Η αιώνια λιακάδα ενός διαταραγμένου μυαλού: αυτός θα ήταν ο τίτλος που θα έδινα στη βιογραφία των Faith No More. Κυρίως γιατί δεν μπορώ να απαριθμήσω τις (μουσικές ή μη) διαταραχές στον εγκέφαλο του κυρίου Patton, αλλά και γιατί –παρά το «έμφυτο ελάττωμα» της ερεβώδους σκοταδίλας– νομίζω ότι αρέσκεται να λιάζεται κάτω από τον ήλιο του Σαν Φρανσίσκο, ατενίζοντας τα όξινα λιμνάζοντα νερά του λιμανιού και τους παρανοϊκούς που βολοδέρνουν στα πεζοδρόμια.
Ο Patton πέρασε άλλωστε τη μισή ζωή του εργαζόμενος σκληρά σε αμέτρητα side projects, one-off σχήματα, φευγαλέες συνεργασίες, supergroups, και αναλώθηκε σαν καλεσμένος σε άλμπουμ τρίτων, σε πειραματικά σόλο project, σε «κουλά» soundtrack και άλλα πολλά, τα οποία συνθέτουν μια παρανοϊκά ασυμμάζευτη δισκογραφία. Ήταν επιτέλους καιρός τα υπόλοιπα μέλη της μπάντας να μαζευτούν και να πουν «Get the Motherfucker on the phone» (όπως λέει στο ρεφρέν του το καταπληκτικό “Motherfucker”).
Το συγκρότημα που πάντα αντιλαμβάνονταν τη νορμαλιτέ στην έκφραση σαν αντιπρότυπο, όφειλε να αναπαράγει με συντηρητική ευλάβεια τον αντικομφορμισμό της για να ακουστεί τουλάχιστον επίκαιρη το 2015, ούτε κατά διάνοια επιδραστική.
Όμως αν θέλουμε να είμαστε ακριβοδίκαιοι (και πρέπει, γαμώτο) ο ψυχωμένος συγκερασμός από hardcore, rap, funk και πρώιμο heavy metal που έκανε τους Faith No More να λάμψουν εκείνα τα παράξενα χρόνια –που πλέον αποκαλούμε με ασφάλεια και από απόσταση «δεκαετία του 1990»– πλέον είναι ελαφρά εκτός εποχής. Από τη στραβοχυμένη αδρεναλίνη του We Care A Lot (1985) και την εποχή που το “Epic” έσκασε σαν μπουνιά στο σαγόνι στις οθόνες όσων το 1990 μεγαλώναμε ξελιγωμένοι μπροστά στις νυχτερινές οθόνες του MTV, μέχρι το εναρμονισμένο χάος του Angel Dust (1992) και από το καλλιτεχνικό απόγειο του King For A Day Fool For A Lifetime (1995) μέχρι σήμερα, έχουν έρθει τα πάνω-κάτω. Το φετινό Sol Invictus δεν είναι λοιπόν το αυθόρμητο reunion που ξεχειλίζει από εκκεντρικότητα· από την άλλη, όμως, ούτε και το εύκολο προϊόν μιας φόρμουλας, προκειμένου να μαζέψει η μπάντα τα ρέστα μετά από 18 χρόνια απουσίας.
Ευτυχώς έχουμε να κάνουμε με συγκρότημα το οποίο διαθέτει υψηλό δείκτη νοημοσύνης, που συναισθάνεται πως μια τόσο μεγάλη χρονική απόσταση –ειδικά όταν μας άφησε με το αμήχανο Album Of The Year (1997)– δύσκολα καλύπτεται με ένα μπουκέτο νέων τραγουδιών. Οπότε οι Faith No More είναι πιο συνειδητά από ποτέ ο εαυτός τους. Αποφασίζουν να γίνουν ξανά οι Faith No More, με τις «λαλημένες» εκλάμψεις, με την κομψότητα μέσα στον κρετινισμό, με τον «αλλόθρησκο» χαβαλέ, και με τον Mike Patton αλλού να έχει το γουρλωμένο βλέμμα του παράφρονα αφηγητή ("Cone Of Shame") και αλλού να τσιτώνει τις heavy τσιρίδες από την Κόλαση ("Separation Anxiety").
Το Sol Invictus είναι ένα γάργαρο ηχοσύνολο με πυκνές απολαύσεις, όπως το "Sunny Side Up", και συλλαμβάνει τα πιο νόστιμα ιζήματα της παράδοσης του συγκροτήματος σε κομμάτια όπως το "Superhero" –ακούστε τα φρενήρη «GO-go-GO-Go-gO» που ξαμολάει στο μικρόφωνο ο Patton. Το εύπλαστο λαρύγγι του, το οποίο πάντα καταφέρνει να εξιτάρει τις μαυροφορεμένες leather vixens, δείχνει αναλλοίωτο στον χρόνο και πατινάρει στην ενδιάμεση περιοχή που χαράζει ο James Hetfield των Metallica και ο Meatloaf.
Πάντως οι νέες ψυχωτικές μανούβρες των Faith No More θα βρουν τη θέση τους κυρίως σε μεταλλάδικα (υπάρχουν ακόμα;) με θεματικά πάρτι που τιμούν τους συνοδοιπόρους της γενιάς τους, για κόσμο που έχει ήδη κίνητρο να αναμειχθεί με αυτούς τους απόηχους. Εμείς κι εμείς θα το ακούμε δηλαδή και θα το καταλαβαίνουμε. Μικρό το κακό, έτσι κι αλλιώς δεν υπάρχει κανένα "Evidence" εδώ, επομένως ο δίσκος δεν θα φτάσει κατά λάθος σε αυτιά για τα οποία δεν προορίζεται.
{youtube}NKP98hDBJ8w{/youtube}