Στο παρελθόν έχω κριτικάρει πάρα πολύ τον Scott Weiland σχετικά με τη συμμετοχή του στους Velvet Revolver, ως τραγουδιστή. Δεν μπόρεσα ποτέ να χωνέψω το πώς κατάφερε και «καπέλωσε» τους υπόλοιπους –ειδικότερα τον Slash– πείθοντάς τους να κυκλοφορήσουν το Libertad (2007), που απλά πέρασε και δεν ακούμπησε. Με την πάροδο των χρόνων, βέβαια, έγινε φανερό ότι ο πάλαι ποτέ frontman των Stone Temple Pilots είναι ισχυρή προσωπικότητα: διαθέτει αυτό το «κάτι» που τον κάνει και ξεχωρίζει. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο πως οι Velvet Revolver μπήκαν στον πάγο για πολλά χρόνια αφότου έφυγε, με τις όποιες προσπάθειές τους να βρουν αντικαταστάτη τραγουδιστή να μένουν δίχως αποτέλεσμα. Είμαι βέβαιος μάλιστα ότι, αν ποτέ τους ξαναδούμε, θα είναι με τον Weiland στα φωνητικά. 

Το Blaster, 6η του σόλο δουλειά κατ' ουσία (και ας συνοδεύεται εδώ από τους Wildabouts), σηματοδοτεί μια περίοδο γενικευμένης κακοτυχίας για τον Αμερικανό ερμηνευτή, αφού ο κιθαρίστας της μπάντας Jeremy Brown πέθανε πριν την επίσημη κυκλοφορία, λίγες μάλιστα ώρες πριν μια κλεισμένη συναυλία στο Corpus Christi του Τέξας –η οποία χαρακτηρίστηκε ως φιάσκο· ο Weiland τα έριξε στην αρχή στα ένα/δυο ποτά παραπάνω που είχε πιει, μετά όμως τα άλλαξε και άρχισε να λέει πως για την απόδοσή του έφταιγαν τα μηχανήματα του club... Και όλα αυτά λες και δεν έχουμε ήδη βαρεθεί ν' ακούμε ατυχείς δηλώσεις του, για τα προβλήματα τα οποία αντιμετωπίζει με τις καταχρήσεις και φυσικά το «δράμα» με τους Stone Temple Pilots, που συνεχίζει κατά καιρούς να περιφέρεται. 

Όσοι τώρα τον έχουν παρακολουθήσει μετά τα 1990s, ξέρουν λίγο-πολύ τι να περιμένουν από το Blaster: λίγο garage rock, μια δόση από Stone Temple Pilots εποχής Core (1992), μια τζούρα David Bowie. Βρίσκουμε όμως και μια ανεπάντεχα καλή διασκευή στο “20th Century Boy” των T. Rex, καθώς και το “Bleed Out”, που θα μπορούσε να ήταν και τραγούδι των Nirvana. Το πρόβλημα του άλμπουμ –μα και η γενικότερη αδυναμία του Weiland– είναι ότι, όταν πάει λίγο να γκαζώσει και να ανεβάσει την ένταση, το χάνει. Όταν πάντως βρίσκεται στο στοιχείο του, σε pop/rock δηλαδή επιλογές,  τότε όλα πάνε καλά, όπως λ.χ. στα “Way She Moves” και “Hotel Rio”. Το θέμα είναι ότι αυτή τη φορά δεν γράφτηκαν καλά τραγούδια: μόνο τα δύο προαναφερθέντα συν η διασκευή ξεχωρίζουν στο Blaster. Τα υπόλοιπα τα έχουμε ξανακούσει σε προηγούμενες καταθέσεις του, με καλύτερα μάλιστα αποτελέσματα.

Το μόνο λοιπόν που πραγματικά απομένει από τον δίσκο αυτόν είναι η διακριτική αλλά ουσιαστική κιθαριστική δουλειά του εκλιπόντος Jeremy Brown –κάτι που κάνει την απώλειά του καθοριστικής σημασίας για το παρόν σχήμα. Όσο πάντως είχα ευχαριστηθεί το προηγούμενο άλμπου, του Weiland, το Happy In Galoshes (2008), τόσο αδιάφορο με άφησε το τωρινό του. Δεν πειράζει Scott, μπορείς και καλύτερα... 

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured