Αν οι Mary & The Boy πρέπει να σημειωθούν στην ελληνική μουσική ιστορία για ένα επίτευγμά τους, αυτό θα ήταν η πολυμορφικότητα του καλλιτεχνικού χαρακτήρα τους, η οποία βοήθησε στο να μην μείνουν προσκολλημένοι στη μουσική αισθητική όπως έχει οριστεί από τα underground συγκροτήματα των τελευταίων δεκαετιών.
Επέλεξα να ακούσω την ενισχυμένη με Remixes, Re-edits και Remakes φετινή επανέκδοση του Time Machine των Mary & The Boy και Felizol με δύο τρόπους. Πρώτα ως αυτοτελές άκουσμα, όντας αποκομμένη για καιρό από οποιαδήποτε προηγούμενη δουλειά τους. Έπειτα, παράλληλα με την αρχική έκδοση του άλμπουμ (2009). Στη δεύτερη μάλιστα ακρόαση εντόπισα περισσότερο τεχνικά χαρακτηριστικά –όπως ότι το τραγούδι “Death” ήταν reversed πριν δύο χρόνια: αν παιχτεί δηλαδή ανάποδα, ακούγονται οι στίχοι (καμία σχέση με ...σατανικά μηνύματα, μόνο μια φωνή από τον τάφο, που όμοιά της έχουμε ακούσει από γυναίκες performers). Αντίστοιχα, στο φετινό “One More Time I Call Death” (The Boy) χρησιμοποιούνται κάποια φωνητικά samples από το “Death” στην ορθή τους εκτέλεση. Ανάποδα, στο “ENIHCAMEMIT” (Afrolex), αντιστρέφονται πιάνο και φωνητικά και, αν δεν κάνω λάθος, τοποθετούνται σε βραδύτερη ταχύτητα από την πρωτότυπη εκτέλεση.
Τι σημασία έχουν όλα αυτά για το αν το άλμπουμ είναι καλό; Μεγάλη. Κάθε τεχνική επιλογή συμβάλλει στη συγκρότηση της αισθητικής, η οποία στην περίπτωση της φαντασίωσης των Mary & The Boy κινείται γύρω από το μοτίβο διαστρέβλωσης του χρονικού συνεχούς. Αυτό επιτυγχάνουν στο Time Machine (RE) και, ως ιστορική συνέχεια του Time Machine, θεωρώ πως το re-edit βγαίνει καλύτερο.
Αυτό που ξεχωρίζει είναι ότι όλοι οι συμμετέχοντες διασκευαστές μεταφέρουν τον ήχο τους, σε ορισμένες περιπτώσεις αλλάζοντας τόσο πολύ τα αρχικά τραγούδια, ώστε μοιάζει σαν να δημιουργούν τελείως νέα. Εξαιρετικό παράδειγμα το “Some People” από τους Mopar και η punk rock διασκευή του “You You You”, το οποίο διασκευάζεται και από τον Felizol (“U U U”) αλλά και από τον Leon Segka (“You”). Ακόμη ξεχωρίζουν η 8-bit προσέγγιση στο “No More Bad Trips For Little Mary” από τους Videogame Orchestra, το ηλεκτρονικό ανθέμιο “Staring” από τον Σεραφείμ Τσοτσώνη, η διασκευή του “My Dance Is Getting Better” που γίνεται “God Lives In Me” από τους Exposed By Observers και τεμαχισμός του “Afraid Of The Devil” από τα samples του Larry Gus. Τέλος, βρήκα ενδιαφέρον και το “Ho Ho Ho”, τη σύμπραξη δηλαδή των The Boy και Felizol, στο οποίο εξηγείται –μέσω των στίχων– η ιδέα του Time Machine (RE), ενώ στη συνέχεια ακολουθεί ένα στιχουργικό παζλ από διάφορα τραγούδια του Time Machine.
Εξερευνώντας την εναλλακτική πραγματικότητα του Time Machine, το re-edit του ακούγεται εν μέρει ως η αρχική ιδέα του άλμπουμ, πριν δουλευτεί όμως στην τελευταία του μορφή, στην οποία και εκδόθηκε πριν δύο χρόνια. Ταυτόχρονα ωστόσο, ορισμένα τραγούδια φαίνονται ως εξελίξεις των αρχικών –ιδιαίτερα το απλοϊκό, αρχικά, “You You You” του οποίου τα μουσικά όρια ξεπεράστηκαν τελείως μέσω των τριών διαφορετικών διασκευών που βρίσκουμε εδώ. Οι δημιουργοί των Mary & The Boy, αφού φρόντισαν να πετάξουν το γάλα πριν ξινίσει, συνεχίζουν την παραγωγή σε άλλα ...πρόβατα. Βέβαια, κάποια μέρα, μπορεί να επιστρέψουν με νέα σοδειά. Αν είχα μια χρονομηχανή, μπορεί και να το έψαχνα.