Μπορεί ένα μουσικό έργο να προσδώσει απτές διαστάσεις στην άυλη έννοια του χρόνου; Ακόμη κι αν κάτι τέτοιο δεν γίνεται άμεσα εμφανές, σε αυτό ακριβώς το ερώτημα έρχεται να απαντήσει η νέα δουλειά του πολυγραφότατου Χανιώτη συνθέτη Μανώλη Γαλιάτσου. Απάντηση η οποία αποτυπώνεται υπό το πρίσμα της προσωπικής του ματιάς, απέναντι όχι απαραίτητα σε οτιδήποτε έχει σμιλέψει την κοινωνική κατάσταση της χώρας, αλλά στoν συνειδητό και υποσυνείδητο κόσμο του ίδιου του δημιουργού. Καρφιτσώνοντας τις δικές του χρονικές πινέζες, που πυκνώνουν και αραιώνουν ασύμμετρα προς τις επιταγές της κοινωνίας μέσα στην οποία εμπνέεται και παράγει έργο.

Θα προσπαθήσω όμως να γίνω σαφέστερος σχετικά με το τι επιθυμεί να πετύχει το Αργό Πέρασμα Των Ημερών, αλλά και για το τι τελικά καταφέρνει να μεταφέρει. Είναι αρχικά η πρώτη δουλειά του Γαλιάτσου μετά από 11 χρόνια (και τον δίσκο Του Μάγου Τα Παιχνίδια) η οποία εμπεριέχει τόσο ορχηστρικά κομμάτια, όσο και τραγούδια. Μπορεί φαινομενικά οι δύο αυτές όψεις του έργου να μην συνάδουν σε επίπεδο ηχητικής ταυτότητας, αλλά μοιάζουν με πυλώνες εισόδου (σε) και εξόδου (από) μία πολύ συγκεκριμένη δημιουργική περίοδο για τον συνθέτη. Εδώ, προσπάθησε να αποδώσει αφαιρετικά τις βίαιες εγχώριες ζυμώσεις διαθέτοντας ως μοναδικό όπλο τις πλουραλιστικές του ικανότητες ενορχήστρωσης. Πλέον φαίνεται πως νιώθει να έχει αποπληρώσει την ηθική και συναισθηματική του υποχρέωση σαν καλλιτέχνης απέναντι σε μία ραγισμένη κοινωνία, επιχειρώντας να καταγράψει τι έχασε, τι κέρδισε και πώς ο δικός του χρόνος συμπορευόταν, έτεμνε και απέκλινε από τον άλλο χρόνο –εκείνον των εξελίξεων και των γεγονότων «οικουμενικής» προσοχής.

Υπό μία τέτοια λοιπόν έννοια, μιλάμε ίσως για τον πιο προσωπικό δίσκο του Μανώλη Γαλιάτσου, τουλάχιστον των τελευταίων 15 χρόνων της δημιουργικής του δραστηριότητας. Μην ψάχνετε φυσικά για έτοιμες συναισθηματικές καταθέσεις ή για εξομολογητικές διαθέσεις. Θα βρείτε την «αλήθεια» στους λεκτικούς συμβολισμούς και στα εναρμονισμένα με αυτούς ηχητικά τοπία. 

Τα ορχηστρικά αντηχούν ως εργαλεία αποτίμησης του χρόνου. Άλλοτε αναπαριστούν αγχωτικές κλεψύδρες και βίαιους χρονοδιακόπτες και άλλοτε μοιάζουν να αρκούνται –με λιτό και ανέμελο πνεύμα– στον τρόπο με τον οποίον πέφτουν οι αχτίδες του ήλιου σε κάποιο οικείο σημείο για την εκτίμηση της ώρας. Υπάρχουν επίσης ενορχηστρώσεις των οποίων η οργανική βλάστηση μοιάζει οργιώδης και βιώνονται ως χείμαρροι έτοιμοι να παρασύρουν τον ακροατή με τη ροή τους. Ακούστε λ.χ τα "Πριν Γίνω Λάφυρο Του Κτήνους" και το "Ίσως Πάλι Και Να Προλάβω", δύο κομμάτια progressive λογικής, που επιταχύνουν και οριζοντιώνουν τον πραγματικό χρόνο με την καλπάζουσα εξέλιξή τους. Στην ακριβώς αντίθετη λογική, τα "Ο Δρόμος Που Κατοικώ" και "Απογεύματα Στον Καπιταλισμό" αναζητούν εκείνο το αργό πέρασμα των ημερών του τίτλου, όποτε και γινόμαστε ελεύθεροι των βιολογικών μας δεσμών και ενοχών απέναντι στον ανεκμετάλλευτο χρόνο. Το σημείο τομής των δύο διαστάσεων εντοπίζεται στο "Τώρα Περνάω Βελόνες Στη Μουσική": το κοφτερό μοτίβο των κιθαριστικών λεπίδων ηχεί ως χρονικός αργαλειός.

Στο συγκεκριμένο άλμπουμ, η ύπαρξη στίχων μοιάζει ως απόλυτα λογική επιλογή: έρχονται να λειτουργήσουν ως περιεκτικές λεκτικές γέφυρες, με στοχαστική διάθεση και διερμηνευτική λειτουργία. Προέρχονται από ποιήματα του Θεοφάνη Τάση, του Γιάννη Στίγκα, του Γιώργου Βέη και του Alen Ginsberg και άλλοτε διαθέτουν συμβολικό, αλληγορικό χαρακτήρα, άλλοτε επωμίζονται το ρόλο του καταγραφέα και του παρατηρητή. Ανεξαιρέτως, όμως, όλοι μοιράζονται μία κοινή υπόγεια αναφορικότητα στην έννοια του χρόνου. Και πυροδοτούν περισυλλογή και ενδοσκόπηση, ενώ το μελάνι τους αναπλάθει και αφήνει ανεξίτηλα αποτυπώματα πάνω στους ηχητικούς χώρους που προηγούνται και ακολουθούν. Τα 4 από τα 6 τραγούδια ερμηνεύει ο Αντρέας Καρακότας, ο οποίος επιτυγχάνει να αποδώσει περίφημα αυτή τη νοσταλγική χρονική παλινδρόμηση, ενώ η ηθοποιός Μαριάνθη Σοντάκη, αλλά και ο ίδιος ο Γαλιάτσος αναλαμβάνουν ο καθένας από μία σύνθεση.

Η επιλογή του τελευταίου για το δικό του κομμάτι δεν είναι μάλιστα καθόλου τυχαία: στις "Επισκέψεις", ο συνθέτης ανοίγει το σφραγισμένο μουσικό του χρονοντούλαπο και ο χώρος κατακλύζεται από ασυμβατότητες και χαμένες ευκαιρίες, που ψιθυρίζονται στον γλυκόπικρο στίχο «Η νυχτοπεταλούδα αναγγέλλει πάντα/ ή την άφιξη σου ή τον ερχομό μου/ τη διάρκεια δηλαδή των ψευδαισθήσεων». Αυτή η στιγμή, μαζί με τη "Γόπα Πατημένη Σαν Θέρος" –όπου δεσπόζει η τρομπέτα του σταθερού του συνεργάτη Σωκράτη Άνθη, ανατριχιάζοντας το δέρμα και αγαλλιάζοντας την ψυχή– είναι οι σπουδαιότερες ανάμεσα σε άλλες σχεδόν εξίσου επίγεια συγκλονιστικές.

Τελικά, η υποδερμική αναταραχή που επιφέρει το Αργό Πέρασμα Των Ημερών επισφραγίζεται με το "Καθώς Κυλάει Ο Χρόνος": βιώνεται ως μία άσκηση προσωπικής ανάκλησης και αναδιάταξης του παρελθόντος του δημιουργού, όχι με νοσταλγικό και βεβιασμένο πνεύμα, μα με τόνο απολογιστικό και επανορθωτικό. Μία τολμηρή δοκιμασία, ακόμη και για εκείνους που πιστεύουν ότι πύκνωσαν τον χρόνο στις καίριές τους στιγμές. Σε κάθε περίπτωση, ο δίσκος φαντάζει ως η πιο θελκτική πρόταση που έχει ακουστεί τα τελευταία χρόνια γι' αυτό το μνημονικό οδοιπορικό.

{youtube}1nNY6wVGsKs{/youtube}

 

 

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured