Παρακολουθώ εδώ και πολλά χρόνια τον Mark Kozelek, από την πρώτη του κυκλοφορία πίσω στο 1992 –για λογαριασμό της 4AD, πάντα– το DownColourfulHill. Τότε ηχογραφούσε με τoυς Red House Painters, που ήταν το κάτι άλλο, μια μπάντα απίστευτα δεμένη (ώστε οι ήχοι της να μπορούν να αιωρούνται στον χώρο και στον χρόνο χωρίς να σκορπούν προς όλες τις κατευθύνσεις, όπως θα φοβόσουν, κάτι που ποτέ δεν συνέβαινε γιατί υπήρχε η φωνή του Kozelek να κρατάει τα πάντα στη θέση τους) και βαθιά ατμοσφαιρική, η οποία καθόρισε την αισθητική της ετικέτας στην εποχή που έδρασε. Και δεν ήταν πάρα πολλά τα χρόνια αυτά, εδώ που τα λέμε: μια τριετία μόνο έμεινε στην αγκαλιά της, δίνοντας 4 συνταρακτικά άλμπουμ.

Οι Red House Painters ήταν μεγάλη αγάπη και για το αφεντικό της εταιρίας, τον Ivo Watts-Russell, αλλά, όπως συμβαίνει μερικές φορές, μετά τις μεγάλες αγάπες έρχονται οι πικροί χωρισμοί... «It’ll End In Tears», όπως διατεινόταν κι ένα άλλο σχήμα της 4AD, και πράγματι δεν χώρισαν οι δρόμοι τους με τον καλύτερο τρόπο: όταν το γκρουπ του έστειλε το άλμπουμ SongsForABlueGuitar, o Ivo τους το γύρισε πίσω επειδή δεν του άρεσε. Βασική του διαφωνία ήταν το κομμάτι "Make Like Paper" που διαρκούσε 12 λεπτά, τα περισσότερα απ’ τα οποία καταλάμβανε ένα κιθαριστικό σόλο, όπως και κάποιες διασκευές –σ’ ένα τραγούδι των Wings για παράδειγμα. Αυτή η επιστροφή σε κλασικές ροκ δομές ήταν σαφέστατα απαγορευμένη στα πλαίσια της 4AD αισθητικής και η άρνηση του Kozelek να αλλάξει οτιδήποτε στον δίσκο τον έθεσε αυτόματα εκτός της συγκεκριμένης στέγης. Αποφάσισαν λοιπόν να χωρίσουν τους δρόμους τους οι δύο συνεργάτες, μένοντας φίλοι παρ’ όλα αυτά.

Το συγκρότημα υπήρξε για άλλη μία πενταετία (χοντρικά) κι έβγαλε 2 ακόμη άλμπουμ έξω από τα χωρικά ύδατα της 4AD. Αλλά η ατυχία θα έλεγες τους εμπόδιζε να κάνουν εκείνο το κάτι παραπάνω, που θα τους καθιστούσε ευρύτερα γνωστούς. Έμειναν έτσι για πάντα ένα κρυμμένο μυστικό, το οποίο γνώριζαν λίγοι και εκλεκτοί. Τόσοι όμως ώστε αρκούσαν για να συντηρούν την Τέχνη του Kozelek, βοηθώντας τον να εξακολουθήσει να γράφει μουσική και να περιοδεύει. Υποθέτω ότι διαφορετικά δεν θα έβγαζε μέχρι και ορισμένες από τις συναυλίες που δίνει σε CD, εάν δεν υπήρχε αυτό το σεβαστό ακροατήριο. Επίσης, τα βινύλιά του εξακολουθούν και εκτιμώνται σε υψηλές για την εποχή και την παλαιότητά τους τιμές, κυρίως επειδή κόβονται σε περιορισμένες ποσότητες και διατίθενται μέσω του ιστότοπου της δικής του δισκογραφικής στέγης Caldo Verde, απ’ όπου και μπορείτε να τα παραγγέλνετε εφόσον επιθυμείτε να στηρίξετε αυτόν τον ξεχωριστό καλλιτέχνη.

H συνέχεια είχε μια νέα μπάντα, τους Sun Kil Moon –οι οποίοι κάποτε έφταναν να έχουν μονάχα τον ίδιο σαν μέλος– μερικούς δίσκους που απαρτίζονταν αποκλειστικά από κομμάτια συγκροτημάτων όπως οι AC/DC ή οι Modest Mouse, καθώς και κάποιες κυκλοφορίες κάτω από το όνομά του. Μία από αυτές (από την περασμένη χρονιά) ήταν και η συνεργασία του με τον Jimmy Lavalle των Album Leaf, η οποία χαιρετίστηκε σαν μία από τις καλύτερες του 2013.

Κι έρχεται τώρα να μας συναντήσει με το Benji, 6ο του άλμπουμ με το όνομα Sun Kil Moon. Δεν θα ήταν υπερβολή αν λέγαμε ότι ανήκει στις κορυφαίες του δουλειές, σπουδαίο επίτευγμα αν σκεφτεί κανείς ότι η παραγωγή του δεν πέφτει ποτέ κάτω από το επίπεδο του αληθινά εξαιρετικού. 11 κομμάτια περιέχει και είναι όλα τους ξεχωριστά, το καθένα τους και μια μικρή ιστορία που με συναρπαστικό τρόπο διηγείται ο Kozelek, έχοντας πλέον τιθασεύσει τα εκφραστικά του μέσα όσο ελάχιστοι. Δεν είμαι σίγουρος αν οι συνθέσεις του μπορούν να σταθούν στο ίδιο ύψος μ’ εκείνες των Red House Painters –και δεν εκφράζω εδώ κανένα παράπονο για τα όσα ακούω, απλά θα πρέπει να είμαστε ειλικρινείς και να παραδεχτούμε ότι παλιότερα ήταν σαρωτικότερος στον τομέα αυτόν– είναι πάντως απολύτως βέβαιο ότι στιχουργικά γίνεται ολοένα και καλύτερος.

Και ο λόγος είναι επειδή γίνεται αυτοβιογραφικότερος, αλλά και τόσο ζωτικά οικείος, ώστε θαρρείς ότι έχεις έναν φίλο σου στο τηλέφωνο και σου διηγείται σπαρακτικά γεγονότα που δεν πάει το μυαλό σου ότι μπορεί να συμβαίνουν σε ανθρώπους τους οποίους γνωρίζεις. Καλώς ή κακώς, ο θάνατος εμφανίζεται στα περισσότερα τραγούδια του Benji και με τον τραγικότερο μάλιστα τρόπο: ξεκινάς δηλαδή να ακούς και ο πρώτος χαρακτήρας που συναντάς είναι η Carissa, μια δεύτερη ξαδέλφη του Kozelek με την οποία είχε χάσει επαφή εδώ και πολλά χρόνια, από τότε που έφυγε από τη γενέτειρά του (στο Οχάιο), έχοντας και δύο παιδιά, τα οποία έκανε από τα 15 της κιόλας χρόνια. Η Clarissa έχασε λοιπόν τη ζωή της στα 35, σε ένα «φρικιαστικό ατύχημα», όταν έσκασε ένα μπουκάλι από αεροζόλ στα σκουπίδια. Πόσες πιθανότητες υπάρχουν να συμβεί κάτι τέτοιο, αναρωτιέται ο ίδιος ο Kozelek, και όντως...

Παρακάτω μιλάει και για άλλα μέλη της οικογένειάς του, για έναν θείο του λ.χ. ο οποίος δούλευε σαν οδηγός νταλίκας και πέθανε μία ημέρα πριν βγει στη σύνταξη –κι αυτός από ανάφλεξη μιας φιάλης που πέταξε στη φωτιά– μα και για τους γονείς του. "I Can’t Live Without My Mother’s Love" και "I Love My Dad" είναι οι τίτλοι δύο τραγουδιών που περιέχονται εδώ και δεν θα μπορούσαν να είναι περισσότερο εύγλωττοι. Κάποια άλλα τραγούδια έχουν ως τίτλους ονόματα όπως "Micheline", "Jim Wise" (ένας φίλος του πατέρα του που περίμενε να δικαστεί για τον φόνο της συζύγου του, από συμπόνια, και επιχείρησε να αυτοκτονήσει αλλά κόλλησε το όπλο του –ναι, τέτοια ωραία συμβαίνουν στον κόσμο του Kozelek, κάτι που οφείλετε να γνωρίζετε…) και "Ben’s My Friend" (αναφέρεται στον Ben Gibbard και μιλάει για το πώς πήγε σε μία συναυλία των Postal Service όπου σκεφτόταν τη δική του θέση στη μουσική βιομηχανία και πού βρίσκεται στη ζωή του γενικότερα).

Εκεί όμως όπου γίνεται αληθινά ανατριχιαστικός είναι στο "I Watched The Film The Song Remains The Same": ξεκινάει μιλώντας για την ομότιτλη ταινία των Led Zeppelin και την εντύπωση που του έκαναν οι σχεδόν θεϊκές φιγούρες των τεσσάρων της μπάντας επάνω στο πανί, πριν γυρίσει τη διήγηση σε προσωπικές εξομολογήσεις· και μιλήσει για τη μελαγχολία του, την οποία έχει από μικρό παιδί και κουβαλάει μέχρι και τώρα, εδώ και 46 χρόνια –και το πιθανότερο είναι ότι θα κουβαλάει για ολόκληρη τη ζωή του, «μέχρι την κόλαση», όπως λέει. Και συνεχίζει: «έχω ένα φίλο που ζει στην έρημο έξω από τη Santa Fe και θα πάω να τον επισκεφθώ αυτό το Σάββατο. Ανάμεσα στα ταξίδια μου, το διαζύγιό του και τον καιρό που δεν είμαστε μαζί έχουν περάσει 15 χρόνια χωρίς να τον έχω δει. Είναι ο άνθρωπος που με υπόγραψε το ’92 και θέλω να πάω εκεί και να του πω πρόσωπο με πρόσωπο ότι τον ευχαριστώ που αναγνώρισε τόσο νωρίς το ταλέντο μου και με βοήθησε στον μουσικό κόσμο όπου ήταν γραφτό να βρίσκομαι». Χρειάζεται να πούμε ότι αναφέρεται στον Ivo της 4AD;

Δεν θυμάμαι άλλους να κάνουν τέτοιου είδους εξομολογήσεις μέσα από τη μουσική τους, ούτε να είναι πιο απολαυστική η διαδικασία του να παίρνεις στα χέρια σου τους στίχους ενός άλμπουμ και να χάνεσαι τόσο αβίαστα στον κόσμο που τόσο γλαφυρά περιγράφεται σ' αυτούς (εδώ οι στίχοι φιλοξενούνται σ’ ένα πόστερ διπλωμένο στη συσκευασία –κι αν σκοπεύετε να το αποκτήσετε στη φυσική του μορφή το Benji, βιαστείτε να προλάβετε την περιορισμένη έκδοση, μ’ έναν δεύτερο δίσκο όπου περιέχονται 5 από τα κομμάτια του ηχογραφημένα ζωντανά σε 5 διαφορετικές εμφανίσεις).

Εμπεριέχει λοιπόν πόνο και σκοτεινά συναισθήματα το Benji των Sun Kil Moon, αλλά αυτό το περιμένει κανείς –και το απαιτεί κιόλας, εδώ που τα λέμε. Μπορεί να φανταστεί κάποιος μια συλλογή τραγουδιών του Kozelek ηλιόλουστη και απαλλαγμένη από προβλήματα; Μάλλον θα μας έκανε να κοιτάξουμε ξανά στην ετικέτα, για να βεβαιωθούμε ότι δεν έχουμε κάνει λάθος στο τι ακούμε. Τέλος, για να είμαστε και εντάξει σε σχέση με το επίπεδο πληροφορίας το οποίο δίνουμε από το συγκεκριμένο κείμενο, να πούμε ότι στο πλάι του συμμετέχουν εδώ αρκετοί γνωστοί μουσικοί, όπως ο Will Oldham και η Jen Wood στα φωνητικά ή ο Steve Shelley στα τύμπανα. Αν και ελάχιστη διαφορά κάνουν στο τελικό αποτέλεσμα, που είναι 100% Mark Kozelek...

 

{youtube}WU27JJ01PeE{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured