Δεύτερο album και αλλαγή εταιρείας για τον νεαρό λυράρη και τραγουδιστή από το Ηράκλειο Αντώνη Μαζοκοπάκη, μετά τη Χρυσή Κλωστή του 2005. Όχι όμως και αλλαγή ύφους, αφού το επιβλητικά τιτλοφορούμενο Ψαροχιονιάς Η Αγάπη Σου τον βρίσκει να συνεχίζει την ασταθή του ισορροπία μεταξύ κρητικής παράδοσης και πιο μοντέρνων ενορχηστρώσεων. Ο Μαζοκοπάκης έχει σκύψει με αγάπη και μεράκι πάνω από τη λύρα, δεν αμφιβάλλεις γι’αυτό ακούγοντας το νέο του album. Ούτε και μπορείς να τον ψέξεις που, ως νέος άνθρωπος, θέλει να μπολιάσει τούτο το μεράκι με κάτι πιο σύγχρονο. Κατά τη γνώμη μου όμως την πατάει αναζητώντας αυτό το δεύτερο, καθώς, από τη μια, ολισθαίνει προς πράγματα ήδη φθαρμένα και πολυφορεμένα, και, από την άλλη, δεν ευτυχεί πάντα στους στίχους τους οποίους επιλέγει. Τέλος, ως μέρος του προβλήματος αναδεικνύεται και ο ερμηνευτικός τομέας. Ο Μαζοκοπάκης έχει πράγματι κάποιες δυνατότητες, θέλει όμως νομίζω αρκετή ακόμα δουλειά - ειδικά στην απόδοση του συναισθήματος, το οποίο βγαίνει σε όλα σχεδόν τα τραγούδια κάπως «χαρτογραφημένο». Ειδικότερα όσον αφορά το album, κάνει ένα ομολογουμένως εντυπωσιακό μπάσιμο με το τραγούδι “Ψαροχιονιάς Η Αγάπη Σου”, καθώς η δύναμη της παρομοίωσης του τίτλου είναι τέτοια, ώστε αμέσως σε αιχμαλωτίζει. «Η αγάπη σου ψαροχιονιάς που δεν κρατεί πολύ ώρα/και περιμένω ο δυστυχής να ξαναπιάσει μπόρα» είναι η πλήρης μαντινάδα, αγνώστου εμπνευστή, που προσφέρει το πρώτο τετράστιχο του τραγουδιού. Δίπλα όμως σε κάτι τόσο πρωτότυπο και εντυπωσιακό, ο Μαζοκοπάκης βρίσκει σκόπιμο να κολλήσει ένα τετράστιχο σαν το «Να ’μουν νιφάδα του χιονιού στο ροδομάγουλό σου/Να λιώνω να δροσολογώ τα ρόδα των χειλιών σου». Δίπλα-δίπλα δηλαδή στην πρωτοτυπία βάζει πολυχρησιμοποιημένες παρομοιώσεις για χιονονιφάδες και ροδομάγουλα, ακυρώνοντας έτσι όλη τη δύναμη του πρώτου τετραστίχου.Αμέσως μετά ακολουθεί το καλύτερο τραγούδι της δουλειάς, το “Χαρακιά”. Εδώ όλα είναι λαμπρά τοποθετημένα: όμορφη η μελωδία, θαυμάσιοι στην απλότητά τους οι στίχοι της Δέσποινας Σπαντιδάκη, ιδανικό το ενορχηστρωτικό μπλέξιμο της λύρας με έναν σαφώς πιο «έντεχνο» αέρα και λεβέντικη η ερμηνεία του Μαζοκοπάκη - άλλη τέτοια δεν ακούς ως το φινάλε. Αλλά πάνω που έχεις ξαναεντυπωσιαστεί, σου έρχεται μετά κάτι τόσο αφόρητα αδιάφορο και κλισέ όσο ο “Κουρσάρος”, με τον οποίον, λέει, κέρδισε βραβείο καλύτερου ερμηνευτή και τραγουδιού στον Παγκρήτιο Διαγωνισμό Τραγουδιού - προσωπικά δεν βρίσκω τίποτα σε αυτό το κομμάτι που να δικαιολογεί τόσο ντόρο. Μετά και από αυτό το σκοτσέζικο ντους, το album απλώς καταρρέει, με αρχή του κακού το φλύαρο και σαχλό στιχουργικά “Ελπίδες Και Όνειρα”. Από εκεί και κάτω επικρατεί μια αισθητική νεοπαραδοσιακού «έντεχνου» ήχου, που ούτε στην κρητική παράδοση προσφέρει αυτό το κάτι πιο σύγχρονο, ούτε και το «έντεχνο» τραγούδι εμπλουτίζει με κάτι άξιο λόγου. Αντιθέτως, λύρες και κρητικά ιδιώματα ανακατεύονται ρουτινιάρικα με κουρασμένες συνταγές, σαν κι αυτές λ.χ. με τις οποίες χτίζονται τραγούδια όπως τα “Μια Νύχτα Χίλια Όνειρα”, το “Τα Θέλω Και Τα Πρέπει” ή το “Παίξε Κι Εσύ”. Μένει έτσι, στο φινάλε, μόνο η δυνατή ανάμνηση του ψαροχιονιά και η αβίαστη ομορφιά της “Χαρακιάς” για να προασπίζουν με νύχια και με δόντια το μισό αστέρι της βαθμολογίας, εμποδίζοντας το album από το να κατρακυλήσει κάτω από τη βάση…   

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured