Μουσικός φάκελος 2008: ένα ακόμη ντεμπούτο, από μια (τότε) νέα μπάντα, αυτήν τη φορά από Σκωτία μεριά. Ένας ακόμη ρετρό θρίαμβος διαμέσου της υπερέκθεσης από τα διεθνή μουσικά ταμπλόιντ που συνεχώς ψάχνουν, απεγνωσμένα, για το next big thing λες και σώνει και καλά κάθε τι καινούργιο πρέπει να ενδύεται την πορφυρή κάπα του Σούπερμαν –πάντα σε αποστολή διάσωσης του ροκ (ό,τι και αν σημαίνει αυτό πια) και της ταχέως καταρρέουσας μουσικής βιομηχανίας... Τι έδωσαν όμως στην τελική οι Glasvegas στη μουσική σκηνή του τότε; Και τι επιδιώκουν να μας παρέχουν στο σήμερα με το νέο τους άλμπουμ Euphoric Heartbreak;

Η αποδοχή εκείνου του πρώτου δίσκου τους υπήρξε σχεδόν καθολική στο Νησί. Δεν παρατηρήθηκε όμως το ίδιο και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, ούτε και στον υπόλοιπο Δυτικό κόσμο. Κατά τη γνώμη μου μάλιστα αποτέλεσε μία από τις μεγαλύτερες μουσικές φούσκες της τελευταίας πενταετίας. Ένας τραγουδιστής (πρώην ποδοσφαιριστής), ονόματι James Allan, να θυμίζει μια 1950s doo-woop παραπληγική εκδοχή του Τζον Τραβόλτα –με βαριά, σχεδόν ανυπόφορη προφορά– συνεπικουρούμενος από στιχουργικό επίπεδο δημοτικού («I’m feeling so guilty about the things I said to my mum when I was ten years old») και από μια μπάντα ικανή να προσφέρει απλά ένα εύκρατο, ακίνδυνο κιθαριστικό κλίμα για να αναπτυχθούν οι μελοδραματικές του εμμονές (τόσο ταιριαστές, τάχα, με τον συννεφιασμένο ουρανό της Γλασκώβης) και οι ατέρμονες μικροαστικές του αναζητήσεις.

Δύο χρόνια κι ένα EP μετά, οι Glasvegas μετακόμισαν σε ένα παραλιακό σπίτι-στούντιο στη Σάντα Μόνικα (Καλιφόρνια) για τις ανάγκες της ηχογράφησης του νέου τους δίσκου. Εκεί έγραψαν το υλικό του Euphoric Heartbreak κι έπειτα ολοκλήρωσαν τη διαδικασία της ηχογράφησης στο Λονδίνο, με το έμπειρο αυτί του Flood να αναλαμβάνει το αποτέλεσμα πίσω από την κονσόλα. Η επεξεργασία που έχουν υποστεί τα φωνητικά του Allan καθ’ όλη τη διάρκεια του CD –με προφανή σκοπό τη μετρίαση της εκνευριστικής χροιάς– το μόνο που πετυχαίνει είναι να εντείνει την ακατάληπτη φύση τους, καθιστώντας τα, εξ’ αρχής, ένα μεγάλο μείον για το Euphoric Heartbreak.

Εκεί όμως που τελικά καταδικάζεται το νέο άλμπουμ των Glasvegas είναι στη μουσική και στους στίχους. Αφουγκραζόμενος κανείς τους τελευταίους, έρχεται αντιμέτωπος με ένα προκλητικά κακογραμμένο περιεχόμενο. Ειδικά στην περίπτωση που ο Allan αγγίζει ευαίσθητα θέματα –όπως αυτό της ομοφυλοφιλίας– κάνοντάς το με τρόπο τουλάχιστον παιδιάστικο, αν όχι προσβλητικό. Τόσο το “I Feel Wrong” όσο και το “Stronger Than Dirt”, τα οποία αντιμάχονται σε δύο διαφορετικά ψυχολογικά μοτίβα το κεντρικό θέμα που τα ενώνει ως “Homosexuality pt.1 & 2”, αποτελούν μια επιδερμική και ψευδο-συναισθηματική αντιμετώπιση πάνω σε ένα μεγάλο πρόβλημα αποδοχής της διαφορετικότητας σε μια σύγχρονη Δυτική κοινωνία. Στον τομέα πάντως της επιτηδευμένης υπερ-δραματικότητας, ο Allan παίρνει στα σίγουρα άριστα.

Όσον αφορά τώρα στο μουσικό περιεχόμενο του Euphoric Heartbreak, εκτός της αδιάφορης και φίλιας προς τα ραδιοκύματα ποπ προσέγγισης των Glasvegas, αυτό που πραγματικά «εντυπωσιάζει» είναι ο τρόπος που ένας τόσο γεμάτος ήχος μπορεί να ακούγεται τόσο κενός... Κενός περιεχομένου και κενός προσδιορισμού. Ένα stadium rock απόστημα με alternative περιβολή γεμάτο ambient σύνθια και παραπλήσιας λογικής στολίδια να συμπληρώνουν τη συνθετική ένδεια η οποία συναντάται στα πενήντα λεπτά της διάρκειας του άλμπουμ. Αποκορύφωμα αυτής της ψευδεπίγραφης προσέγγισης, το “Change” με τη μεταξύ υιού και μητέρας ανταλλαγή τρυφερότητας να σηματοδοτεί το coda και ταυτόχρονα το ναδίρ του δίσκου.

Τέλος, είναι οι προθέσεις που καταποντίζουν το Euphoric Heartbreak των Glasvegas. Η τάση της μπάντας να κατασκευάσει ένα άλμπουμ εφήμερης δυναμικής και διάφανης προσωπικότητας είναι διάχυτη σε ολόκληρη αυτήν την τελική ηχογράφηση. Ως ταχέως αναλώσιμη και τετριμμένα δακρύβρεχτη ποπ λοιπόν, λογίζεται ως επίπλαστη και απευκταία για τα αυτιά κάθε ακροατή.


 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured