Στη metal μουσική, οι ποικίλες κατηγοριοποιήσεις των συγκροτημάτων με βάση το είδος, είναι κάποιες φορές …ατελείωτες! Με βάση όμως το οπαδικό συναίσθημα, είναι μία και καλή: υπάρχουν δηλαδή μπάντες που τις εκτιμούμε αμιγώς για την καλλιτεχνική τους αξία (η οποία αν τύχει και εκλείψει, τους αλλάζουμε τον αδόξαστο στην κριτική) και μπάντες που τις γουστάρουμε περισσότερο για τη συνεπή στάση και την ειλικρίνειά τους, οπότε τις αντιμετωπίζουμε συνήθως με συμπάθεια και υποκειμενικότητα –και αν τα τραγούδια είναι αξιόλογα, ακόμα καλύτερα. Κάπου στη δεύτερη κατηγορία υπάρχει, για τους περισσότερους, και μια θέση για τους High On Fire. Οι οποίοι, διανύοντας αισίως τον 15ο χρόνο δισκογραφικής πορείας, έχουν κερδίσει το ενδιαφέρον πολλών για τη μουσική τους και τον σεβασμό όλων για την παρουσία τους. 

Δίσκος No. 7 λοιπόν για την παρέα του αρχηγού Matt Pike και η πρώτη αίσθηση από την ακρόαση είναι παρόμοια με αυτή που σου αφήνει μια συνάντηση με έναν καλό σου φίλο, με τον οποίον ξέρετε τον τρόπο να περνάτε καλά. Από τη μία δεν υπάρχει σχεδόν τίποτα νεωτεριστικό στο Luminiferous. Από την άλλη, βρίσκονται εδώ όλα τα στοιχεία που έκαναν διακριτό το μουσικό στίγμα των Αμερικανών, για να ντύσουν μια ευρεία στιχουργική θεματολογία, που ξεκινάει από την προσωπική μάχη του Pike με τον αλκοολισμό και φτάνει έως διάφορες σύγχρονες θεωρίες συνωμοσίας. 

Οι 7 από τις 9 συνθέσεις κινούνται στα γνωστά sludge μονοπάτια των προηγούμενων άλμπουμ, με δυναμικά ντραμς ν' αναλαμβάνουν την είσοδο, για να ακολουθήσουν επικά riffs, καθώς και τα άκρως αναγνωρίσιμα, κάφρικα φωνητικά-σήμα κατατεθέν της μπάντας. Ειδικά για τα φωνητικά αξίζει να γίνει επιπλέον μνεία, γιατί δίσκο με τον δίσκο φαίνεται να δουλεύονται περισσότερο οι μελωδικές τους γραμμές, κάτι που προσδίδει (σε σημεία) έναν radio-friendly αέρα, ουδόλως όμως cheesy. 

Μέχρι εδώ, επομένως, όλα σωστά, ασφαλή και αναγνωρίσιμα. Αλλά, όπως ξέρετε, η μαγεία –όπως και ο Διάβολος– κρύβεται στις λεπτομέρειες. Εν προκειμένω στις κατά την άποψή μου καλύτερες συνθέσεις του Luminiferous, τα “The Falconist” και “The Cave”: εδώ οι ταχύτητες κατεβαίνουν, κυριαρχούν εθιστικά επαναλαμβανόμενα κιθαριστικά θέματα και εισάγονται ασυνήθιστα για τους High On Fire space και ψυχεδελικά στοιχεία. Ειδικά στο “The Cave”, ο Pike κάνει μια ευθεία αναδρομή στο μουσικό του παρελθόν με τους Sleep και (προφανώς επηρεασμένος από την προσωπική χροιά των στίχων) αποπνέει μια ευαισθησία στην ερμηνεία, η οποία μπορεί να σας καθηλώσει. Μία ξεχωριστή στιγμή στον κατάλογο του γκρουπ, μα και μια ισχυρή υποψηφιότητα για τα καλύτερα τραγούδια του 2015.

Ο χρόνος βέβαια θα το δείξει, πάντως –πιθανότατα– το Luminiferous δεν είναι ο καλύτερος δίσκος των High On Fire. Ποιος αλήθεια νοιάζεται όμως για κάτι τέτοιο, όταν μια μπάντα μπορεί να σε συγκινήσει απλώς επαναλαμβάνοντας με συνέπεια τον εαυτό της; Οι συνήθεις ύποπτοι ξέρουν και θα ακολουθήσουν. Αλλά και οι υπόλοιποι, μη διστάσετε να φτάσετε (τουλάχιστον) μέχρι τη Σπηλιά… 

{youtube}-Q4s22bJ6Rk{/youtube}

 

 

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured