Μας λείψανε δισκογραφικά 6 χρόνια τώρα, ίσως και περισσότερα αν αναλογιστούμε πως το Out To Die (2012) δεν ήταν και η καλύτερή τους στιγμή. Ούτως ή άλλως, το εικονικό black/thrash τρίο των Carl-Michael Eide, Apollyon & Blasphemer είθισται να ακολουθεί τυπικά νορβηγικούς ρυθμούς, τόσο στους Aura Noir, όσο και στα άλλα σχήματα στα οποία συμμετέχουν οι μονάδες του. Ήρθε όμως η ώρα για το (περίπου) ομώνυμο και 6ο κατά σειρά άλμπουμ τους.
Ο ομώνυμος δίσκος μιας μπάντας είναι υπόθεση που φέρει σημαντικό ειδικό βάρος, έστω κι αν αυτό αποδεικνύεται μονάχα φαντασιακό. Είθισται δηλαδή είτε να συμπίπτει με το ντεμπούτο (πολλά τα παραδείγματα, από Iron Maiden και Iced Earth μέχρι Bathory και Burzum), είτε να έρχεται μετά από σεβαστό αριθμό δίσκων, όπως στην περίπτωση των Queensrÿche, είτε να μην εμφανίζεται και ποτέ –αφήνοντας ανεκπλήρωτες τις ψυχαναγκαστικές μας ανησυχίες. Οι Νορβηγοί ανήκουν βεβαίως στη δεύτερη περίπτωση, έστω και παρά ένα «e»· αποφεύγοντας όμως να μας φιλοδωρήσουν και με ένα ομώνυμο Aura Noir κομμάτι.
Στα ουσιώδη τώρα, οι Aura Noir ακούγονται εδώ αρκετά πιο Celtic Frost από ό,τι μας έχουν συνηθίσει. Το φίλτρο μέσα από το οποίο διυλίζουν τους Ελβετούς είναι κατά ένα μέρος οι πρόσφατοι Darkthrone, σε βαθμό μάλιστα που διπλοτσεκάρεις το ρόστερ για να βεβαιωθείς πως ο Nocturno Culto δεν έχει κάνει κάποια guest εμφάνιση. Nocturno ή όχι, η επιρροή των Frost μεταφράζεται σε αρκετό mid-tempo χρόνο με μια ιδέα από καθαρό heavy, σε σκαφτούς χειρισμούς της κιθάρας και σε φωνητικά ένα κλικ πιο αγροίκα και άτσαλα (με την καλή έννοια πάντα) από το συνηθισμένο. Οι Voivod εννοείται πως δεν είναι απόντες από το Aura Noire, και μάλιστα είναι υπεύθυνοι για κάποια από τα ωραιότερα και πιο υπόγεια τεχνολαγνικά riffs, όπως στο υπογάστριο του “Hell’s Lost Chambers” (το οποίο έχει κι ένα στοιχειωτικό ήρεμο μέρος, που θυμίζει το αντίστοιχο του “From The Dark Past” των Mayhem) και στο αβυσσαλέο δεύτερο μισό του καλύτερου κομματιού του δίσκου, “Mordant Wind”.
Κάποιος συνάδελφος έχει σωστά αναφέρει πως οι Aura Noir είναι στα καλύτερά τους όταν δεν προσπαθούν να ακουστούν ως retro-thrash, όπως είχαν κάνει για παράδειγμα στο 2ο και καλύτερο άλμπουμ τους, Deep Tracts Of Hell (1998). Το θετικό λοιπόν με το φετινό τους πόνημα είναι πως, παρόλο που οι επιρροές του γίνονται εμφανείς, είναι συγχρόνως και αρκετά προσαρμοσμένες στα μέτρα της μπάντας, έτσι ώστε να ακούγονται επίκαιρες. Βολεύει βέβαια και το γεγονός πως τόσο οι Celtic Frost όσο και οι Voivod ήταν μίλια μπροστά από την εποχή τους (όταν θα φτάσουν οι Voivod να θεωρούνται ρετρό, θα έχουμε φτάσει σε διαφορετικό επίπεδο ύπαρξης) και έτσι ο ήχος τους δύσκολα εντάσσεται στο νοσταλγικό δοχείο. Σε όλα αυτά βοηθάει επίσης η εξαιρετική παραγωγή που έχουν πετύχει οι Νορβηγοί στο Aura Noire, με ένα πολύ γεμάτο και ζωντανό αποτέλεσμα, στο οποίο έχει αυτόφωτη ύπαρξη και το μπάσο.
Το Aura Noire φέρει επάξια το όνομα της μπάντας στον τίτλο του, δίνοντας περισσότερο βάρος στο thrash τμήμα του black/thrash χαρακτηρισμού. Ένας δίσκος με ραχοκοκκαλιά Celtic Frost, μυαλό και σκιά Voivod (το “Outro” παραλληλίζεται διαισθητικά με το “Batman” που κλείνει το Dimension Hatröss του 1988) και πολλαπλές thrash ανταύγειες, ο οποίος δεν στέκεται σε ρετρό αναλαμπές. Ίσως μπορούμε πλέον να ελπίζουμε και σε λίγη παραπάνω αγάπη για τον ονειρικό εκείνο ήχο του πρώτου τους demo, σε κάποιο μελλοντικό βήμα;
{youtube}X0ZcaTBMgoI{/youtube}