Μετά την Αγριότητα, η Αργή Επίθεση.Αν για τον Brett Anderson το περσινό Wilderness μπορεί να παρομοιαστεί με μια παθιασμένη ερωτική σχέση που τον έκανε να αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο βλέπει τα πράγματα, το Slow Attack σηματοδοτεί το τέλος εκείνης της σχέσης και την αρχή μιας άλλης, βαθύτερης. Τώρα μοιάζει να κρατάει μια καλή ανάμνηση από εκείνο το πάθος, αλλά να επιστρέφει – από ανάγκη ή απλή επιθυμία – σε γνώριμα μονοπάτια, σε πράγματα που κάποιος θα μπορούσε να χαρακτηρίσει ως τις ρίζες του.

Η λονδρέζικη pop μελαγχολία και η γοητεία των προαστίων πάντοτε τραβούσε από το μανίκι τον Anderson. Όπως και ο χρόνος που φεύγει μέσα από τη διαδοχική αλλαγή των τεσσάρων εποχών – πρόκειται για τα στοιχεία εκείνα που τονίζονται περισσότερο στην καινούργια του δουλειά. Η αγαστή δε συνεργασία του με τον παραγωγό και συνθέτη Leo Abrahams συνεχίζεται και σε αυτό το άλμπουμ, ενώ παράλληλα ο Brett μοιάζει να έχει αφήσει πίσω του τα απλοϊκά λόγια για τα οποία κατηγορήθηκε δριμύτατα στο Wilderness, όπως και τις ομοιοκαταληξίες, προκειμένου να εμβαθύνει – όπως τονίζει και ο ίδιος – σε στίχους που χρειάζονται και μια δεύτερη ανάγνωση. Στο Slow Attack ο Brett Anderson χρησιμοποιεί επίσης ξανά τσέλο, πιάνο και κιθάρα, αλλά και αρκετά ξύλινα πνευστά, drums και μπάσο, μερικά διακριτικά synths, και τόσο ηλεκτρισμό στην κιθάρα όσο χρειάζεται για να αγγίξει την εσωστρεφή, μελαγχολική ατμόσφαιρα την οποία επιθυμεί. Έχουμε έτσι μια απόπειρα πειραματισμού με (μερικά) κλασικά όργανα και μια μπάντα από πίσω να δίνει τον ρυθμό, σε μελωδίες οι οποίες θα μπορούσαν να αποτελέσουν το soundtrack μιας βόλτας στο Λονδίνο, ή μιας βόλτας στην αγγλική εξοχή. Ακόμα, η παραγωγή εδώ θυμίζει έντονα εποχή Suede, ενώ ο Brett – με φωνή σε εξαιρετική φόρμα – τραγουδάει ξανά πιο ψηλά απ’ ότι στο Wilderness και φέρνει στο μυαλό στιγμές όπως το καταπληκτικό εκείνο “Europe Is Our Playground”.

Η εποχή λοιπόν που πέρασε με τους Suede μοιάζει να έχει γραφτεί μέσα στον Anderson με πύρινα γράμματα – και στο Slow Attack επιστρέφει με υπόγειο τρόπο. Για τους νοσταλγούς της εποχής των Suede ο φετινός δίσκος μπορεί να θεωρηθεί ως μια ευχάριστη έκπληξη, ενώ για τους υπόλοιπους, σε όσους δηλαδή άρεσε η αλλαγή πλεύσης του καλλιτέχνη στο προηγούμενο άλμπουμ, ίσως τους ξενίσει λίγο στην αρχή, λόγω της αλλαγής τόσο στην ατμόσφαιρα όσο και στον ήχο. Ωστόσο νομίζω ότι κι εκείνοι θα ανακαλύψουν τελικά τα μουσικά σημεία αναφοράς που περιμένουν και τα οποία θα ήθελαν να ακούσουν. Έτσι, τo Slow Attack θα τύχει ίσως καλύτερης υποδοχής από το Wilderness λόγω αρώματος Suede, παρ’ όλο που ο Anderson αποδεικνύεται πιο συγκινητικός ως ερμηνευτής εδώ, παρά ως συνθέτης.

«Δεν με ενδιαφέρει σε πόσους ανθρώπους αρέσει η μουσική μου ή πόσοι αγοράζουν τους δίσκους μου», δήλωνε πριν από λίγο καιρό. Και φαίνεται ότι πλέον έχει όντως κατακτήσει μια μεγάλη μουσική ελευθερία, η οποία του επιτρέπει να πειραματιστεί όσο επιθυμεί. Πρόκειται μάλλον για το δικό του μεγάλο στοίχημα, το οποίο κέρδισε (και) σε αυτόν τον δίσκο.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured