Το πελαγίσιο έχει πάντα άλλη χάρη. Κουβαλάει μαζί του κάτι από το πέλαο το κρασάτο του Ομήρου (Οδύσσεια, Α183), μια αύρα κάπως μυστικιστική, σχετιζόμενη με την αέναη γοητεία μα και το δέος που εξασκούν τα βαθιά της θάλασσας στον ανθρώπινο ψυχισμό. Οι γνωρίζοντες λ.χ. από ψάρι θα σου μιλήσουν με έκσταση για την τσιπούρα την πελαγίσια, διαχωρίζοντάς τη σαφώς από «του ιχθυοτροφείου», ενώ οι έχοντες σκάφη θεωρούν μια βουτιά στα ανοιχτά ως επιτομή του θαλασσινού μπάνιου, αδιαφορώντας για τυχόν κινδύνους –τους ίδιους κινδύνους που, έτσι και ναυαγήσεις στα ανοιχτά, γιγαντώνονται στο κεφάλι σου λαμβάνοντας διαστάσεις σπιλμπεργκικού τρόμου.
Όλα τα παραπάνω, εξαιρουμένης πιθανότατα της τσιπούρας, υπάρχουν κάπου στο μυαλό του δημιουργικού νου των Ocean, Robin Staps. Ο οποίος καταπιάνεται εδώ ακριβώς με αυτά τα «ανοιχτά», ως άτυπο όριο του πελαγίσιου με το ωκεανικό• ως ένα πρώτο βήμα από το βαθύ στο απάτητο, από το γνώριμο (ή το περίπου γνώριμο) στο αβυσσαλέο –ή, αν θέλετε, από την τσιπούρα στη βοροφρύνη... Στο έκτο άλμπουμ μιας πραγματικά ξεχωριστής καριέρας σε ό,τι σχηματικά αποκαλούμε «σύγχρονο σκληρό ήχο», τούτοι οι Γερμανοί παραμένουν ανήσυχοι εραστές της περιπέτειας, ως άλλοι θαλασσοπόροι της Εποχής των Εξερευνήσεων. Στοχάζονται λοιπόν πάνω στο νερό, δίνοντάς του συμβολικό χαρακτήρα και καθιστώντας το όχημα μιας δημιουργικής λογικής που εξακολουθεί να έχει σημαντικό αισθητικό εκτόπισμα στο μουσικό σήμερα.
Το Pelagial των Ocean δομείται ως μια ιεροτελεστία βύθισης, η οποία –αναλόγως των διαθέσεων και της ροπής σου στη μελαγχολία– μπορεί να λάβει και την ιδιότητα της καταβαράθρωσης. Η αρχική σύλληψη ήθελε ένα άλμπουμ αμιγώς οργανικό και υπάρχουν εκδόσεις όπου θα βρείτε αυτήν την εκδοχή, σε εναλλακτική μίξη. Ακούγοντάς την, συναισθάνεσαι νομίζω ακόμα περισσότερο την κλιμάκωση της κλειστοφοβίας, όπως τη χτίζουν συνθέσεις και ενορχηστρώσεις. Σε κάποιον μάλιστα βαθμό ίσως τελικά οι στίχοι και τα φωνητικά να κατέστρεψαν αυτήν την αίσθηση ταύτισης της υδάτινης αβύσσου με το ψυχικό βένθος και να υποβίβασαν την εντύπωση την οποία προξενεί στον ακροατή η χρήση υδάτινων samples και οι πλεξούδες πιάνου και αυθεντικών μπουρμπουλήθρων. Στην οργανική έκδοση του Pelagial, οι Ocean μοιάζουν με μια μπάντα που παίζει κάτω από τον βυθό, εντύπωση που αμβλύνεται στην «κανονική» κυκλοφορία του δίσκου.
Από την άλλη, λαμβάνοντας την απόφαση να μπουν φωνητικά –άρα και στίχοι– οι Ocean δεν έκαναν προχειροδουλειές και πασαλείμματα. Παρότι απομακρυσμένος από το σχισμένο hardcore των πρώτων χρόνων του σχήματος, ο Loïc Rossetti είναι ένας εξαιρετικός τραγουδιστής και συχνά παίρνει εδώ πάνω του την αποστολή να μεταφέρει τα πνιγηρά συναισθήματα που εξ αρχής είχε κατά νου ο Staps. Ο οποίος, από τη μεριά του, συνεισφέρει ένα καλά αρμολογημένο στιχουργικό concept, με ευθείες παραπομπές στον Ταρκόφσκι και ιδιαίτερα στο σύμπαν του Stalker.
Ως το τέλος της ακρόασης, οι ανέμελοι παφλασμοί της έναρξης και η τήξη ύδατος και λιακάδας –όπως τη σκιαγραφούν το εισαγωγικό "Epipelagic" και το "Mesopelagic: Into The Uncanny"– έχουν δώσει τη θέση τους στο πλουτώνιο έρεβος των "Demersal: Cognitive Dissonance" και "Benthic: The Origin Of Our Wishes", εκφράζοντας αποκαλυπτικά την κάθοδο προς το σκότος, το υδάτινο μα και το ψυχικό• όπως και στο Stalker, όσο πλησιάζεις προς το επιδιωκόμενο κέντρο/βάθος, τόσο σε φοβίζουν οι ίδιες σου οι επιθυμίες και τυραννιέσαι από δεύτερες σκέψεις και αμφιβολίες, απομένοντας διχασμένος για το ποιος τελικά είσαι και τι διάολο θες από τη ζωή σου. Μπορεί ο συνειρμός να απαιτεί ένα άλμα φαντασίας εκ μέρους σου, άπαξ όμως και το πραγματοποιήσεις, το βρίσκεις απόλυτα συμβατό με τα φετινά τραγούδια των Γερμανών.
Το Pelagial δεν είναι βέβαια ούτε το ζενίθ των Ocean, ούτε το πιο πωρωτικό τους άλμπουμ (θα έπαιρνε πάντως επάξια 7,5 αν είχαμε μισά στη βαθμολογία)• είναι μια δουλειά διαφορετικής λογικής, σε ένα μονοπάτι που ίσως εγκυμονεί κάτι ακόμα σημαντικότερο. Από πολλές ωστόσο απόψεις συνιστά την επιτομή του γιατί το παλιό χέβι μέταλ –εκείνο που δίδαξαν (με όλες τις σχετικές γραφικότητες) οι Sabbath, οι Priest και οι επίγονοι– μετασχηματίστηκε στον 21ο αιώνα στο πιο περιπετειώδες και ουσιαστικό κομμάτι της μεγάλης οικογένειας του ροκ εν ρολ. Είναι ο δίσκος που πρέπει να παίξετε σε όσους, εν έτει 2013 κι έτσι πνιγμένοι καθώς είμαστε στα σκατά εκατοντάδων αναβιωτών (του new wave, του garage, της ψυχεδέλειας κ.ο.κ.), εξακολουθούν να μιλάνε για «παιδικές ασθένειες» και συναφή κουραφέξαλα κάθε που η κουβέντα φτάνει στο μεταλλικό ιδίωμα.
{youtube}_WkizMWOFpw{/youtube}