάποια στιγμή το καπάκι. Εδώ θα είμαστε και θα το δούμε.
{youtube}8phlkwfEuvE{/youtube}