Κατ’ αρχήν να ξεκαθαρίσω ότι στο Φαγιούμ υπάρχει ένα από τα ωραιότερα ελληνικά τραγούδια που άκουσα τα τελευταία χρόνια, το “Απόκρεω”. Ένα τραγούδι που οι Camper Van Beethoven θα πλήρωναν για να το έχουν στο ρεπερτόριο τους, το οποίο ερμηνεύει – με σχεδόν παραισθησιογόνα λογική – ο Δώρος Δημοσθένους, ένας από τους ερμηνευτές που μεταφέρουν σε φωνή το όραμα του Νεοκλή Νεοφυτίδη στη μουσική και του Δημήτρη Λέντζου στους στίχους.  Οι υπόλοιποι ερμηνευτές είναι η Σοφία Παπάζογλου, ο Μανώλης Μητσιάς και ο Μανώλης Πασχαλίδης. Ο τελευταίος είναι και ο μόνος που, κατά τη γνώμη μου, δεν μπήκε απόλυτα σε αρμονία με το σύμπαν το οποίο έστησε ο Νεοφυτίδης στο Φαγιούμ, ακόμα και σε περιπτώσεις όπως οι “Φωτογραφίες”, όπου ο ενορχηστρωτικός δρόμος δηλώνει προφανώς μια κατσιμιχαίικη διάσταση. Όμως ο Πασχαλίδης φωνάζει ακόμα και όταν βρίσκεται σε χαμηλόφωνους δρόμους, και αυτό γιατί πιστεύω ότι δεν έχει βρει ακόμα τον δικό του δρόμο, αφήνοντας έτσι τις επιρροές του να υπερτερούν των επιλογών του – αν και οφείλω να παρατηρήσω ότι του έχουν παραδοθεί οι δύο πλέον παράταιρες του συνόλου συνθέσεις, οπότε ίσως να φταίει κι αυτό.  Βρίσκω επίσης ότι ο ίδιος ο Νεοφυτίδης θα έπρεπε να περιοριστεί στο μουσικό μέρος της δημιουργίας και να αποφύγει το τραγούδι. Όχι διότι είναι κακός, επ’ ουδενί – απλά τον προδίδει η ίδια η φωνή του, ασχέτως αν σε μερικά σημεία η εκφραστικότητα του αναδεικνύεται ως σημαντικής διάστασης. Όπως π.χ. συμβαίνει στη “Μικρή Εβδομάδα” – το στιχουργικό αντίστοιχο του “Winter Song” των Screaming Trees – όπου και απέδωσε την εν τη σημερινή ημέρα γήινη παρουσία του Ιησού με συγκινητική ευλάβεια και απορία. Πιστοποιώντας έτσι την αρχική μου αίσθηση ότι πλησιάζει το μικρόφωνο με περισσότερο ρολίστικη λογική και όχι τραγουδιστική – και το τελευταίο δεν αποτελεί μομφή, αλλά διαπίστωση. Αντιθέτως, ο Μανώλης Μητσιάς, με την παροιμιώδη σταθερότητά του, πέρασε την ποιοτική πατίνα του πάνω από δύο συνθέσεις, αφήνοντας την αίσθηση της πληρότητας στο άκουσμά τους. Η Σοφία Παπάζογλου πάλι έχει μια διακριτική αλλά αισθαντική παρουσία, ειδικότερα στη σύνθεση “Το Άλλο Μου Μισό”, με την οποία ανοίγει το Φαγιούμ. Η πολυπληθής μπάντα έπαιξε επίσης θαυμάσια – ειδική μνεία στο ακορντεόν του Νίκου Παπαναστασίου και στο κλαρινέτο του Μαρίνου Γαλατσινού. Θα διαφωνήσω βέβαια σε σημεία της μίξης, πιστεύω όμως ότι αυτό οφείλεται στη ανάμειξη σε αυτήν τριών διαφορετικών ανθρώπων – και είναι εμφανής η διαφορετικών δρόμων λογική που ενίοτε επικρατεί. Αυτό πάντως το οποίο μένει στο αυτί είναι ένας θαυμάσιος δίσκος, με πατήματα που θα ικανοποιήσουν όσους προσπαθούν να βρουν τον αβίαστο δρόμο ο οποίος ενώνει το λαϊκό τραγούδι και τη σύγχρονη και με ώτα στα έξω ακούσματα σύνθεση με τις κλασικογενείς ενορχηστρώσεις.  Τέλος θα ήταν αδικία να μην αναφερθώ στους μετρημένους στίχους του Δημήτρη Λέντζου, που, αποφεύγοντας στις περισσότερες των περιπτώσεων τις άμεσα συνειρμικές στιχουργικές λύσεις/ακολουθίες, βρήκαν δρόμους να εκφράσουν διαχρονικά ερωτήματα. Ερωτήματα τα οποία πάνε πέρα από τις γνωστές σκέψεις περί χαμένης παιδικότητας και ερώτων, προτιμώντας να συλλέξουν εικόνες και να τις εξερευνήσουν με στοχαστική διάθεση. Μπράβο λοιπόν στον Μετρονόμο (άμεσα συνδεόμενο με το ποιοτικό περιοδικό του, επί των επάλξεων του ελληνικού τραγουδιού, Θανάση Συλιβού) και τις επιλογές του.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured