Η αλήθεια είναι ότι χρειάστηκε μια μέρα μέχρι να συνειδητοποιήσω ποιος είναι ο συγκεκριμένος κύριος από τη στιγμή που πήρα τον δίσκο στα χέρια μου. Στο μεσοδιάστημα όμως είχα προλάβει να διαπιστώσω, εκτός της διαφορετικής, από τα κλασικα standards των λευκών bluesmen αισθητικής του εξωφύλλου/εσωφύλλου και τη διαφορετικότητα στην προσέγγιση – αν μη τι άλλο στο επίπεδο ανάγνωσης και εκφοράς λόγου στο συγκεκριμένο ιδίωμα. Βέβαια τίποτα δεν είναι τυχαίο. Αυτός ο ελάχιστος χώρος που κρατούσε στη μνημονοχώρα μου ο Marc Ford ήρθε με τη διασταύρωση μέσω ειδικευμένου βιβλίου στην επιφάνεια και απεκάλυψε ότι δεν πρόκειται για άλλον από τον άνθρωπο που κρατούσε τη μία από τις δύο κιθάρες των Black Crows. Όχι από τον πρώτο και μάλλον καλύτερό τους δίσκο (Shake Your Money Maker/1990), αλλά ήταν αυτός που καλοσχεδίασε τα riff της μπάντας στα επόμενα απολαυστικά άλμπουμ τους και ιδιαίτερα σε εκείνο το υπέροχο, σε ψυχή/ήχο/εξώφυλλο και τίτλο America (1994).
Άρα έχουμε να κάνουμε με έναν ψημένο στη πιάτσα και όχι μόνο στο παίξιμο κιθαρίστα και είναι έτσι ενδιαφέρον να δούμε τι αναζητάει τη δεκαετία των 00s στη σύγχρονη δισκογραφία. Και αυτό που βρίσκουμε είναι έναν ψυχωμένο άνθρωπο, ο οποίος αγαπάει τα blues και είναι άλλος ένας βαρετός που εκμεταλλεύεται το φαινομενικά εύκολο στη νομοθεσία παίξιμο των blues. Και το λέω αυτό διότι ο Ford βάζει μέσα και διαφορετικά κρουστά να διατρέχουν τον δίσκο, και η φωνή του παίρνει διαφορετικές χροιές (ηχοληπτικές αλλά καιερμηνείας) ανάλογα με τη σύνθεση, και οι συνεργάτες του παίζουν με κέφι και όχι με session λογική ανάλογη δημοσίου υπαλλήλου στα διόδια. Και διότι αυτό το σχεδόν swamp (βλέπε κυριολεκτικά βαλτώδες) blues το οποίο παραδίδει με τους Neptune Blues Club κρατάει τη Νέα Ορλεάνη ζωντανή στις ενορχηστρώσεις και τέλος διότι οι στίχοι έχουν ανέβει ένα σκαλάκι παραπάνω από την ποζεράδικη (και τόσο ρουστίκ) θέση των λευκών bluesmen, που διακηρρύτουν μια απελευθερωμένη ζωή μαζί με τα συμαρτυρούμενα αυτής, ενώ στην ουσία ο οργασμός τους είναι ισοδύναμος μικροαστού μπροστά στην ελληνική τηλεόραση.
Ο δίσκος είναι αλφαδιασμένος ακόμα και για όσους ψάχνουν σημερινό blues πέρα από τις επανακυκλοφορίες και τα remastered των διδασκάλων της δεκαετίας του 1960 αλλά και του 1970. Ίσως να παραξενευτούν βέβαια με το εξώφυλλο που, ξεφεύγοντας από τη βαρετή λογική του να δείξει τον παίκτουρα με την αγαπημένη του κιθάρα να αυτοβαυκαλίζεται, παρουσιάζει έναν ονειρικό Marc Ford να στέκεται ανάμεσα σε καπνίζουσες (τι όμως είναι το θέμα) γάτες και γυναικείες υπεριπτάμενες παρουσίες, κινούμενες γύρω από το κεφάλι του συνθετη/κιθαρίστα. Τα δέντρα δε στο εσωτερικό του δίσκου, σε αυτή τη θαυμάσια φωτογραφία, δεν λανθάνουν στο να μας δείξουν τι προτιμά ο Ford ως χώρο προσωπικού και εσωτερικού περιπάτου. Το rhythm & blues, το blues ’n’ roll, το «δεν πάνε να γαμηθούν τα πολλά και ανούσια σόλο στην κιθάρα» Chicago blues, το boogie woogie, το «αράζω και παίζω για την σπαστικογενή ζωή που μας περιβάλλει» blues, είναι όλα μαζεμένα στο Ποσειδώνιο Στέκι και περιμένει πιστούς, νεοκώρους στο ιδίωμα και το κυριοτερο σταχανοβίτες ακροατές του καλού και παλικαρίσιου παιξίματος να ανακαλύψουν την πόρτα της εισόδου. Έχει αρκετό ντουμάνι στην αρχή, αλλά μετά κάθεσαι σε ένα καλό σεπαρεδάκι με ένα πλάσμα που η αλογοουρά του σου γαργαλάει το αυτί ή με έναν κολλητό σου που του εμπιστεύεσαι ακόμα και την πρώτη κοπή του Super Session και απολαμβάνεις με δυο μπερμπόνες τη μουσική από αυτούς τους ντερμπεντέρηδες παίκτουρες.
- Πληροφορίες
- Κατηγορία: ΔΙΕΘΝΗ
Marc Ford & The Neptune Blues Club - S/T
- Βαθμολογία: 6
- Καλλιτέχνης: Marc Ford & The Neptune Blues Club
- Label: Provogue/Soundforge
- Κυκλοφορία: Δεκ-08