Η μουσική δωματίου, σε αντίθεση με αυτό που ενδεχομένως πιστεύει ο μέσος ακροατής, είναι ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της λεγόμενης «λόγιας» δημιουργίας, εγχώριας και παγκόσμιας. Όταν, μάλιστα, εκτελεστές σαν τον Νίκο Νικόπουλο (φλάουτο) και τη Γεωργία Ξαγαρά (άρπα) δεν αρκούνται στη συμμετοχή τους σε μεγάλες ορχήστρες – όπως είναι η ορχήστρα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής και η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών αντίστοιχα – αλλά ερευνούν, τόσο εργογραφικά όσο και ηχητικά, τις δυνατότητες αυτόνομης ύπαρξης αλλά και συνδυασμού των δύο οργάνων, τότε και μόνο τότε μπορούμε να έχουμε αυτό που λέμε ανάπτυξη μουσικής σκηνής και δυνατότητα απεύθυνσης σε μεγαλύτερο κομμάτι κοινού. Στο συγκεκριμένο CD έχουμε έργα 3 Ελλήνων (Θεόδωρου Αντωνίου, Νέστωρα Τέιλορ, Απόστολου Δάρλα) και 3 Γάλλων συνθετών (Claude Debussy, Pietre Octave Ferroud, Camille Saint-Saens), μια εν γένει αντιθετική και κάπως αντιφατική συνύπαρξη, καθώς οι Γάλλοι είναι όλοι «ιστορικοί» συνθέτες των μέσων του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα, ενώ οι Έλληνες είναι σύγχρονοι και όλοι εν ζωή. Το έργο του Θόδωρου Αντωνίου Διάλογοι Για Φλάουτο Και Άρπα (2004) είναι μια επεξεργασία του ίδιου στο παλιότερο έργο του για φλάουτο και κιθάρα (1961) ειδικά για το Duo Χορίαμβος. Στο CD ακούμε 6 από τα 9 κομμάτια, που έχουν όλα ως τίτλο από ένα γράμμα της αλφαβήτου. Το Α διαπνέεται, ειδικά στη γραμμή του φλάουτου, από μια διάρκεια και ένα άνοιγμα χαρακτηριστικό του συγκεκριμένου φωνήεντος, χωρίς να έχει την ανάγκη για επιβεβαίωση, χωρίς να αναμένει απάντηση, εφόσον αποτελεί την αρχή των πάντων. Το Β είναι πιο επικοινωνιακό και νευρικό, καθώς τα δύο όργανα συνομιλούν. Το Γ γεμάτο επιθετικό παράπονο. Το Δ αποκτά μουσικό σχήμα με μια επαναλαμβανόμενη απαίτηση. Το Ε διηγείται μιαν ιστορία, ενώ το Η είναι επιτύμβιος ύμνος, θρήνος, καθώς από το σχήμα του παραπέμπει στο σύμβολο του σταυρού. Οι χαμηλές νότες της άρπας μπορούν να συμβολίζουν την πτώση στον κάτω κόσμο ενώ οι υψηλές νότες του φλάουτου τις αγωνιώδεις προσπάθειες για ζωή, ένα τελευταίο τραγούδι πριν το τέλος. Το έργο του Νέστωρα Τέυλορ είναι λυρικό, έντεχνα μινιμαλιστικό κάποιες στιγμές, και τροπικοτονικό. Έχει μια εξαιρετική εισαγωγή για άρπα, ενώ αντιμετωπίζει με τη γραφή του αυτό το βαρύ στη θωριά όργανο με μια ανάλαφρη λαϊκότητα, προσδιορίζοντας ενδεχομένως την ηχητική σχέση του με την κιθάρα. Ο ίδιος ονομάζει το κομμάτι του “Μικρή Προσευχή”. Σου δίνει την εντύπωση ότι κάποιος περιγράφει στιγμές της ζωής του, που άλλες είναι λυπημένες και άλλες χαρούμενες, ισορροπώντας ακριβώς στο μέσο: στη χαρμολύπη. Δεν στηρίζει το έργο του σε εφέ. Ακούμε καθαρή μουσική για 2 όργανα που με αφορμή αυτό το έργο, βρίσκουν το απόλυτο ταίριασμά τους – έργο το οποίο άλλοτε συγκινεί και άλλοτε είναι ανάλαφρο και δροσερό. Αξιοσημείωτο το τέλος με χαμηλές νότες, που υποδηλώνει την ταπεινότητα του ανθρώπου μπροστά στον Δημιουργό του, αλλά και το άξαφνο τριημιτόνιο, το οποίο θυμίζει βυζαντινές ψαλμωδίες.Το κομμάτι για φλάουτο “Lament For Michelle” του Θεόδωρου Αντωνίου είναι κλασικό έργο, κατά την άποψή μου, που ο Νικόπουλος το εκτελεί εντυπωσιακά – ένα ταπεινό μοιρολόγι, στο οποίο συναντιέται ο ποιμένας της ελληνικής υπαίθρου με τον Ευρωπαίο συνθέτη, σε μια αδιατάρακτη ενότητα, καθώς βασίζεται σε ένα γνωστό μοιρολόγι της Ηπείρου, που όμως αναπτύσσεται ελεύθερα, σύμφωνα με τη δυτικότροπη τεχνική. Σημαντικό το βιωματικό στοιχείο, καθώς ο Θεόδωρος Αντωνίου το έγραψε στα 1988 για το χαμό της φίλης και συνεργάτιδάς του Michelle Sahm. Ο Νικόπουλος, όπως προείπα, με την ερμηνεία του μπορεί να συγκινήσει και τον πλέον αποστασιοποιημένο ακροατή δίνοντας από την αρχή αυτή την εντύπωση του αποχαιρετισμού σε ένα αγαπημένο πρόσωπο, ακόμα και αν κάποιος δεν έχει ενημερωθεί για την ιστορία που κρύβει το συγκεκριμένο κομμάτι. Το “Arabesque No. 1” του Debussy, πάλι, είναι ένα κομμάτι σολιστικής δεξιότητας, όπου η Γεωργία Ξαγαρά «κεντάει» τον δικό της μουσικό αργαλειό με επιδεξιότητα και μεράκι δείχνοντας να απολαμβάνει και η ίδια αυτή τη μουσική στιγμή. Πολύ εξωστρεφής και ειλικρινής ερμηνεία, με ισορροπημένους χρωματισμούς και εκπληκτική άρθρωση. Γεμάτα λαϊκότητα και τα “Jade” και “Toan-Yan” για φλάουτο του Pierre Octave Farroud, αν και η ασιατικής προέλευσης πεντατονική σύλληψη των έργων γίνεται αμέσως εμφανής. Ειδικότερα το “Toan-Yan”, με αρμονικά επίπεδα που υπονοούνται και έντονες ρυθμικές αλλαγές, θα μπορούσε να αποτελέσει ένα υλικό για σχετικά μεγάλη ορχήστρα. Τέλος, το “Ελπήνωρ ΙΙ”, έργο του Απόστολου Ντάρλα – ίσως το καλύτερο κομμάτι του CD – είναι βασισμένο στη ραψωδία Λ της Οδύσσειας όπου ο Οδυσσέας, κατεβαίνοντας στον Άδη για να συναντήσει τον Τειρεσία, συναντά και τον Ελπήνωρα, του οποίου η ψυχή έφτασε πρώτη στον κάτω κόσμο, γιατί ο Οδυσσέας δεν τον έθαψε. Τα πρώτα 4 μέρη του έργου διαπνέονται από την ενοχή και το παράπονο των δύο αντρών, ενώ το 5ο με ένα επίμονο βάσιμο, χρωματική και μελωδική ένταση δίνουν την εντύπωση τόσο του σταθερού περπατήματος όσο και της εξιστόρησης και απολογίας του Οδυσσέα στον Ελπήνωρα (ενδεχομένως και με την περιγραφή της επείγουσας φυγής από το μέγαρο της Κίρκης, η οποία αποδίδεται με γρήγορες νότες και ρυθμικά σχήματα). Εντυπωσιακή η κατασίγαση αυτού του φρενώδους ρυθμού μέσα στο ίδιο το μέρος, αλλά και η ανάγνωση στην ομηρική διάλεκτο των στίχων 51-52 της προαναφερόμενης ραψωδίας. Συμπαθητικό, επίσης, και το έργο του Camille Saint-Saens “Fantasie op. 124” , με έντονο το μελωδικό στοιχείο, που παραπέμπει περισσότερο στη φόρμα του τραγουδιού.Τι κερδίζει, όμως, πέρα από τα παραπάνω, κάποιος, έχοντας τη συγκεκριμένη δουλειά στη δισκοθήκη του; Τις ενδιαφέρουσες κατά τη γνώμη μου ερμηνευτικές προσεγγίσεις από τους δύο σολίστες, την ηχητική συνοχή των δύο οργάνων, καθώς και έργα 3 Ελλήνων συνθετών, τα οποία μεταγράφηκαν ή και γράφτηκαν από την αρχή ειδικά για το Duo Χορίαμβος.   

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured