Μπορεί να βρισκόμαστε στην αρχή της νέας τηλεοπτικής σαιζόν, υπάρχουν, όμως, τρόποι να μας απασχολεί ακόμα η περσινή. Και φυσικά ο καλύτερος είναι με τις μουσικές και τα τραγούδια που ακούστηκαν σε διάφορες τηλεοπτικές σειρές. Μια από αυτές ήταν και το Δεληγιάννειο Παρθεναγωγείο, η φιλόδοξη σειρά με την οποία ο Χάρης Ρώμας προσπάθησε να αναβιώσει μια ολόκληρη εποχή – τη δύσκολη περίοδο 1935-1945. Και δεν ξέρω αν τελικά το κατάφερε (πρέπει να ομολογήσω ότι δεν ανήκα στους θεατές), το soundrack, πάντως, πετυχαίνει το στόχο του και με το παραπάνω. Η Ελληνίδα βιρτουόζα του ακορντεόν και Ζωή Τηγανούρια, καταφέρνει με μοναδικό τρόπο να ζωντανέψει την ατμόσφαιρα της εν λόγω εποχής. Πρωτότυπες συνθέσεις εμπνευσμένες από διάφορα είδη, όπως bossa nova, swing, mambo, jazz και, φυσικά, tango, μπλέκονται αρμονικά με διασκευές Ελαφρών τραγουδιών, σαν το “Πόσο Λυπάμαι” του Κώστα Γιαννίδη, το “Είν’ Η Αγάπη Χίμαιρα” του Αττίκ ή το “Ας Ερχόσουν Για Λίγο” του Μιχάλη Σουγιούλ. Η αλήθεια βέβαια είναι ότι η Τηγανούρια δεν αντιμετωπίζει μονάχα με σεβασμό τα όσα διασκευάζει, αλλά και με αρκετό συντηρητισμό. Το αποτέλεσμα είναι να κρατάει μεν ένα υψηλό στάνταρ αισθητικής, στερώντας, όμως, από αυτό το μέρος της δουλειάς της την παραμικρή πιθανότητα έκπληξης και πρωτοτυπίας. Ίσως να οφείλεται και στο όλο κλίμα που έπρεπε να αποτυπώσει, το οποίο δεν της επέτρεπε μεγάλες παρεκκλίσεις από τις αρχικές εκτελέσεις. Εξάλλου, κάποιος που έχει ακούσει τις προηγούμενες προσωπικές δουλειές της, Libertango και Tanguera, γνωρίζει ότι δεν διστάζει να επιδοθεί σε αρκετά τολμηρές διασκευές.  Εκεί, όμως, όπου η Τηγανούρια κερδίζει με άνεση το στοίχημα είναι οι δικές της συνθέσεις. Ορμώμενη από το μοναδικό της ταλέντο και την αγάπη της για τα μουσικά είδη της εποχής, οδηγείται σε ευφάνταστες μελωδίες, πλημμυρισμένες από συναίσθημα και λυρισμό. Αποκορύφωμα το παθιασμένο tango, που ακουγόταν στους τίτλους της σειράς, “Δυο Χείλη Κατακόκκινα”, με μια θα έλεγα…ανατρεπτική ερμηνεία από τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου: μακριά από τα δικά του δεδομένα αυτή τη φορά, αποδεικνύει την τεράστια ερμηνευτική του δεινότητα. Στο ίδιο επίπεδο στέκονται και ορχηστρικά κομμάτια, όπως το νοσταλγικό “Μελαγχολία Του Μίμη” και το γλυκόπικρο “Γλυκιά Ζωή”. Ευχάριστη έκπληξη, όμως, ήταν και οι στίχοι του Χάρη Ρώμα. Άλλοτε ρομαντικοί και ερωτικοί, άλλοτε σαρκαστικοί και χιουμοριστικοί, όχι μόνο δένουν απόλυτα με τις συνθέσεις, αλλά συναγωνίζονται με άνεση τους στίχους πολλών «επαγγελματιών» του είδους.  Οι ευχάριστες εκπλήξεις συνεχίζονται, στον ερμηνευτικό τομέα αυτή τη φορά. Εξαιρετική η πρωταγωνίστρια της σειράς, Κλειώ Δανάη Οθωναίου, στη γεμάτη θεατρικότητα ερμηνεία του “Ας Ερχόσουν Για Λίγο”, απολαυστικός ο Χρήστος Ευθυμίου στο “Cober”, με στόφα μεγάλης ερμηνεύτριας η Κερασία Σαμαρά στην εβραϊκή μπαλάντα αγάπης “Los Bilbilicos Cantan”. Την παράσταση, όμως, κλέβει, όπως πάντα (!), η αειθαλής Ζωζώ Σαπουντζάκη, τόσο με την τσαχπινιά της στο “Η Κινητήριος Δύναμη”, όσο κυρίως με την αισθαντικότητά της στο “Πόσο Λυπάμαι”. Αντίθετα, στις αδύναμες στιγμές του album συγκαταλέγεται η ερμηνεία του Χάρη Ρώμα στο “Ειν’ Η Αγάπη Χίμαιρα”. Τελικά, το soundrack του Δεληγιάννειου Παρθεναγωγείου, καταφέρνει να λειτουργήσει στο μεγαλύτερο μέρος του ανεξάρτητα από τη σειρά και να αποτελέσει μια μοναδική ευκαιρία για να έρθει κανείς σε επαφή με τη μουσική, αλλά και την γενικότερη αισθητική, μιας εποχής, η οποία μπορεί να είναι μεν ρετρό, ταυτόχρονα, όμως, δίνει έμπνευση και συνέχεια στο σήμερα.               

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured