Θα ήθελα να μην μου το είχε κάνει αυτό η Nicole Atkins. Να με φέρει δηλαδή στη δύσκολη θέση να πω κακή κουβέντα για δίσκο της. Δεν μπορώ να κάνω όμως αλλιώς, διότι στο τρίτο της ολοκληρωμένο άλμπουμ το κορίτσι από το Νιού Τζέρσεϊ μπορεί να ακούγεται ορεξάτο, αλλά σε καμία περίπτωση δεν έχει τις κατάλληλες συνθέσεις για να πάει κάπου πιο ψηλά.
Ας μην κρυβόμαστε. Όλοι θέλουμε ένας μουσικός, με κάθε νέα κατάθεσή του, να ανεβαίνει· κι αν δεν μεταβαίνει σε καινούργιες ηχόσφαιρες, τουλάχιστον να μας δίνει το καινούργιο στοιχείο είτε στις ενορχηστρώσεις, είτε στον συνθετικό τομέα, ώστε να εξακολουθήσει να δικαιολογείται η αγάπη και η αφοσίωσή μας. Και για τη φωνή της Atkins μπορεί να μην τίθεται η οποιαδήποτε αμφιβολία –το έχω άλλωστε δηλώσει επανειλημμένα, πρόκειται για ένα από τα πιο προικισμένα λαρύγγια που έβγαλε η Αμερική τα τελευταία 20 χρόνια– αλλά στο SlowPhaser είναι το μόνο που στέκεται όρθιο.
Το ότι πελαγοδρομεί η καλλιτέχνις στον νέο δίσκο, το καταλαβαίνουμε ήδη από το εξώφυλλο. Στην προσπάθεια ίσως να αποφύγει να τοποθετήσει το πρόσωπό της, όπως έχει κάνει στο παρελθόν (με επιτυχημένες φωτογραφίες), φτιάχνει κάτι που θα το περίμενα από μπάντα των 1990s, του Ozric Tentacles τύπου. Στην προσπάθειά της επίσης να πιάσει κάτι από το άρωμα του καλού πρώτου της δίσκου, πήγε στη Σουδία για να δουλέψει με τον Tore Johansson, τον παραγωγό δηλαδή του NeptuneCity (2007).
Όμως, αν και ο Johansson απέφυγε να φτιάξει έναν πολύ κατασκευασμένο δίσκο και άφησε τα σκληρά κομπρεσσαρίσματα όπως και τη μπάντα πιο ελεύθερη, το αποτέλεσμα δεν πείθει. Για την ακρίβεια, το SlowPhaser βρίθει από κακές ιδέες. Χαρακτηριστική περίπτωση το "Worst Hangover", όπου η ηρωίδα καλεί το αντίστοιχο 166 της Νέας Υόρκης σε κατάσταση τραγική, με τη φωνή της στο τέλος να επαναλαμβάνει «I'm dying» με όλο και πιο αργή ταχύτητα. Ακούγεται αστείο, είναι όμως κακόηχο και στα όρια του χυδαίου. Την επόμενη φορά δηλαδή θα ακούσουμε και τους σιελογόνους αδένες; Δεν είναι θέμα ρεαλισμού, αλλά αισθητικής...
Ο δίσκος κυλάει γενικά με ιδέες τις οποίες έχουμε ξανακούσει από τη Nicole Atkins: λίγο αμερικάνικη version της Siouxsie, λίγος Dylan (δυσδιάκριτος η αλήθεια είναι), μια μη προσδιορισμένη σε ακόρντα αλλά σαφώς παρούσα σε επιλογή ήχων από τα synths (ειδικότερα) ατμόσφαιρα από 1970s ηχογραφήσεις. Ακόμα δε κι εκεί που πάει να πάρει μπροστά η μηχανή, στο "Girl You Look Amazing" –έστω κι αν είναι κλεμμένο από τον James Burton και την ασημοπλέκουσα Telecaster του (τον κιθαρίστα του Elvis κατά τα 1970s)– το τραγούδι πεθαίνει τελικά αναπαυμένο σε ανάκλιντρο βαρεμάρας, παρότι προσπαθεί να κάνει έναν ανθυποντίσκο θόρυβο με το ρεφραίν του. Πλήρης απογοήτευση...
Βρε Nicole, μήπως να αφήσεις όχι μόνο τη Σουηδία μα και τη Νέα Υόρκη πίσω σου; Ν' αφήσεις κι αυτές τις υπέρμετρες φιλοδοξίες σύνθεσης, να αφοσιωθείς στη φωνή σου και να τραβηχτείς μέχρι το Λος Άντζελες να σου δώσει μια τραγουδάρα η Diane Warren; Συγνώμη για τη συμβουλή, ειλικρινώς, εγώ έτσι κι αλλιώς θα συνεχίζω να αγοράζω τους δίσκους σου, μήπως όμως –λέω μήπως– σε αντίθεση με τη φωνή σου, η οποία δεν έχει όριο λυρισμού, το συνθετικό ταμπεραμέντο έχει ταβάνι συγκεκριμένου ύψους;
{youtube}LsZvo0ZtfUw{/youtube}