Μερικές φορές, ενώ όλα βρίσκονται στη θέση τους, το ζητούμενο δείχνει να διαφεύγει· σαν να εξατμίζεται, με έναν τρόπο που δεν αποκωδικοποιείται λογικά. Παρά ταύτα, δεν υπάρχει τίποτα το παράλογο σε κάτι τέτοιο: η καλλιτεχνική δημιουργία, δεν είναι μαθηματικά. Σε αυτήν την άβολη θέση βρίσκονται νομίζω οι Bad Plus στον τελευταίο μέχρι σήμερα δίσκο τους. Οι οποίοι δεν κάνουν κάτι λάθος, αλλά δεν καταφέρνουν να αφήσουν έντονο αποτύπωμα, παρά τον φιλόδοξο τίτλο Activate Infinity.

Οι Bad Plus ανήκουν σε μια φουρνιά ανήσυχων πνευμάτων, που στις αρχές των '00s σήκωσαν ντόρο με τις πράξεις τους και τις αισθητικές τους παντιέρες στον τζαζ κόσμο, αιτούμενοι να συμπεριλάβουν και τους Radiohead και τον David Bowie, αλλά και τους Nirvana ή τους Black Sabbath στο corpus όσων κρίνονταν άξια προς εξερεύνηση/διασκευή. Οι πιουρίστες κατέληξαν στα κάγκελα (ίσα και όμοια η Μουσική με εκείνους που σκαρώνουν τραγουδάκια;), μα κάποιοι νεότεροι –οι οποίοι έρχονταν με φόρα από το alternative rock– τσίμπησαν και στελέχωσαν τις τάξεις των fans, όπως έκαναν και για άλλες ανάλογες περιπτώσεις, που επίσης αιτούνταν τη διεύρυνση, π.χ. για τον Brad Mehldau ή για τον Robert Glasper. Ναι, είχαν συμβεί όλα τούτα και πριν το Pitchfork να ανακαλύψει την τζαζ, σπονσοράροντας τον Kamasi Washington. Οι Bad Plus, βέβαια, δεν διέθεταν ποτέ το βεληνεκές ούτε του Mehldau, ούτε του Glasper, αλλά, τέλος πάντων, η δράση τους εγγράφεται στο ίδιο πλαίσιο.

Το πρόβλημα για το τρίο από τη Μινεάπολη είναι ότι κοντεύουν πια 20 χρόνια από το ξεκίνημά τους, οπότε η ριζοσπαστική τους '00s διάθεση έχει αναπόφευκτα γίνει λίγο έως πολύ «δεδομένη». Η αποχώρηση του συνιδρυτή Ethan Iverson το 2017 έφερε μάλιστα έναν πρώτο σοβαρό κλυδωνισμό, ωστόσο οι Bad Plus πήραν στη θέση του τον Orrin Evans και συνεχίζουν, με το Activate Infinity να έχει μεν την πνοή του Αμερικανού πιανίστα, μα να κρατάει την ίδια βασική αισθητική γραμμή που διατρέχει όλη τη μέχρι στιγμής δισκογραφία τους.

Το Activate Infinity δεν είναι τόπος απ' όπου λείπουν οι αρετές. Ο δίσκος διαθέτει το σοβαρό υπόβαθρο που περιμένεις από μια μπάντα με το άνωθεν ιστορικό, διατηρεί τη λοξή ματιά των Bad Plus σε ένα ύφος με post-bop ρίζες στο οποίο αρέσει να απλώνεται και προς την αισθητική του Erik Satie και προς ένα φάσμα του rock, ενώ φέρνει στο προσκήνιο απολαυστικά παιξίματα, κυρίως από το ευρηματικό πιάνο του Orrin Evans ή από τα τιτάνια ντραμς του Dave King, τα οποία συνδυάζονται άψογα με τις μπασογραμμές του Reid Anderson, δημιουργώντας μια γκρούβα με ικανότητα πολλαπλών ελιγμών. Στη διάρκεια του άλμπουμ, πάντως, δεν λάμπουν μόνο τα άτομα, αλλά και μια δημοκρατική διαδικασία διαλόγου και συνύπαρξης, η οποία προσφέρει κάμποσα «καύσιμα» στη μουσική.

Ενώ όμως θαυμάζεις τις ισορροπίες ("Thrift Story Jewelry"), τα μελωδικά στιγμιότυπα ("Slow Reactors", "Dovetail Nicely"), τις αρμονικές εκπλήξεις που αναλαμβάνουν να «πειράξουν» τα κλισέ μιας οργανικής μπαλάντας σαν το "Looking Ιnto Your Eyes" ή τις λοξοδρομήσεις στον αγνό αυτοσχεδιασμό ("Undersea Reflection"), μένεις τελικά μετέωρος. Όχι τόσο επειδή τα έχεις λιγότερο ή περισσότερο ξανακούσει όλα αυτά από τους Bad Plus, αλλά γιατί λείπει εδώ η μεγάλη έμπνευση· η σημαίνουσα δημιουργική πνοή. Το Activate Infinity είναι μια σοβαρή δουλειά, που όμως δεν έχει και πολλά να διηγηθεί.

Και επειδή ακριβώς λείπει αυτός ο ορίζοντας, το γκρουπ προσπαθεί να τον αναπληρώσει με την (αναντίρρητη) βιρτουοζιτέ και με ένα «οπλοστάσιο» τεχνικών και ιδεών που λειτουργεί ως ζώνη ασφαλείας, ξορκίζοντας παράλληλα την αίσθηση ότι υποβιβάστηκαν στη «μουσική για μουσικούς» κατηγορία. Μια (σημαντική) μερίδα του τζαζ ακροατηρίου και του τζαζ Τύπου έχει πράγματι μεγάλη ανοχή, αν όχι συμπάθεια, για τέτοιου είδους ακροβατικά –και είμαι σίγουρος ότι οι Bad Plus το γνωρίζουν. Εξίσου καλά, ωστόσο, γνωρίζουν ότι προσπάθησαν πολύ για να μην απευθύνονται μόνο εκεί, αλλά και σε έναν κόσμο που δεν νοιάζεται για τέτοια τερτίπια και αναζητά πράγματα τα οποία εδώ μάλλον απουσιάζουν.

{youtube}gK9xsS9M9Ak{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured