Εργάτες της τέχνης (τους) είναι οι Cinematic Orchestra –ό,τι ακριβώς λέει και ο τίτλος ενός μαγικού νέου instrumental (“Workers Of Art”). Σε όλη την καριέρα τους ισορροπούσαν καλλιτεχνικά πάνω στη λεπτή γραμμή που χωρίζει την ορχηστρική pop απ' το εξαρτώμενο από την εικόνα κινηματογραφικό score. Όμως δεν γράφουν μουσική που περιμένει να βρει εικόνες για να κουμπώσει· τις έχουν ήδη μέσα στο κεφάλι τους. Αυτό κάνει τη διαφορά. Επιπλέον δεν κρύβονται πίσω από περασμένα μεγαλεία και δεν τρώνε από τα έτοιμα. Δουλεύουν για να παράξουν έναν ήχο τεράστιο, στομφώδη και προσωπικό. Κατάφεραν λοιπόν να φτιάξουν το πιο συνεπές, οικουμενικό και υγιές άλμπουμ του 2019, μέχρι τώρα.

12 χρόνια μετά το εξαιρετικό Ma Fleur (2007), λοιπόν, ο Jason Swinscoe και ο Dominic Smith επιστρέφουν με δουλεμένες αρμονίες και soulful μελωδίες. Φτιάχνουν τραγούδια παρακινημένοι από τη διέγερση των αισθητικών τους ραντάρ και υπόσχονται νιρβάνα και ομορφιά. Φέρονται δε στα δημιουργήματά τους με σεβασμό, σαν να κρατάνε ιερά τοτέμ. Αφήνουν τις ιδέες να ανθίσουν τριγύρω απ' τον βασικό κορμό, σαν ηλεκτρονικές περικοκλάδες. Βάζουν εμβόλιμα τζαζ τάκλιν εδώ κι εκεί, ενώ θέλουν να μυθοποιήσουν τα κομμάτια, να τους χαρίσουν την αύρα του υποβλητικού. Αυτό υποχρεώνει και τον ακροατή να αντιμετωπίσει τις συνθέσεις σαν να είναι φτιαγμένες από τις πιο σπάνιες πρώτες ύλες· τον κάνει να εμπιστευτεί την αξία της παραγωγής και να την ακολουθήσει σε οραματικούς κόσμους.

Οι Cinematic Orchestra στοχεύουν στην ψυχή, αλλά δεν χάνονται σε εγκεφαλικά κόλπα και σε πειραματισμούς για να ψαρώσουν οι υποψιασμένοι. Οι βασικές ανάγκες των αισθήσεών μας είναι σε πρώτη προτεραιότητα. Το ντουέτο καταφέρνει έτσι και μελοποιεί ένα διακριτικό, εύθραυστο κράμα μελωδιών, που το απλώνει πάνω σε μοτίβα μαλακά, ώστε να ακουμπήσουμε. Οι σφοδρές εμπνεύσεις ξεκινούν από το εναρκτήριο “To Believe” –με τον Moses Sumney στα φωνητικά να θυμίζει τα παλιότερα γλυκίσματα του Craig Armstrong– και ολοκληρώνονται στο συγκλονιστικό "A Promise", με τη χαρισματική φωνή της Heidi Vogel. Ενδιάμεσα, το άλμπουμ κυλάει σαν υπέροχο όνειρο, απ' το οποίο δεν θες να ξυπνήσεις.

Όταν ακούς τη Vogel να τραγουδάει «I pray, the rain, will wash, the pain, from me» σε έχει κερδίσει για όλους τους λόγους που σε είχε κερδίσει κάποτε η απαράμιλλη ειλικρίνεια της Tracey Thorn. Ο στιβαρός Roots Manuva, από την άλλη, σε κάνει να «επενδύεις» στη διάχυτη μελαγχολία του "A Caged Bird/Imitations Of Life". Πιο κάτω, το αλάνθαστο downtempo διαμάντι με τίτλο "Lessons" μπορεί να γίνει το soundtrack της ταινίας για την πιο σπουδαία μέρα της ζωής σου. Το δε "Zero One/This Fantasy” με τα τρυφερά φωνητικά του Grey Reverend και ο αφοπλιστικός ρομαντισμός του “Wait For Now/Leave The World”, θυμίζουν αντίστοιχα τις κορυφαίες στιγμές των Four Tet και τον καλλίγραμμο μινιμαλισμό των Massive Attack, της εποχής του Protection (1994).

Το άλμπουμ θέλει να επικοινωνήσει τη θαλπωρή της συναισθηματικής πληρότητας και περιέχει τραγούδια που θες να ακούς στις πιο προσωπικές στιγμές, όταν αναβλύζουν οι στεναγμοί σου. Προσωπικά θα κρατήσω για πάντα τα 3 τελευταία λεπτά του "A Promise", που είναι συγκλονιστικά, χάρη στον τρόπο με τον οποίον ανοίγουν μια φιλόξενη drum 'n' bass αγκαλιά, μαλακή και αέρινη, για να να σε χωρέσει μέσα της.

{youtube}K0ks9CBYDiM{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured