The god of fuck is dead – hail to the Pale Emperor
Στον Χλωμό Βασιλιά μπορεί κανείς να αφουγκραστεί τι συνέβη όταν ο Marilyn Manson αποφάσισε να δώσει ένα τέλος στον καλλιτεχνικό και εμπορικό κατήφορο της τελευταίας δεκαετίας και –ως εκ θαύματος– ανακάλυψε τα μπλουζ: ο Μεφιστοφελής της πόλης των Αγγέλων αφέθηκε λοιπόν στα ικανά χέρια του Tyler Bates (γνωστού συνθέτη soundtrack για κινηματογραφικές ταινίες, τηλεοπτικές σειρές και ηλεκτρονικά παιχνίδια) για να πετύχει το πολυπόθητο «comeback», μετά από χρόνια επίμονου φλερτ με τη δισκογραφική ανυποληψία.
Χωρίς να αποχωριστεί απολύτως την πιο industrial/heavy ιδιοσυγκρασία του, ο Manson τιθάσευσε τα άγρια ένστικτά του διοχετεύοντάς τα μέσω μιας έντονης νουάρ διάθεσης, με το γκροτέσκο υπόβαθρο της προβοκατόρικης περσόνας του να υποχωρεί στα μετόπισθεν των νέων τραγουδιών, ώστε να βρουν χώρο να αναπνεύσουν τα σκοτεινά redneck blues δια χειρός Bates. Ο τελευταίος ανέλαβε τις κιθάρες και την παραγωγή και νουθέτησε τον κατά κόσμο δεν-είμαι-ο-Ryan-ο-Brian-είμαι(sic) Warner σε μια πιο οργανική και αυθόρμητη προσέγγιση στη σύνθεση και ηχογράφηση των, δέκα στο σύνολο, νέων του κομματιών· καθοδηγώντας τον διαμέσω ηχητικών οδών συγγενών με την ατμόσφαιρα της Sons Of Anarchy cameo συμμετοχής του –αγαπημένης σειράς του μπαμπά Warner, συν τοις άλλοις.
Σε αυτήν την αξιόλογη προσπάθεια δημιουργίας ενός ήχου ναι μεν γνώριμου αλλά όχι και ξεπατικωτούρας του παρελθόντος, που να δείχνει ένα πιο ώριμο πρόσωπο με λιγότερο μολύβι, σκιά και κραγιόν από ότι συνήθως, ο Manson έπεσε στην παγίδα της στιχουργικής του πενίας. Αλλά και σ' αυτήν της επίπονης επανάληψης κλισέ τσιτάτων, όπου κυριαρχούν η συνήθης θεματολογία από όπλα, σφαίρες, ο Διάβολος, η κόλαση και διάφοροι αφ' υψηλού motherfuckers, σε σχεδόν αποκλειστικά mid-tempo ρυθμούς. Ας όψονται οι μοναδικοί λαρυγγισμοί και οι κατά διαστήματα παθιασμένες ερμηνείες του, που σώζουν τα προσχήματα (βλέπε "Warship My Wreck" για έντονες συγκινήσεις).
Έτσι, χωρίς την απαραίτητη ποικιλία και τις απαιτούμενες αιχμές, ο Marilyn Manson καταλήγει να μην προτείνει τελικά τίποτα το καινούριο –κάτι που άνετα θα μπορούσε να έχει αποφευχθεί, όπως αποδεικνύουν τα τρία bonus tracks της deluxe έκδοσης του Pale Emperor. Διασκευάζοντας και επανατιτλοφορώντας τρία από τα καλύτερα τραγούδια εδώ, ο Manson κατορθώνει και τα ηλεκτρίζει μοναδικά, αφήνοντας παράμερα τις κιθάρες και ποντάροντας στην ωμή του ερμηνευτική δύναμη. Είμαι μάλιστα σίγουρος πως ο Τάσος Μαγιόπουλος θα απολάμβανε τα μάλα τον νέο κύκλο επεισοδίων της Δέκατης Εντολής του Κοκκινόπουλου, με αυτά ως μουσική υπόκρουση.
Μακριά πλέον από τη σκέπη μιας μεγάλης δισκογραφικής και με έναν νέο στενό συνεργάτη μιας όχι και τόσο ευκαταφρόνητης Guardians Of The Galaxy φήμης, ο Marilyn Manson έχει την ευκαιρία να απομακρύνει τον εαυτό του από την καρικατούρα του πρόσφατου παρελθόντος και να επανοριοθετήσει τη μουσική του ταυτότητα, μέσα σε ένα νέο ηχητικό πλαίσιο. Η μεγάλη επιτυχία του "Deep Six" στα αμερικάνικα charts (#9) αποτελεί μια πρώτη ένδειξη πως το Pale Emperor αποτελεί αξιοπρεπή προσπάθεια, προς τη σωστή κατεύθυνση. Μένει μόνο να δούμε αν η συνεργασία Warner & Bates θα αυγατίσει και μελλοντικά, αυτή τη φορά ρισκάροντας ακόμα περισσότερο.