O A_V παίζει την κιθάρα, ο M_C ασχολείται με τις παχιές τις χορδές και ο N_T αναλαμβάνει τα στρογγυλά πράγματα. Το δελτίο Τύπου τους θέλει να «έχουν αναμειχθεί σε διάφορα μουσικά σχήματα μέσα στα χρόνια, στην Αθήνα, την υπόλοιπη Ελλάδα και το εξωτερικό», παρά ταύτα τα ονόματά τους μένουν απλά στα αρχικά αυτήν τη φορά, ενώ και το Facebook διαμαρτύρεται ότι στην επίσημη σελίδα τους ως s̶i̶s̶t̶e̶r̶ λείπει το band description, με εκείνους να απαντούν χιουμοριστικά, ποστάροντας «twist and shout» ως λεζάντα μιας κασέτας με ετικέτα Elvis Presley.
Και διαθέτουν κι άλλες αρετές οι s̶i̶s̶t̶e̶r̶, πέρα από χιούμορ. Ζητούν δηλαδή επίκεντρο της συζήτησης να γίνει η μουσική που παρουσιάζουν σε αυτό το ντεμπούτο, το οποίο κυκλοφορεί σε 500 κόπιες από το δισκοπωλείο Underflow· ούτε το ποιοί είναι, ούτε το πού βρίσκονταν πριν, ούτε το τι παίζουν. Πρόκειται για μια ενδιαφέρουσα χειρονομία, σε κόντρα με τους γνώριμους τυφλοσούρτες με τους οποίους λειτουργούν όσοι νεαροί συντάκτες δεν αισθάνονται καλά με αυτά που γράφουν, αν δεν στηρίζονται σε μια κάποια δικτυακή συναίνεση.
Για να μη χαθούμε ωστόσο στη μετάφραση, το Untrue είναι ένας rock δίσκος, εκφρασμένος με οργανικό τρόπο. Και δεν είναι δα και τόσο δύσκολο να εντοπίσεις με ποιους νιώθουν συγγένεια οι s̶i̶s̶t̶e̶r̶, αφού τα live μαρτυρούν σύμπραξη με Τα Όρη και τους A Victim Of Society στο Ρομάντσο (2016), αλλά και support εμφάνιση στους The Thing του Mats Gustafsson (ΙΛΙΟΝ Plus, 2017). Ακόμα μεγαλύτερη συγγένεια, ωστόσο, εντοπίζεται με την περίπτωση FUKU· ενός σαλονικιώτικου διδύμου που κι εκείνο έβγαλε φέτος τον πρώτο του δίσκο, επίσης επενδύοντας σε ένα οργανικό rock με «ενέσεις» από σαξόφωνο, ντουντούκα και samples.
Οι s̶i̶s̶t̶e̶r̶ διαθέτουν παλμό και τον χρησιμοποιούν απλόχερα, για να χτίσουν κομμάτια σαν το "Furious Apes" ή το "Deepest Heat", τα οποία κερδίζουν εύκολα το αυτί. Αλλά συνάμα ψάχνουν και την περιπέτεια, όπως δείχνει στο "Blackout" η συμμετέχουσα τρομπέτα του Λευτέρη Λουκίσσα, η οποία εξηγεί εκείνο το support στους The Thing, κάνοντάς σε να υποψιαστείς ότι το τρίο διαθέτει και free jazz δισκοθήκη. Όλο δε το σύνολο φέρει την ποιοτική υπογραφή του Coti K. στην παραγωγή, που κομίζει ένα «άγγιγμα» από τις πρόσφατες δικές του δισκογραφικές περιπέτειες με το The Man From Managra όχημα.
Ενώ όμως υπάρχουν οι γερές βάσεις, υπάρχει κι ένα μεγάλο «αλλά», το οποίο βάζει κατά τη γνώμη μου ταβάνι στην όλη προσπάθεια. Μπορεί δηλαδή το γκρουπ να μην ακολουθεί το μοδάτο indie, post-punk, shoegaze, ψυχεδέλ ρεύμα, μπορεί και να αποζητά έναν δρόμο λιγότερο ομαλό (συγκριτικά με το τελευταίο), εντούτοις λείπει και στη δική τους περίπτωση το αυτόφωτον· μια ένσταση δυστυχώς που αρθρώνεται συχνά όσον αφορά την εγχώρια ηλεκτρική παραγωγή.
Ασφαλώς εδώ τα πράγματα γίνονται σχετικά, εφόσον βρισκόμαστε σε μια εποχή γεμάτη γραφιάδες χωρίς ιδιαίτερα ακούσματα έξω από ό,τι συμπεριλαμβάνει το χίπστερ «cool», στους οποίους το Untrue μπορεί να φανεί ψαγμενιά ή ως το όχι-τόσο-ξένο «διαφορετικό» που ψάχνουν για να εμπλουτίσουν το μενού. Επειδή όμως σε βάθος χρόνου τέτοιες παράμετροι χάνουν την ισχύ τους, η κριτική οφείλει να θέσει ως σημαίνον πρόβλημα το γεγονός ότι, αν παρεμβάλλεις στη ροή του άλμπουμ οποιοδήποτε από τα κομμάτια των Φινλανδών Circle εποχής Andexelt (2001), σχεδόν δεν θα καταλάβεις τη διαφορά.
Είναι ίσως πικρή αλήθεια ότι, ύστερα από τόσες δεκαετίες rock ιστορίας, έχουμε πλέον μονάχα αποχρώσεις και όχι αποστάσεις. Είναι μεγάλη η συζήτηση, αλλά ήδη χρησιμοποιείται αυτό ώστε να αθωώνει τέτοιες κοντινές συμπλεύσεις με τα (όποια) σημεία αναφοράς. Ακόμα κι έτσι, πάντως, εξακολουθεί και ισχύει η ρημάδα η συνθήκη «γιατί να ακούσω το χι, όταν έχω ήδη το ψι, με το οποίο μοιάζει τόσο πολύ, ώστε να θολώνει εν τέλει η ταυτότητά του». Και στους s̶i̶s̶t̶e̶r̶ λείπει για την ώρα εκείνο το κρίσιμο υπόλοιπο, που θα είναι μόνο δικό τους και κανενός άλλου. Ίσως στο επόμενο ραντεβού με τη δισκογραφία;
{youtube}vJNPwtOsjZQ{/youtube}