Συνιστά η πρώτη προσωπική δουλειά του Βαγγέλη Μαρκαντώνη –πρώην επικεφαλή του συγκροτήματος Ανοιχτή Θάλασσα– μια ουσιαστική αλλαγή πορείας στην καλλιτεχνική του διαδρομή; Ή εξαντλείται σε επιφανειακές υφολογικές διαφοροποιήσεις και αλλαγές στη γλώσσα των συμβολισμών; Αυτό είναι το καθοριστικό ερώτημα κατά την πρώτη επαφή και ακρόαση της Ξένης Γης, ερώτημα που τελικά κρίνει και την επιτυχία της συγκεκριμένης δισκογραφικής εργασίας.

Αφορμές που θα μπορούσαν να αποσπάσουν την προσοχή του ακροατή από την ουσία της δουλειάς και να αποπροσανατολίσουν ενδεχομένως την κρίση του υπάρχουν αρκετές. Ο δίσκος έρχεται ως τμήμα μιας καλαίσθητης έκδοσης, η οποία περιλαμβάνει μια νουβέλα γραμμένη από τον ίδιο τον Μαρκαντώνη με τίτλο Πώς Ο Στέλιος Και Οι Φίλοι Του Έβγαλαν Το Χειμώνα –με την αισθητική της να προδιαθέτει για ενδιαφέροντα ακούσματα. Οι προσδοκίες όμως σύντομα διαψεύδονται από την ακρόαση των δώδεκα τραγουδιών, παρότι η πρώτη εντύπωση επικεντρώνεται στην ενορχήστρωση, που συνιστά ίσως και τη μοναδική ουσιαστική διαφοροποίηση από το ύφος των Ανοιχτή Θάλασσα. Η Ξένη Γη του Βαγγέλη Μαρκαντώνη είναι δηλαδή ένας ακουστικός δίσκος, με αφαιρετική διάθεση στις ενορχηστρώσεις και χωρίς ηλεκτρισμό στην απόδοση των τραγουδιών. Οι κιθάρες του τραγουδοποιού (ο ίδιος παίζει επίσης μπάσο, μαντολίνο, φυσαρμόνικα, μεταλλόφωνο και μπαντζόλα) είναι αυτές που καθορίζουν τον ήχο, ο οποίος εμπλουτίζεται από τα κρουστά του Χρήστου Χουσίδη και του Ανδρέα Σίκκη, που ενίοτε δίνουν έντονο ρυθμικό χαρακτήρα σε αρκετές στιγμές.

Από τα τραγούδια, ως σημαντικότερες στιγμές του δίσκου προβάλλονται τα “Είκοσι Ζωές” και “Τράβα Μια Γραμμή”, νομίζω όμως ότι αυτό που πραγματικά ξεχωρίζει είναι η μελωδία στην “Ξένη Γη”. Τα προαναφερόμενα δεν διακρίνονται για την ποιότητά τους, όσο για το γεγονός ότι –λόγω του ύφους και του έντονου ρυθμικού χαρακτήρα τους– θα μπορούσαν κάλλιστα να βρουν θέση ανάμεσα στα ραδιοφωνικά σουξέ της εποχής. Συνολικότερα όμως, η λογική της ενορχήστρωσης δεν συνιστά κάποια πρωτοτυπία και επομένως δεν θα μπορούσε να πιστωθεί ως κάτι το διαφορετικό. Ως προς τα λόγια τώρα των τραγουδιών, αυτά περιτριγυρίζουν την ίδια ανακυκλούμενη θεματολογία που ενίοτε εκφέρεται και στην αγγλική (“Empty Moons’’). Η ατυχής δε επιλογή του χαμηλής ποιότητας λαϊκού σουξέ “Καρδιολόγος’’ –η οποία δεν διασώζεται από τη διασκευή των στίχων και της μουσικής– αποτελεί ξένο σώμα στον κύριο όγκο της δισκογραφικής δουλειάς. Οι ερμηνείες τέλος του Βαγγέλη Μαρκαντώνη αναδεικνύονται επαρκείς γι’ αυτό το ύφος των τραγουδιών, ενώ οι συμμετοχές του Κώστα Αντωνιάδη (των GAD) και της Ιωάννα Μόρφη δεν προσθέτουν κάτι ερμηνευτικά στον δίσκο.

Το αρχικό λοιπόν ερώτημα –αν η Ξένη Γη συνιστά μια ουσιαστική αλλαγή πορείας  για τον Βαγγέλη Μαρκαντώνη– λαμβάνει αρνητική απάντηση. Η πρώτη του σόλο δουλειά μακριά από τους Ανοιχτή Θάλασσα αποδεικνύει ότι ξεκινάει τη νέα του καλλιτεχνική διαδρομή με παλιά υλικά. Όσο φροντισμένα κι αν προσπαθεί να παρουσιάσει ένα διαφορετικό προφίλ, αυτό εξαντλείται τελικά σε συμβολισμούς και επιφανειακές διαφοροποιήσεις και δεν υπεισέρχεται στην ουσία των τραγουδιών.

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured