Αν παρακολουθείς την ελληνική δισκογραφία, το όνομα του Σωκράτη Σινόπουλου το έχεις ακούσει πολλές φορές, όπως έχεις ακούσει και τον ίδιο, να παίζει την πολίτικη λύρα του σε δίσκους άλλων. Φέτος, όμως, είναι η πρώτη φορά που ο μουσικός και ακαδημαϊκός δισκογραφεί ευρισκόμενος ο ίδιος στον πρωταγωνιστικό ρόλο, και μάλιστα με το πόνημά του να κυκλοφορεί από τη σπουδαία ECM. Γεγονός που αρχικά ίσως φαντάζει άθλος, μετά όμως την ακρόαση του δίσκου μοιάζει απόλυτα ταιριαστό.
Στο Eight Winds ο Σινόπουλος «σκηνοθετεί» ένα ακόμα επεισόδιο της (μακράς) σειράς «η καθ' ημάς Ανατολή συναντά τη Δύση», θέτοντας τη λύρα του επικεφαλής ενός κουαρτέτου, το οποίο συμπληρώνεται από το πιάνο του Γιάννη Κιριμκυρίδη, το όρθιο μπάσο του Σωτήρη Τσεκούρα και τα τύμπανα του Δημήτρη Εμμανουήλ. Το αποτέλεσμα ίσως θέτει για κάποιους ζητήματα ετικέτας: είναι τζαζ αυτό που ακούμε ή μήπως πρέπει να το πούμε world; Μη ζητάτε εδώ την απάντηση, άλλωστε, ο γράφων είναι της σχολής «δεν θέλω να το μάθω, θέλω να το νιώσω» –για να παραφράσω την ατάκα της γνωστής σινεματικής σκηνής, που εμπλέκει τον Γιώργο Κωνσταντίνου κι ένα προφιτερόλ. Σημειώστε, πάντως, ότι εδώ θα βρείτε γύρω στη μία ώρα πολύ όμορφης και συγκινητικής μουσικής.
Πού έγκειται όμως η αξία του Eight Winds; Γιατί τα περί ομορφιάς και συγκίνησης ενέχουν περισσότερη υποκειμενικότητα από όση, ίσως, «απαιτείται» από μια δισκοκριτική. Θα την ανάγω λοιπόν κατ' αρχάς, στην άσκηση ενός αριστοτεχνικού παιχνιδιού ισορροπιών που στήνεται εδώ. Αριστoτεχνικό, ναι, αφού το να βρεθούν οι κώδικες και οι συνθήκες μέσα από στις οποίες θα συνυπάρξει το «ξεχωριστό κλάμα» (όπως ωραία το θέτει το δελτίο τύπου) της λύρας με τα υπόλοιπα όργανα –τα οποία, σε επίπεδο δυναμικής, ηχοχρώματος και ιστορίας έρχονται από έναν αρκετά διαφορετικό κόσμο– δεν είναι και το πιο προφανές πράγμα. Γίνεται άλλωστε ξεκάθαρο από την ακρόαση, ότι το όλο σκηνικό είναι ιδιαίτερα εύθραυστο και «ζωντανό»· ότι κάθε του στιγμή διατρέχεται από μεγάλο ρίσκο.
Όσο για τις συνθέσεις που βρίσκουν θέση στον εν λόγω δίσκο (όλες του Σινόπουλου), αυτές φέρουν ευδιάκριτο το στίγμα της ελληνικότητας: είτε εμπνέονται από τον βορρά (“Thrace”), είτε από τους αιγαιπελαγίτικους χορούς (“Aegean Sea”), υπάρχει παντού εκείνος ο πολύ οικείος συνδυασμός παράπονου και πυγμής, πόνου και χαράς, που ξεχειλίζει από τις μελωδίες. Η πολίτικη λύρα αποδεικνύεται όργανο πολλών δυνατοτήτων στα χέρια του Σινόπουλου, αποδίδοντας μυριάδες διαφορετικές αποχρώσεις του ηχοχρώματός της καθώς αρθρώνει τις μουσικές φράσεις της. Και πλάι της, πίσω της, κάτω της, το πιάνο, το κοντραμπάσο και τα κρουστά δημιουργούν πλαίσια, χώρους, δυνατότητες –γενόμενα μάρτυρες μιας ιδιαίτερα στενής συνεργασίας μεταξύ του κουαρτέτου. Όποτε δε παίρνει το πάνω χέρι ο αυτοσχεδιασμός, σχεδόν μπορείς να κόψεις την απαράμιλλη μουσικότητα με το μαχαίρι.
Το Eight Winds αποδεικνύεται επομένως ιδιαίτερο: ένα ξεχωριστό σκηνικό στον αέναο διάλογο που διεξάγεται στα μέρη μας, ανάμεσα στη Δύση και στην Ανατολή. Οι λεπτομέρειές του μοιάζουν σε συνεχή κίνηση και παραλλαγή, διαμορφώνοντας ένα ηχητικό κάδρο το οποίο ανοίγει δίαυλο επικοινωνίας που αφορά και τους εντός, αλλά και τους εκτός συνόρων δέκτες· παραμένοντας σε κάθε στιγμή του τόσο εκλεπτυσμένο, όσο και προσιτό. Διόλου ευκαταφρόνητο κι αυτό το τελευταίο, αν το καλοσκεφτείτε.
{youtube}2xmxeDn9XK4{/youtube}