Πάει δεν πάει ένας χρόνος από όταν ο Νορβηγός Frode Haltli κατέθεσε με το άλμπουμ Avant Folk μια δυνατή πρόταση για το πώς, πόσο και προς τα πού μπορεί να επεκταθεί –πάντα με σύγχρονους, Δυτικούς όρους– μια μουσική παρακαταθήκη προερχόμενη από ό,τι νοούμε ως «παράδοση». Και τώρα επανέρχεται ουσιαστικά για τη συνέχεια· έστω κι αν λείπει η άμεση folk αναφορά στον τίτλο Border Woods, έστω κι αν αλλάζουν μερικά πράγματα.
Ενώ δηλαδή στο Avant Folk οι κλίμακες ήταν μεγάλες και το προσωπικό του δίσκου συμπλήρωνε δεκάδα, στο Border Woods τα πράγματα μένουν στο πιο συμπυκνωμένο: έχουμε απλά τον Haltli με το ακορντεόν του, περιστοιχιζόμενο από δύο κρουστούς (Håkon Stene, Eirik Raude) και την Emilia Amper στην παραδοσιακή για τους Σκανδιναβούς nyckelharpa –όργανο που τελευταία σύστησε κάπως ευρύτερα η δράση της Myrkur. Μαζί όμως με την κλίμακα αλλάζει και η ισορροπία, αφού το folk στοιχείο προβάλλει εντονότερα στο προσκήνιο, σε σύγκριση με την πρωτοκαθεδρία που διατηρούσε στο Avant Folk εκείνη η λίγο ακαδημαϊκή διάσταση της αυτοσχεδιαστικής και μινιμαλιστικώς αφηρημένης τζαζ που πρεσβεύει με τον δικό της τρόπο και μια πλευρά της ECM δισκογραφίας.
Εδώ βέβαια, εφόσον δεν αμφισβητείται κάπως η σοβαρότητα της προσέγγισης και τα καλλιτεχνικά της εχέγγυα, μπαίνουμε στη σφαίρα του γούστου. Εμένα, δηλαδή, μου κάνουν περισσότερο δίσκοι που εκπέμπουν το folk σήμα πιο δυνατά από τις λόγιες προσεγγίσεις με τις οποίες παντρεύονται –ή από τις οποίες ανατρέπονται: το όλο παιχνίδι μπορεί να παραμένει το ίδιο στη βάση και στις στοχεύσεις του, όμως το κέντρο βάρους διαφέρει. Εκεί είναι πάντως που αποκτά αυτόνομη υπόσταση το Border Woods, γενόμενο πιο «διασκεδαστικό» από τον προκάτοχό του· ακόμα κι αν λογιστεί ως συμπληρωματικό της δικιάς του, ευρύτερης ματιάς.
Πρέπει να τονιστεί ότι ο Frode Haltli έχει γράψει και τα 6 κομμάτια που απαρτίζουν το νέο του άλμπουμ –δεν έχουμε δηλαδή καθόλου διασκευές σε παραδοσιακό νορβηγικό υλικό. Επομένως, η «δημοτική» αίσθηση την οποία εκπέμπει το ακορντεόν σε πρώτο πλάνο ή η nyckelharpa σε δεύτερο, λειτουργεί περισσότερο σαν απόηχος· ως μια αναφορά φιλτραρισμένη από καντάρια λαμπρών σπουδών. Στα οποία βγάζεις το καπέλο, μα εν τέλει παραδέχεσαι όχι για τις υψιπετείς τους περγαμηνές, αλλά γιατί χαρίζουν στο άλμπουμ υπόβαθρο, χωρίς να καταντούν δύσκαμπτη τη ροή του ή να ξεθωριάζουν τα καλέσματα για χορό που πυροδοτούν στιγμές σαν το "Mostamägg Polska" ή το "Valkola Schottis". Το ακορντεόν ειδικά του Haltli διατηρεί μια λαμπερή αμεσότητα, δείχνοντας ότι πρόκειται για μουσικό που έχει σκεφτεί πολύ πάνω στη λαϊκή οργανοπαιξία ενόσω βάδιζε από τη Νορβηγική Μουσική Ακαδημία στο Βασιλικό Κονσερβατόριο της Δανίας.
Ο δίσκος περνάει από διάφορες διαθέσεις στη διάρκειά του, καθώς σε στιγμές σαν το "Taneli's Lament (Sorrow Comes To All)" παίρνει το πάνω χέρι η διακριτικότητα της σκανδιναβικής τζαζ προκειμένου να εκφραστεί μια ήρεμη, αναστοχαστική διάθεση. Άλλοτε, πάλι, απομακρυνόμαστε προς τις παρυφές μουσικής και ήχου ("Wind Through The Aspen Leaves"), ενώ στο φινάλε "Quietly Τhe Language Dies" φτάνουμε σε μια μελωδία που μες τους πειραματισμούς της ηχεί ...μεσανατολική, χωρίς περιέργως να προστεθεί κανένα όργανο στα ήδη υπάρχοντα. Αναρωτιέμαι τι περιθώρια συνεργασίας ανοίγει κάτι τέτοιο μεταξύ του Frode Haltli και δημιουργών σαν τον Rabih Abou-Khalil (δείτε εδώ).
Χωρίς λοιπόν να έχει ακόμα δρασκελίσει στην επικράτεια του σπουδαίου, ο Frode Haltli συνεχίζει να ανησυχεί για το «παλιό» και το «νέο» με ένα αξιόλογο άλμπουμ. Έχει αρκετά να προσφέρει το Border Woods σε όσους τους απασχολεί αυτό που ονομάζουμε «folk», ειδικά αν συγκριθεί με μεσαίου βεληνεκούς indie δίσκους, οι οποίοι βαφτίζονται σωρηδόν ως «folk» μετά το 2000, απλά και μόνο επειδή βασίζονται σε ακουστικές ενορχηστρώσεις ή επειδή ανακάλυψαν το ακορντεόν λόγω Arcade Fire. Αντιθέτως, τα εδώ πράγματα προχωρούν σε μεγαλύτερο βάθος, ολοκληρώνοντας μια πιο ενδιαφέρουσα πρόταση με βάση το ακορντεόν.
ακούστε το άλμπουμ μέσω BandCamp, εδώ