Σε καιρούς όπου οι περισσότεροι καινούριοι ήρωες της ποπ κουλτούρας κάνουν συνήθως κάτι παλιό κι έτσι δεν αποτυπώνονται ως παντός καιρού φιγούρες μα ως πρωτεργάτες κάποιας φάσης που γρήγορα κατόπιν ξεχνούν ακόμα και υποστηρικτές, ο Bowie γιορτάζει τα 70 του με έναν δίσκο που θα ακούσουν και θα συζητήσουν όλοι. Ακριβώς γιατί εκείνος είναι ένας παλιός ήρωας που όμως ενδιαφέρεται –σχεδόν πάντα ενδιαφερόταν– να κάνει κάτι καινούριο, με αποτέλεσμα να αναγνωρίζεται ως «μεγάλος καλλιτέχνης» ακόμα και από τη γενιά που θυμάται μόνο την Amy Winehouse ως κάτι παρεμφερές με όσα έχει ακούσει από τους παλιότερους.
Φοβάμαι βέβαια πως για πολλούς εκεί έξω το ★Blackstar έχει ήδη κριθεί, κι ας κυκλοφορεί σήμερα. Σε έναν κόσμο δηλαδή όπου η μουσική συγκροτεί/ενισχύει ταυτότητες ή χρησιμεύει για την επιβεβαίωση του «ανήκειν» σε μια κοινότητα, τα στρατόπεδα έχουν ήδη συγκροτηθεί και η όποια κριτική θα αντιμετωπιστεί με άξονα το αν εξυπηρετεί την ιδεολογία. Είμαστε με τους μύθους; Ή αυτοκαθοριζόμαστε επειδή ακριβώς στεκόμαστε απέναντί τους; Η Κατερίνα Γώγου μπορεί επομένως να γελάσει χαιρέκακα, καθώς για ακόμα μία φορά η στάση ζωής θα καθοριστεί πράγματι «από το στυλ της καρέκλας».
Παίζει rock 'n' roll ο Bowie στο ★Blackstar;
Θα έπρεπε να παίζει, για να μας αρέσει;
Γουστάρουμε να μην παίζει, γιατί είμαστε από αυτούς που πια βαρέθηκαν το rock 'n' roll;
Τον θέλουμε αβανγκαρντίστα;
Ή μήπως τον προτιμάμε αναγνωρίσιμο;
Και τελικά, πιστεύουμε ότι χωράνε κι άλλα πράγματα στην ποπ κουλτούρα, πέρα από όσα radio friendly τρίλεπτα/τετράλεπτα τηρούν κι έναν έτσι εναλλακτικό κώδικα, για να μη μας πούνε και μεϊνστριμάδες;
Είναι πραγματικά αυτά τα ερωτήματα· και είναι κρίσιμα. Τα τροφοδότησε άλλωστε και το ίδιο το περιβάλλον του Bowie, κυρίως ο παραγωγός Tony Visconti, με δηλώσεις τύπου «θέλαμε να αποφύγουμε το rock 'n' roll», «κάναμε κάτι avant garde», «ακούγαμε πολύ Kendrick Lamar» κτλ.
Απαντήσεις πάντως πολύ συγκεκριμένες, μην περιμένετε. Και για μένα, αυτή είναι και η μεγαλύτερη δύναμη του άλμπουμ. Το πώς κυλάει δηλαδή από έναν Bowie που δείχνει να έπαθε Scott Walker ή που τριπάρει σε δομές έτοιμες για ακομπλεξάριστη συνομιλία με τη μοντέρνα πλευρά της σύγχρονης τζαζ –που δεν αγαπήθηκε ποτέ πραγματικά από το ποπ/ροκ κοινό, παρά την καταλυτική παρουσία του Miles Davis– σε έναν Bowie ο οποίος ναι μεν δεν ποιεί πια rock 'n' roll, μα ενίοτε τραγουδάει με έναν τρόπο αν μη τι άλλο αναγνωρίσιμο σε όσους εντρύφησαν στο Station To Station και σε λοιπά 1970s μεγαλεία. Ίσως το σημαντικότερο, πάντως, να είναι το πόσο απολαμβάνει ο ίδιος το ταξίδι: αποτυπώνεται γλαφυρά στις ερμηνείες, βοηθώντας τις (μαζί βέβαια με τη στούντιο τεχνολογία, ας μην τρέφουμε αυταπάτες εδώ) να ξεπεράσουν τις αναπόφευκτες ουλές του χρόνου πάνω στις φωνητικές του χορδές.
«Everybody knows me now», λέει κάπου στη μέση του δίσκου, «I've got nothing left to lose». Και ξέρετε, το εννοεί. Ο ενθουσιασμός του, η δίψα να ξεφύγει πρωτίστως από το δικό του παρελθόν, η ανάγκη να δει το πώς μπορεί να μοιάζει το αύριο τώρα που ο δικός του χρόνος ίσως να τελειώνει, ξύπνησαν ξανά μέσα του το θηρίο του μεγάλου καλλιτέχνη, οδηγώντας τον σε έναν εξαιρετικό δίσκο· αλλά και σε μια σπουδαία χειρονομία, rock 'n' roll στην ουσία της, κι ας μην επικαλείται πια τη μορφολογία αυτού. Γιατί πολλοί αναρωτιούνται για τη Ζωή στον Άρη, πολλοί γοητεύονται στην προοπτική, μα λίγοι θα πάρουν ένα διαστημόπλοιο να πάνε εκεί και να αντιμετωπίσουν το ενδεχόμενο.
Και είναι κρίμα που καλομάθαμε στην ασφάλεια του ατέλειωτου déjà vu οι «επαγγελματίες μουσικογραφιάδες» και τόσο αβασάνιστα προβάλλουμε εδώ και μια 15ετία καλλιτέχνες που δεν κάνουν πολλά πέρα από το να ανακυκλώνουν –λιγότερο ή περισσότερο επιτυχώς– το χθες, απλά και μόνο επειδή μας αρέσει το τάδε ή το δείνα παρελθόν. Ξεχάσαμε (ή έτσι κάνουμε, γιατί εκεί πάει το ρεύμα) ότι το rock 'n' roll δεν ανθεί όταν αναπαύεται στα δοκιμασμένα, αλλά ως δύναμη αμφισβήτησης των έτοιμων, που ψηλαφεί διάφορα «outer limits» κάθε εποχής. Γι' αυτά τα «σύνορα» έρχεται να μας μιλήσει στα 70 του και ο Bowie, κρίμα το μπόι, την ομορφιά και τα νιάτα όσων 20άρηδων μηρυκάζουν ψυχεδέλειες, post-punk, τον ίδιο τον Bowie κλπ.
Να το έχετε λοιπόν σίγουρο, ότι θα πέσει πολλή γκρίνια. Αλλά το ★Blackstar ξαναρίχνει στο τραπέζι μας το μέτρο με το οποίο θα έπρεπε να κρίνουμε τα πράγματα, όσο κι αν ξεβολεύει κάτι τέτοιο αυτούς που έλπιζαν ότι θα συνέχιζαν να πορεύονται λες και ο Simon Reynolds δεν έγραψε ποτέ το Retromania. Το 2016 μόλις ξεκίνησε και επιτέλους αισθάνεσαι ακούγοντας έναν ας-τον-πούμε-ροκ δίσκο πως η χρονολογία στο ημερολόγιό σου είναι η σωστή.
{youtube}kszLwBaC4Sw{/youtube}