Σε επίπεδο συλλογικής συνείδησης, η σύνδεση της πρόωρης (και δωρεάν) κυκλοφορίας του τέταρτου δίσκου των El-P και Killer Mike με την επικαιρότητα είναι αναπόφευκτη, αφού το αποτρόπαιο γεγονός της δολοφονίας του George Floyd την 25η Μαΐου του 2020 μοιραία «χρωματίζει» την ακρόαση.

Απο εκεί και πέρα, όμως, ούτε οι πυροδοτούμενοι από την περίσταση διθύραμβοι γύρω από το RTJ4 τιμούν τον δίσκο -οι συγκροτημένοι έπαινοι για τις αρετές που πράγματι διαθέτει είναι πολύ πιο ουσιαστικοί από τους βερμπαλισμούς του συγκυριακού hype- ούτε βέβαια η ανακήρυξη του διδύμου σε σύγχρονους προφήτες έχει κάποιο νόημα. Έστω κι αν η σύμπτωση του δίστιχου “And you so numb you watch the cops choke out a man like me / And 'til my voice goes from a shriek to whisper, "I can't breathe"” ηχεί ανατριχιαστική.

Είναι γνωστό, άλλωστε, σε όσους έχουν παρακολουθήσει τη δισκογραφία των Run The Jewels, ότι οι ρίμες τους ανέκαθεν ξεχείλιζαν από οργή ενάντια στον «λευκό καταπιεστή», στοιχειωμένες από το σκοτεινό παρελθόν της μαύρης σκλαβιάς στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αν στον νέο τους δίσκο μιλούν για τους «αφέντες σκλάβων που ποζάρουν στα χαρτονομίσματα του δολαρίου» (“JU$T”), στο κλείσιμο του προηγούμενου προέτρεπαν σε δολοφονία των σύγχρονων αφεντών (“A Report to the Stakeholders / Kill Your Masters”).

Στο μεγαλύτερο μέρος του, το RTJ4 περιστρέφεται γύρω από αυτούς τους θεματικούς άξονες. Ωμό, τραχύ και καταγγελτικό, με τσαμπουκά αλλά και με μια “in your face” ευθύτητα, συγκρούεται μετωπικά με τον συστημικό ρατσισμό, την αστυνομική βία και τις ταξικές ανισότητες. Απορρίπτει λογικές ίσων αποστάσεων (“Fuck that, me and my tribe, we on an iller vibe / We accept the role of the villains 'cause we been villainized” ξεστομίζει ο Killer Mike στο “goonies vs. E.T.”, επιβεβαιώνοντας την εκπληκτική δεινότητά του στo rap), αλλά συζητά και τον ρόλο της παιδείας στον κοινωνικό αποκλεισμό (“They promise education, but really they give you tests and scores / And they predictin' prison population by who scoring the lowest / And usually the lowest scores the poorest and they look like me”). Οι τελευταίοι στίχοι προέρχονται από το “Walking in the Snow”, κομμάτι που μάλλον αποτελεί τη στιχουργική κορυφή του δίσκου -οι αναφορές εκτείνονται από τον Noam Chomsky, τον Charles Bukowski και τον κωμικό και ακτιβιστή Dick Gregory, μέχρι τον... Χριστό, που «δολοφονήθηκε από το κράτος».

Αν όμως η πύρινη στιχουργική και το αψεγάδιαστο flow του Killer Mike (κυρίως) είναι διαχρονικά ο ένας ακρογωνιαίος λίθος της επιτυχίας των Run The Jewels, o άλλος είναι η ευρηματική παραγωγή του El-P. Και σε αυτό το πεδίο, υπάρχουν πολλά να θαυμάσει κανείς στην τέταρτη δουλειά τους. Το εναρκτήριο “yankee and the brave (ep.4)” αποτελεί ένα από τα καλύτερα μπασίματα δίσκων στη σύγχρονη μνήμη, με παραγωγή πολλαπλών στρώσεων, ακόρντα που χτίζουν ένταση αυτοστιγμεί και beats που χτυπάνε ανελέητα και βιώνoνται σαν ενέσεις αδρεναλίνης. Στρώνει, έτσι, το έδαφος για μια αλληλουχία από εξαιρετικά tracks στο πρώτο μισό του δίσκου, με αποκορύφωμα το “holy calamafuck”, που συμπυκνώνει ολόκληρη τη δημιουργική ευφυΐα του El-P σε δύο, εξίσου απολαυστικά μέρη: το πρώτο βρίσκεται στραμμένο σε ρυθμολογίες και αρμονίες της Ανατολής, το δεύτερο παίζει με τη δύναμη του μπάσου, με τρόπο συγγενικό σε trap τεχνοτροπίες.

Η σαρωτική ενέργεια του δίσκου, βέβαια, κάπου ξεθυμαίνει στο δεύτερο μισό, φτάνοντας να «σέρνεται» σε κομμάτια σαν το “never look back”. H τάση αυτή έρχεται να μετριαστεί από ιδέες που τονώνουν το ενδιαφέρον εδώ κι εκεί, αλλά όχι σε βαθμό που να εξασφαλίζει την ισορροπία και την ομοιογένεια στην tracklist -έστω κι αν ο δίσκος κλείνει με άψογο τρόπο χάρη στην ενδιαφέρουσα αξιοποίηση του σαξοφώνου του Cochemea Gastelum στο “a few words for the firing squad (radiation)”. Αυτή η μικρή «κοιλιά» είναι και το στοιχείο που συγκρατεί το RTJ4 σε επίπεδα λίγο χαμηλότερα από εκείνα του δεύτερου ή του τρίτου δίσκου του διδύμου.

Παρά τα όποια στραβοπατήματα, πάντως, ο τέταρτός δίσκος του El-P και του Killer Mike συνεχίζει το σερί των καταπληκτικών τους κυκλοφοριών, δικαιώνοντας για μια ακόμα φορά την απόφασή τους να εγκαταλείψουν τις solo δισκογραφίες τους μέχρι νεοτέρας. Η χημεία του ντουέτου, η συνεπής προσέγγισή του στις θεματικές με τις οποίες καταπιάνεται, αλλά και η προσήλωσή του στην αυτόφωτη δημιουργία στο πλαίσιο του δικού του ηχητικού χωροχρόνου, ανεξάρτητου από σκηνές, τάσεις και νόρμες, τους βγάζουν και πάλι ασπροπρόσωπους. Με ή χωρίς την εύνοια της επικαιρότητας.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured