Όσο και να θεωρώ αυταπόδεικτο ότι η Alicia Keys είναι η μοναδική τραγουδοποιός που διεκδικεί τον τίτλο «soul diva» μετά το 2000, τόσο θεωρώ ότι δεν έφτασε ποτέ ξανά στα ύψη των πρώτων 2 δίσκων της, Songs Ιn A Minor (2001) και The Diary Οf Alicia Keys (2003). Σε εκείνα τα άλμπουμ, συνδύασε με αρετή και γνώση την πυγμή της Jill Scott και το σοφιστικέ της Erykah Badu, και τα σέρβιρε με υπέροχα τραγούδια στο mainstream. Στη συνέχεια, όμως, διέγραψε μια τεθλασμένη γραμμή ποιότητας και η soul απόλαυση εκείνων των δίσκων χάθηκε, ιδίως με το ταγμένο στη λογική του «fast selling» As I Am (2007). Η δυναμική της επανήλθε βέβαια στη συνέχεια με διαφορετική μορφή στο ραφινάτο ποπ πείραμα του The Element Οf Freedom (2009), αλλά έμεινε ξανά μετέωρη με το αμήχανο και απορρυθμισμένο Girl Οn Fire (2012).
Η χαρισματική τραγουδοποιός ένιωσε λοιπόν την ανάγκη να δηλώσει ότι βρίσκεται στο «εδώ» και στο «τώρα», κοιτώντας όμως προς τα πίσω, ώστε να ξαναβρεί τις ρίζες της. Κι έτσι υιοθετεί άλλη ρητορική σε αυτό το 6ο της άλμπουμ: αποφάσισε να χριστεί σε εμπροσθοφυλακή της μαύρης παράδοσης, μα χωρίς να ξοδεύεται σε ρεβιζιονισμούς. Αποδοκιμάζει το μακιγιάζ, απορρίπτει το ποπ φτιασίδωμα, ξεσκονίζει τα soul βινύλια, διαβάζει τις βιογραφίες της Nina Simone και του Curtis Mayfield, καμαρώνει την αυθεντικότητα των Μαύρων Πανθήρων, μελετά τους στίχους των Last Poets, επιστρέφει σε μια αφρικάνικων καταβολών αυτοέκφραση. Και ανακαλύπτει παράλληλα την R&B αισθαντικότητα, προτού η τελευταία γίνει πηγή εκμετάλλευσης για το ψωνισμένο γκλάμουρ και το σαλονάτο sexploitation.
Το εναρκτήριο “The Gospel” βάζει σαν προτεραιότητα την ευκολία της οικειότητας του groove, για ένα τσαμπουκαλεμένα αυτοβιογραφικό «from the ghetto» πόνημα. Στο εθιστικό “Pawn It All”, πάλι, η Keys αποδεικνύει ότι η φωνή της διαθέτει ακόμη καθαρότητα, καθώς αναβιώνει τον μάχιμο νατουραλισμό των Staple Singers. Το δε ακουστικό “Kill Your Mama” κλείνει με περήφανο στυλ το μάτι στο πολιτικό τραγούδι της δεκαετίας του 1970, ενώ οι «δοξασμένες» συνοικίες της Νέας Υόρκης –σαν φορείς της sοul παράδοσης– λαμβάνουν τον δικό τους φόρο τιμής στο λουσάτο "She Don't Really Care_1 Luv", το οποίο διαθέτει ένα ψυχεδελικό groove που ακούγεται αγέρωχα παλιομοδίτικο, χωρίς όμως να είναι στερεοτυπικό.
Η Alicia Keys δεν απαρνιέται τον ψυχαγωγικό της ρόλο και ακουμπά με σιγουριά πάνω στην ποικιλομορφία της soul/pop στο "Work On It", σε εκείνη της reggae στο "Girl Can't Be Herself", ενώ δείχνει άνεση και με τα gospel στο "More Than We Know". Ξέρει άλλωστε να πατάει φωνητικά στην R&B κληρονομιά της δεκαετίας του 1960, με ρεφρέν που εντυπώνονται εύκολα στον ακροατή. Πετυχαίνει έτσι ένα ρεσιτάλ δεξιότητας, που ίσα που προλαβαίνει να εξατμιστεί στα 2-3 fillers τα οποία κλείνουν το Here.
Με τις μετωπικές της ερμηνείες, η 35χρονη Νεοϋορκέζα έχει στόχο να προκαλέσει αληθινά αισθήματα στον ακροατή –όπως π.χ. με το φωνητικό κρεσέντο στο “Illusion Οf Bliss” ή με την affirmative action ιδεολογία του “Holy War”. Αλλά οι ιδέες της δεν απογειώνονται όσο θα έπρεπε, ώστε να έχουμε ένα αληθινό instant classic. Πραγματικά, το Here περιέχει περισσότερα «yeah» και «ohh» και «ungh» από ολόκληρη τη δισκογραφία της και δεν βλέπω τον λόγο για τέτοιες εύκολες λύσεις. Αυτά τα πταίσματα συγχωρούνται όμως, γιατί τουλάχιστον κατάφερε να κατασκευάσει ένα σύγχρονο και «μορφωμένο» σύνολο από κλασικούς R&B ρυθμούς, με τραγούδια που απολαμβάνονται καλύτερα μέσω της επανάληψης.
{youtube}HbGm5f5PR2o{/youtube}