Τι θα γινόταν εάν αναμειγνύαμε τις επικές γκριμάτσες του Jim Carrey με τη θεατρικότητα της Ρένας Βλαχοπούλου, κάτω από την κάλυψη υπέρλαμπρων εμφανίσεων; Πιθανότατα ένας μικρός αχταρμάς ακοντρολάριστης υπερβολής. Εκτός βέβαια κι αν είσαι η Manila Luzon. Η drag περσόνα που γνωρίσαμε στο RuPaul's Drag Race (3η σεζόν, 2011) κι έπειτα την ξαναείδαμε στο All Stars 1 (2012) και πιο πρόσφατα στο All Stars 4 (2018)· η οποία, μετά την αμφιλεγόμενη αποχώρησή της από το σόου, επιστρέφει στη δισκογραφία με νέα δουλειά. Κάπως βιαστικά, κάπως αφιλτράριστα, αλλά ταυτόχρονα και πιότερο συνειδητοποιημένα σε σύγκριση με το προηγούμενό της άλμπουμ Eternal Queen (2014), που είχε μια πιο προσωπική χροιά.
Η Louzon μοιάζει να έχει αποβάλλει την υπερπροσπάθεια να τραγουδήσει, έχοντας μάλλον πάρει στα σοβαρά (και) τη σκληρή κριτική των συμπαικτριών της στο Drag Race. Έτσι, ποντάρει κυρίως στον χαρακτήρα που έχει χτίσει όλα αυτά τα χρόνια. Το drag, εξάλλου, δεν απαιτεί να διαθέτεις κάποια ιδιαίτερη φωνητική ικανότητα· επιτάσσει ωστόσο να βρεις τον τρόπο να τα πεις. Μεγάλο της ατού σε αυτό είναι το ταλέντο της να ξεδιπλώνει με άνεση κι ευκολία την πολυπλοκότητα της προσωπικότητάς της –σαν ξεφλούδισμα γκαρμπολάχανου– καθώς και το ακομπλεξάριστο τσαλάκωμα, που πάντα βγαίνει υπέρ της.
Ο δίσκος κάνει έτσι ένα εντυπωσιακό μπάσιμο, τύπου τρέιλερ ταινίας ή και ραδιοφώνου, το οποίο μαρτυρά απ' την αρχή ότι δεν πρόκειται μεν να ακούσεις τίποτε το αξεπέραστο, αλλά θα σου δοθούν απλόχερα περίπου 30 λεπτά διασκέδασης. Αρπάζοντάς σε απ' τον σβέρκο, εκείνος ο τσίγκινος ήχος ο οποίος χτυπά στο ερχόμενο τραγούδι, σου καθιστά σαφές το χρώμα εϊτίλας/ναϊντίλας το οποίο έχει επιλέξει να υπηρετήσει η Luzon, μαζί με τους συνεργάτες της (Ashley Levy, Paul Coultrup & Tomas Costanza). Κάτι δηλαδή ανάμεσα σε eurodance και dance pop. Η ίδια εξάλλου έχει αναφέρει πολλάκις ότι αγαπά εκείνη την εποχή (κυρίως τα 1980s) και την ξέρει καλά. Μπαίνει λοιπόν σε μια τροχιά εξιστόρησης, μέσω διαφόρων ρόλων και κοντρών κατά τη διάρκεια όλων αυτών των χρόνων που έχει διανύσει στο Drag Race.
Η Luzon επιλέγει να αναφερθεί στην τύχη που πρέπει να 'χει κανείς στον έρωτα ("Go Fish"), παρομοιάζοντάς τον με παιχνίδι τράπουλας. Δίδει ιδιαίτερη μνεία στη Barbra Streisand ("Barbra, Can You Hear Me?"), την οποία είχε υποδυθεί σε δοκιμασία, όπου και κέρδισε –έχοντας μάλιστα στο βιολί και μία ακόμα drag queen, την Thorgy Thor. Kαλεί τη φίλη της Latrice Royale να χιπχοπάρουν παρέα ("Robbed"), με επιθετική διάθεση απέναντι σε όλους. Και αρνείται να ακολουθήσει την όποια μόδα, διεκδικώντας τη μοναδικότητα της δημιουργικότητάς της ("F**k Fashion"), βγαίνοντας μάλιστα υπερήφανα να δηλώσει απέναντι σε κάθε τι ομοφοβικό πως «Υes, I'm a gay man» ("Gay Man"). Είναι ένα τραγούδι που μπορεί να κάνει ακόμα και τη μητέρα σου να χορέψει και να τραγουδήσει (true story), αλλά και να ερεθίσει την ανάγκη να εκσφενδονίσεις ό,τι βαστάς στα χέρια σου εκείνη τη στιγμή, όπου κι αν βρίσκεσαι, για να συμμετάσχεις. Προσθέτει δε ακόμα και μικρά σκετσάκια: σαν άλλος Μωϋσής, με φιλιππινέζικη προφορά (από όπου είναι και η μισή καταγωγή της), προσφέρει στους πιστούς της (γνωστούς και ως Fanilas) τις δικές της 10 εντολές στο "Rules".
Παίζει τη φωνή της με τα beats, καταφεύγει στο spoken word, πιάνει και την επαφή της με το ραπάρισμα. Αυτοσαρκάζεται, εκθέτει την ικανότητά της στη θεατρικότητα, αναφέρεται στον εαυτό της αλλά χωρίς να περιαυτολογεί. Παρά ταύτα, ο ήχος στον οποίον έχει προσδεθεί δεν την αφήνει να πάει πολύ μακριά. Μπορεί με το crew της να έχουν «ράψει» έναν δίσκο που της δίνει το «shantay, you stay», απέχουν όμως από τη νίκη της δοκιμασίας. Χωρίς αυτό επουδενί να σημαίνει ότι χάνεις κάπως στη διασκέδαση. Όπως άλλωστε καλεί και η ίδια, «So play hard, have fun, and be inspired»!
{youtube}E1x2dLqKsjA{/youtube}