Ευπρόσδεκτο δώρο για ορκισμένους «μπιμουβάδες», συλλέκτες φθαρμένων VHS και θαμώνες μεταμεσονύκτιων προβολών, με τον μανδύα του soundtrack ενός φτηνού θρίλερ με μηχανόβιους serial killer, με τέρατα από το υπερπέραν, με βαμπίρ go-go girls και παράφρονες μαχαιροβγάλτες.
Όσοι ψάχνετε για μεγάλες καλλιτεχνικές αξιώσεις και πρωτάκουστη μουσικοποιημένη αίσθηση του σινεμά, καλύτερα να προσπεράσετε. Οι υπόλοιποι προσπεράστε μονάχα τον παραπλανητικό τίτλο: δυστυχώς το άλμπουμ αυτό δεν περιέχει χαμένα διαμάντια από πεταμένα ασκησιολόγια του John Carpenter των χρόνων του 1970 και του 1980, που δεν βρήκαν τον δρόμο για να χωρέσουν σε κάποιο πλάνο της φιλμογραφίας του.
Δεν θα βρούμε επομένως εξαφανισμένα μοτίβα από το Prince of Darkness (1987) εδώ, ούτε στοιχειωμένους ήχους από το Assault on Precinct 13 (1976) ή χειροποίητα ambient λεπτουργήματα από το Starman (1984). Οι ιδέες του Lost Themes είναι καινούριες και καταδεικνύουν τον πλούτο ενός άφθαρτου στον χρόνο στυλ, καθώς ο σκηνοθέτης υπέγραφε τη μουσική σχεδόν σε όλες τις ταινίες του.
O John Carpenter του 2015 ψάχνει στο σκαλιστό σεντούκι για να μας κάνει να χαθούμε στις ατέρμονες ηλεκτρονικές μανούβρες του. Ο εφιάλτης αυτή τη φορά θα παίξει λοιπόν στο μυαλό μας, όχι στην οθόνη. Ο Carpenter κατασκευάζει ένα ηχητικό δίχτυ από ηλεκτρονικές ατμόσφαιρες, από τις οποίες ξεπηδούν σκιώδεις χαρακτήρες ενός άγνωστου sci-fi και horror ανθολογίου. Πραγματικά, θέματα σαν το "Mystery" θυμίζουν έναν σκοτεινό απόγονο του Halloween (1978), ενώ ακούγοντας το synthesizer του "Abyss" αισθάνεσαι να σε κυκλώνει το απειλητικό μαρσάρισμα της Christine (1983).
Η σταδιακή βύθιση στις δικές μας εμμονές και φοβίες είναι το μεγάλο επίτευγμα κάθε σπουδαίας ταινίας τρόμου. Όπως και η αγωνία του ανυπεράσπιστου ήρωα απέναντι στους ανείπωτους φόβους μας –όσο πιο αναίτιοι, τόσο το καλύτερο. Η μουσική του Carpenter μας φοράει κολάρο αυτούς ακριβώς τους φόβους, αλλά με έναν τρόπο που μοιάζει με τελετουργία. Ακούγοντας λ.χ. τα πλήκτρα του "Abyss", μπορείς να γδαρθείς από την ακανθώδη αίσθηση των πιο γκροτέσκο ονείρων. Οι μελωδίες γυρίζουν σαν δερβίσηδες γύρω από τους άυλους κινδύνους που έχτισαν το σινεμά του Αμερικανού δημιουργού.
Στα πιο ατμοσφαιρικά του δίσκου, ο ακροατής πελαγοδρομεί μαζί με τον μακάβριο διώκτη του (ο Mike Mayers στέκεται έξω από το τζάμι σου), ενώ στα πιο corny σημεία φαντασιώνεται ένα άγριο νυχτερινό κυνηγητό, έχοντας τη ρωμαλέα κόμη του Jake the Snake. Αρκεί να μην ξεχνάμε ότι ο άνθρωπος που μας έκανε πρώτος να υποψιαστούμε τον γιάπικο πουριτανισμό ανάμεσά μας (They Live) και που έκανε μια κωμόπολη τραγικό κοινωνό των αρχέγονων φόβων μας (The Fog), δικαιούται και να μην είναι ο πιο μοντέρνος μουσικός πειραματιστής. Ο στόχος του είναι σαφής, αναίσχυντα ψυχαγωγικός και trashy. Χάρμα.
{youtube}Lxbfshg2mcI{/youtube}