Θυμάμαι να πρωτοέρχομαι σε επαφή με τη Muzitee του Βαγγέλη Ορφανίδη μια δεκαετία πίσω σε μια πρώιμη διαδικτυακή αναζήτηση για T-shirts προορισμένα για music lovers. Το ότι ήταν ένα ελληνικό brand λειτούργησε θετικά και όταν έφτασε η παραγγελία το packaging σε ένα ευφάνταστο κουτί σε σχήμα κασέτας λειτούργησε ακόμα θετικότερα. Λίγα ήσυχα χρόνια πριν πριν το audience engagement, το branding και το subscribe δραπετεύσουν από τα τμήματα marketing των πολυεθνικών και ανοίξουν τα φτερά τους για τα μυαλά και την καθημερινότητα των «απλών» ανθρώπων και μέχρι πρότινος στόχων τους ο Βαγγέλης Ορφανίδης ήταν ήδη σε μια από τις πίστες όπου θα παιζόταν κατά κόρον το παιχνίδι λίγα χρόνια αργότερα και έχτιζε το brand του με στιλ αλλά και μια αλήθεια που προερχόταν από τις δικές του αισθητικές επιρροές και μουσικές αγάπες. Ένα στιλ που στο οποίο επέμεινε στα χρόνια που ήρθαν όταν τα μπλουζάκια έδωσαν σιγά σιγά τη θέση τους στα cds και τα βινύλια και ο Hume Assine πια Βαγγέλης Ορφανίδης να ασχολείται όλο και περισσότερο με τις δικές του μουσικές κυκλοφορίες. Το CD του Till Now ήρθε σε χειροποίητη συσκευασία before it was cool, το συλλεκτικό EP του Foreign Lands σε αριθμημένο βινύλιο με το όνομα του τυχερού αγοραστή τυπωμένο επάνω, το The Sweetest Sound του 2020 σε ένα box με καραμέλες. Ο Hume Assine μας κακομαθαίνει και το διάφανο βινύλιο της νέας του κυκλοφορίας Athens Blues σε ένα sleeve γεμάτο από αυτοκόλλητα – από εκείνα τα αυτοκόλλητα που θα μπορούσαν να λειτουργήσουν και ως μια αθηναϊκή ταπετσαρία της εποχής μας, μιας και το κάνουν ήδη σε μπαρ, καφέ, new age φούρνους και skate shops.
Η Αθήνα άλλωστε πρωταγωνιστεί και στο ίδιο το Athens Blues όχι μόνο στον τίτλο του και στο ομώνυμο εναρκτήριο track με τον ελληνικό στίχο και τα φωνητικά της Άννας Πασπάτη αλλά και του Jerome Kaluta, αλλά και στα 10 τραγούδια του δίσκου, κάθε ένα από το οποίο ξετυλίγει, άλλοτε άμεσα (“Athens Blues”, “Citylights”, “Polikatoikies”) άλλοτε έμμεσα (“Special Ordinary Life”, “Detox”) και μια αθηναϊκή ιστορία, φέρνοντας στο τραπέζι κι ένα αισιόδοξο βλέμμα που μάλλον έλειπε από την πλειοψηφία της σύγχρονης αστικής τραγουδοποιίας. «Αχ Αθήνα. Απ’ την Κυψέλη στην Παλλήνη και στο Νέο Ψυχικό μας ενώνει μια ζωή σ’ ένα κελί με το λουκέτο ανοιχτό»
Καθαρή παραγωγή, που εκμεταλλεύεται με στιλ κάθε ίντσα των πολύ συγκεκριμένων μέσων του, καθαρό αποτέλεσμα, καθαρός δίσκος - με κάθε καλή έννοια. H δεμένη ομάδα που έχει σχηματιστεί τα τελευταία χρόνια γύρω από το project Hume Assine (εκτός από τον Βαγγέλη Ορφανίδη, η σταθερά πια των φωνητικών του project Άννα Πασπάτη και ο ντράμερ Αλέξης Αντωνόπουλος). Τα drum pads, τα synths και η ηλεκτρονική «αισθητική» του δίσκου χαρίζει στο project συνοχή και έναν σαφή προσανατολισμό που ίσως έλειπε από τους πιο προκατόχους του ενώ το αεικίνητο αυτί του Βαγγέλη Ορφανίδη ενσωματώνει έξυπνα αναφορές σε ένα σημαντικό εύρος genres και χρήσιμα κλεισίματα ματιού σε μια μερίδα της παγκόσμιας ποπ αφρόκρεμας και οδηγεί τις παραγωγές του σε αυτό το κάτι παραπάνω που κάνει το Athens Blues να ξεχωρίζει στην Hume Assine δισκογραφία και να περνάει άνετα στη σφαίρα του ορόσημου. Οι υπόγειες εξωτικές αναφορές του “Underground” και το banger του “Parren & Pop” είναι ίσως τα καλύτερα παραδείγματα για την ηχητική δουλειά που γίνεται στο Athens Blues πίσω από τη μαρκίζα του αθηναϊκού storytelling, το είδος της δουλειάς που μπορεί να πάει τους Hume Assine σε ένα δημιουργικό παραπέρα.
Καθώς η φωνή του Στέφανου Τσιτσόπουλου απογειώνει το outro της “Fokionos Exit” που ενώνει Αθήνα και Θεσσαλονίκη, Θερμαϊκό και Κυψέλη σε μια τρελή πτήση με μια τρελή ιπτάμενη vintage Σεβρολέτ με τους προπάτορες της εγχώριας ηλεκτρονικής ποίησης στο πίσω κάθισμα θες σίγουρα να γυρίσεις σε κομμάτια του Athens Blues και να τα ακούσεις ξανά. Να τα βάλεις σε playlists που θα ακούς στο δικό σου μακάρι-να-ήταν ιπτάμενο αυτοκίνητο καθώς διασχίζεις σε αργή κίνηση δρόμους που στενάζουν από περισσότερα αυτοκίνητα από όσα τους αναλογούν. Να τα προτείνεις σε κάποιον φίλο με τα ίδια γούστα. Αυτό, σε μια εποχή που η μουσική και το περιεχόμενο που διεκδικεί τον χρόνο μας αυξάνεται με γεωμετρική πρόοδο και ο χρόνος μας εξαφανίζεται όλο και πιο γρήγορα, είναι ίσως μια από τις μεγαλύτερες μικρές νίκες που μπορεί να σημειώσει ένας δίσκος όπως το Athens Blues. Και τη σημειώνει.