Όχι, ο Μπάμπης Παπαδόπουλος δεν το έριξε στις μάγισσες και στους δράκους. Μια σημειολογική δήλωση για το πού κινείται η νέα του δουλειά κάνει. Μια έξυπνα δοσμένη δήλωση, σε υπέροχο «πακέτο» με το χοντρό χαρτόνι του artwork, καρπό έμπνευσης του Σίμου Σαλτιέλ.
Υπόγεια και διακριτικά (και μου άρεσε αυτό), ο τίτλος παραπέμπει στον Πειραιά –γνωστό κάποτε ως Πόρτο Δράκο. Και το χαρτόνι σε πράγματα παλιά. Γιατί όντως με πράγματα παλιά, πολύ παλιά και περαιώτικα, καταγίνεται ο Μπάμπης Παπαδόπουλος στο Απ’ Τη Σπηλιά Του Δράκου. Εφιστώντας την προσοχή μας όχι τόσο στη διαχρονικότητά τους (καθότι μάλλον δεδομένη), όσο στον τρόπο με τον οποίον μπορούν να αναπνεύσουν στο σήμερα.
Ίσως προξενήσει εντύπωση σε κάποιους ότι ο Παπαδόπουλος καταγίνεται εδώ με ρεμπέτικα της δεκαετίας του 1930 –συν το “Ένα Τραγούδι Απ’ Τ’ Αλγέρι” του Απόστολου Καλδάρα (1948). Αποτελεί έκπληξη, ακόμα και για έναν μουσικό ο οποίος στο διάβα του χρόνου απέδειξε τις ποικίλες ανησυχίες του: Τρύπες, Θανάσης Παπακωνσταντίνου, Σκηνές Από Ένα Ταξίδι. Ρεμπέτικα λοιπόν του Βαμβακάρη, του Μπάτη, του Βαγγέλη του Παπάζογλου, σε οργανικές εκδοχές για κιθάρα, μπουζούκι, κοντραμπάσο και πιάνο. Συνοδοιπόροι του Παπαδόπουλου, αντίστοιχα, ο Δημήτρης Βλαχομήτρος, ο Διονύσης Μακρής (καμία σχέση με τον «ήταν η ζωή μου κόλαση και την έκανες απόλαυση», εκείνος λέγεται Συντριβάνης) και ο Γιώργος Χριστιανάκης –όλοι τους άξιοι μουσικοί, που κατέθεσαν εδώ μεράκι, εμπειρία και δεξιοτεχνία.
Όμως μην περιμένετε τα γνωστά, όχι απαραίτητα: Βαμβακάρης, αλλά όχι “Φραγκοσυριανή” μα ο “Σινάχης” από το 1934· Παπάζογλου, αλλά όχι τα “Λεμονάδικα” –η “Καλόγρια” (1937)· το “Μινόρε Της Αυγής” μεν, στην πρώτη του δε εκδοχή, δηλαδή το “Μινόρε Του Τεκέ” του Ιωάννη Χαλικιά. Πολύ μου άρεσε (και) αυτή η λογική επιλογής. Μοιάζει με δίσκος διασκευών, αλλά δεν είναι. Ο Παπαδόπουλος ξεγυμνώνει από τη μία ένα δεδομένο υλικό και ξυπνά τη μνήμη του και το αποτύπωμά του στο πολιτισμικό μας DNA, το φαντάζεται όμως εντελώς διαφορετικά, με έναν απόλυτα σύγχρονο και δημιουργικό τρόπο. Γι’ αυτό και οι ατονάλ απομακρύνσεις από τη βάση περιστροφής των αρχικών μελωδιών, γι’ αυτό και νιώθει ελεύθερος να εντάξει στη ροή τρία “Ίντρο” δικής του σύλληψης, όπως κι ένα “Φινάλε”. Ούτε βάζει τον εαυτό του δίπλα-δίπλα με τους μάγκες εκείνους, ούτε τους χαλάει την πιάτσα: αρμονικότατα κολλάνε οι μελωδίες του δίπλα στο ανασκευασμένο παρελθόν, ειδικά εκείνο το δεύτερο “Ίντρο” προτού το “Μινόρε Του Τεκέ”. Και την κιθαριστική του δεξιοτεχνία την τιθασεύει: τη θέτει στην υπηρεσία των συνθέσεων, δεν την καθιστά αυτάρεσκο πρωταγωνιστή.
Το ξέρουμε βέβαια αυτό για τον Παπαδόπουλο. Αλλά δεν βλάπτει να το επισημάνω, με δεδομένο το πόσοι συνάδελφοί του ολισθαίνουν (διεθνώς) στη φλυαρία –μόνοι ή με τα συγκροτήματά τους. Γνωρίζω αρκετούς άξιους εγχώριους δημιουργούς οι οποίοι ρίχτηκαν στην πάλη με διεθνή πρότυπα, επιθυμώντας να βάλουν μια προσωπική σφραγίδα. Και αρκετούς οι οποίοι ασχολήθηκαν σοβαρά με τη μετεξέλιξη του ό,τι θεωρούσαν ως «παράδοση». Αλλά –με την εξαίρεση του Μάνου Χατζιδάκι σε εκείνο το Πασχαλιές Μέσα Από Τη Νεκρή Γη τόλμημά του– δεν γνωρίζω κανέναν άλλον που να κοίταξε με τόση παρρησία, ευθεία στα μάτια, τη ρεμπέτικη κληρονομιά μας, με έγνοια όχι να τη διαφυλάξει και να την αναβιώσει, μα να τη μετασχηματίσει σε κάτι το απόλυτα σύγχρονο.
Αν πέτυχε ο Παπαδόπουλος; Βασικά, ναι. Μπορεί να υπήρξαν σημεία αποπροσανατολισμού, ουδέποτε όμως ολίσθησε στη φλυαρία, ούτε και αυτοπαγιδεύτηκε σε ακαδημαϊσμούς. Λαμπρά παραδείγματα επιτυχίας η “Γυφτοπούλα” του Μπάτη, η “Καλόγρια” και ο “Σινάχης”. Όχι μόνο ως εκτελέσεις, αναφέρομαι κυρίως στην προσέγγιση. Θα το προχωρήσω και παραπέρα: δεν έχει (τόση) σημασία το πόσο πέτυχε ο Παπαδόπουλος και αν μπορεί να επιτύχει και περισσότερα με περαιτέρω εξερευνήσεις. Ακόμα κι όσοι βρουν το Απ’ Τη Σπηλιά Του Δράκου μια δουλειά η οποία περισσότερο θα τους ιντριγκάρει με την πρωτοτυπία της, παρά με τα αποτελέσματά της, πρόκειται για έναν από τους πιο γενναίους ελληνικούς δίσκους των τελευταίων χρόνων. Δίσκο που θέτει πολύ σπουδαία ζητήματα –κυρίως αυτό της συνδιαλλαγής με την ελληνικότητα και με την παράδοσή μας σε ένα διεθνοποιημένο περιβάλλον και την επανατοποθέτησή τους στο τελευταίο με μη μουσειακό/ρετρολάγνο τρόπο.
Για τον ίδιο τον Μπάμπη Παπαδόπουλο, το Απ’ Τη Σπηλιά Του Δράκου μπορεί να αποδειχθεί σε πρώτο σκαλοπάτι προς ένα σπουδαίο δημιουργικό μέλλον. Αλλά αν παράλληλα οι συγκυρίες το βοηθήσουν να μη χαθεί στη δίνη του ΔΝΤ (και λοιπών συμφορών) και βρεθούν άνθρωποι να ακούσουν με προσοχή τα όσα επιχειρούνται εδώ, δεν αποκλείεται να φτάσουμε να μιλάμε για έναν δίσκο ο οποίος θα καθορίσει πράγματα και εξελίξεις, ανοίγοντας πόρτες προς το μέλλον. Έχουν μεγάλο ενδιαφέρον τέτοιου είδους πόρτες: ανοίγουν συχνά-πυκνά στο σώμα της μουσικής, δίχως να διαβαίνονται όλες στο σωστό timing. Η εγχώρια δημιουργία δεν έχει πάντως την πολυτέλεια να χάσει τούτη εδώ.
{youtube}sZ2uJCGFnLY{/youtube}