Μέρος του ίδιου 1990s βρετανικού κύματος που γέννησε και τους Electric Wizard, οι Orange Goblin πάντρεψαν χέβι μέταλ αγάπες με τους stoner rock ήχους που ήρθαν από την Αμερική, κυρίως μέσω της δράσης των Kyuss ή της επιτυχίας των Monster Magnet. Και συνεχίζουν να κολυμπούν στην ίδια πισίνα, μια 20ετία-και-κάτι από το επίσημο ντεμπούτο τους.

Όπως είναι νομίζω ευρέως γνωστό, ο ήχος αυτός είναι πολύ της μόδας ανάμεσα στους 20άρηδες της τρέχουσας δεκαετίας, όσους θέλουν να σχετιστούν με μια επίκαιρη κιθαριστική ταυτότητα, αλλά βρίσκουν χλιαρά τα indie συγκροτήματα που προβάλλονται διαρκώς από τον Τύπο ως «σύγχρονο rock». Κι έχουν τα δίκια τους, αν με ρωτάτε.

Μόνο που το stoner metal, ακόμα και αν προσθέσουμε τις παραφυάδες που ρίχνουν κι άλλα πράγματα στο όλο μείγμα, διαθέτει έναν πολύ περιορισμένο ορίζοντα, ο οποίος καλλιτεχνικά δείχνει να έχει εξαντληθεί. Με αποτέλεσμα να ανθεί μεν γύρω του μία από τις πιο ζωντανές μουσικές κουλτούρες των καιρών μας, μα να περιμένεις καμιά συναυλία για να ζήσεις την αψιά της κόψη· τομέας όπου πράγματι διαπρέπουν και οι Orange Goblin, όπως ξέρει πάρα πολύ καλά και το πιστό ελληνικό κοινό –θυμηθείτε με ένα κλικ εδώ τι έγραψε ο Άγγελος Κλειτσίκας για τον χαμό που έκαναν το 2017, στην 1η μέρα του Desertfest Athens.

Oι δίσκοι ωστόσο της σκηνής μοιάζουν ολοένα και περισσότερο μεταξύ τους: ένα τραγούδι λ.χ. σαν το "Ghosts Of The Primitives" τυχαίνει να βρίσκεται στο φετινό, 9ο πόνημα των Orange Goblin, όμως κανέναν δεν θα ξένιζε αν το άκουγε σε κάποιο άλμπουμ των δικών μας Planet Of Zeus. Αλλά, ευτυχώς, αυτός δεν είναι ο κανόνας όσον αφορά το The Wolf Bites Back.

Εδώ, οι Orange Goblin αποδεικνύουν ότι έχουν τον τρόπο τους απέναντι σε όσα έγιναν με τον καιρό δεδομένα. Δίχως δηλαδή να τα υπερβαίνουν, κατορθώνουν να τα κάνουν να σπαρταράνε, αντί να ηχούν κουρασμένα και μουσειακά –χαρακτηριστικό παράδειγμα, η γκρουβάτη αγριάδα του "The Wolf Bites Back". Η επιτυχία οφείλεται τόσο στη μονάδα Ben Ward, ο οποίος παραμένει απολαυστικός τραγουδιστής, όσο και στο σύνολο: η μπάντα έχει εξελίξει την τραγουδοποιία της, ενσωματώνοντας ψήγματα από ό,τι μπορεί να θεωρηθεί συγγενές προς το stoner και τη βασική Μπλακσαμπαθική ραχοκοκαλιά του (λίγο sludge, λίγη ψυχεδέλεια, λίγο punk κτλ.).

Αυτή λοιπόν η σφιχτοδεμένη τραγουδοποιία πραγματικά λάμπει στο The Wolf Bites Back, ειδικά όταν συναντά μικρές μα μπομπάτες ιδέες, όπως λ.χ. τις διπλές κιθάρες στο "Zeitgeist" ή τις crust punk μνήμες από τα νιάτα των Orange Goblin, οι οποίες στέλνουν το "Suicide Division" στον αστερισμό των Turbonegro. Ακόμα μάλιστα και όταν γράφουν μια τυπική, τυπικότατη blues rock μπαλάντα σαν το "Stranger", μπορούν και βγαίνουν ασπροπρόσωποι –αν και εδώ τα εύσημα πάνε στην ερμηνεία του Ward και όχι στη σύνθεση.

Είναι αξιοθαύμαστη η ικανότητα αυτής της μπάντας να παραμένει αιχμηρή και σχετική· και είναι άδικο που όλα τούτα δεν έχουν εξαργυρωθεί (και) εμπορικά, παραμένοντας κομμάτι ενός δυναμικού ευρωπαϊκού underground. Όπως και να έχει το πράγμα, το The Wolf Bites Back θα προσφέρει κι άλλα βέλη στη συναυλιακή φαρέτρα των Orange Goblin, ενισχύοντας έτσι την κατ' εξοχήν δράση που συνεχίζει να τους κάνει γνωστούς στόμα-με-στόμα.

{youtube}5wDqzrpL9Pk{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured