Ο 3ος προσωπικός δίσκος της 39χρονης Αμερικανίδας με τις μανιάτικες ρίζες (κάποτε μέλος στους Fiery Furnaces), σηματοδοτεί την επιστροφή της στα απολύτως απαραίτητα. Εγκατέλειψε το αστικό χάος της Νέας Υόρκης για να αγοράσει ένα σπίτι/αγρόκτημα στην επαρχία κι έβαλε στην άκρη τις indie ευαισθησίες της, αγκαλιάζοντας μία πιο old school φόρμα γραφής. «Νέα θέα» σε φυσιολατρικά τοπία λοιπόν για την Eleanor Friedberger, αλλά και νέα οπτική στον τρόπο με τον οποίον επιλέγει να διαχειριστεί τις –κατά κύριο λόγο 1970s soft rock– επιρροές της.
Καινούρια όμως προσέγγιση, δεν σημαίνει απαραίτητα και φρέσκια αντίληψη. Είναι γεγονός πως το New View χαρακτηρίζεται από συναισθηματική διαύγεια και στιχουργική ειλικρίνεια, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη κατάθεση της Friedberger. Η ανάγκη όμως να μετατρέψει τις αναμνήσεις και τα συναισθήματά της σε ευκολοχώνευτα τραγούδια σκοντάφτει πάνω στο –εκβιασμένο σε ορισμένες περιπτώσεις– ρετρό περιτύλιγμα. Στην προσπάθεια δηλαδή να ακουστεί ψυχικά πιο ευάλωτη, η καλλιτέχνιδα οδηγείται σε «παραδοσιακές», οικείες τεχνικές σύνθεσης, οι οποίες τελικά πνίγουν τα κομμάτια στον αναχρονισμό. Έτσι, η vintage πολύχρωμη ταπετσαρία που επιλέγεται ως φόντο γίνεται ενοχλητικά εξόφθαλμη, κυρίως στο εναρκτήριο “He Didn’t Mention His Mother”, όπου ακούγεται ριφάκι προερχόμενο κατευθείαν από το “Knockin Οn Heaven’s Door”· αλλά και ελαφρώς κιτς στη 1960s flower pop χορωδία του “Sweetest Girl”.
Αν πάντως ο ακροατής ακολουθήσει τη Friedberger στο νοσταλγικό μονοπάτι των μελαγχολικών και τρυφερών αναμνήσεων που διασχίζει, θα απολαύσει μερικούς από τους πιο γλυκόπικρους στίχους, αλλά και ορισμένες από τις πιο εμπνευσμένες της μελωδικές ιδέες.
Μία από αυτές τις στιγμές είναι η χωρίς ανάσα, ειλικρινής απορία της ποπ ανάφλεξης του “Because I Asked You” («Why would you wanna dim the light?/Let that record play all night?/Why would you wanna do that?»), η οποία καταλήγει στη λυτρωτική συνειδητοποίηση που της αξίζει («Because I asked you to/Because I love you»). Μάλιστα, έπειτα από τη σαν γραμμένη σε σφραγισμένο ημερολόγιο, ρομαντική εξομολόγηση του “Two Versions Of Tomorrow” («I could always stay for more/I would always stay for more»), το άλμπουμ βρίσκει μία εθιστική ροή, που κορυφώνεται στο παλαιάς σχολής σόλο του "Does Turquoise Work?" και καταλαγιάζει απαλά στον choir pop δυναμίτη του "A Long Walk", όπου οι στίχοι δείχνουν έτοιμοι να πνιγούν στα δάκρυα της αναπόλησης: «We didn’t detach ourselves or catch the perfect view/But we kissed in front of strangers like regular lovers do».
Η συλλογή των τραγουδιών που συναποτελούν το New View φαντάζει λοιπόν ως το μουσικό ισοδύναμο του ψαχουλέματος του φανταστικού φωτογραφικού άλμπουμ στο μυαλό της Eleanor Friedberger: παθιασμένα φιλιά μπροστά σε αγνώστους, δίσκοι να παίζουν στο πικάπ υπό τον χαμηλό φωτισμό αρωματικών κεριών, υποσχέσεις αιώνιας αγάπης επιβλεπόμενες από μελαγχολικά μπλε μάτια και βροχερά φθινοπωρινά απογεύματα πίσω από το παράθυρο της κουζίνας, να ξεπλένουν τα λάθη του καλοκαιριού.
Το μόνο πρόβλημα είναι πως το πορτραίτο που δημιουργούν αυτές οι εικόνες είναι ξεθωριασμένο και μοιάζει να ανήκει τόσο βαθιά στο παρελθόν, όσο και οι μουσικές ιδέες που ποτίζουν τις περισσότερες γωνίες του New View.
{youtube}1Dj0s16RMa0{/youtube}