Στα χρόνια στα οποία περπατά στις γειτονιές των Αμπελοκήπων, της Πανόρμου και του Ερυθρού Σταυρού, ο Κώστας Ξάρχας είναι σταθερά ταγμένος στο χιπ χοπ που νιώθει να «εκπροσωπεί». Αλλάζει ασφαλώς κι εκείνος, όπως αλλάζει και η πόλη: άλλος (ερμηνευτικά και από άποψη λεξιλογίου) ο Κανών που καταγράφηκε σε εκείνα τα mixtapes με τα demo της περιόδου 2006/2010, άλλος ο Κανών τον οποίον συναντάμε εδώ, στον 2ο προσωπικό του δίσκο. Διατηρεί όμως αλώβητη και καίρια την αλήθεια όσων των καίνε, είτε των συνθηκών στις οποίες ζει, είτε των προσωπικών του ζητημάτων. Κι αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό ατού.
Το Βίος Και Αλητεία διαδραματίζεται σε ένα αστικό πεδίο όπου κυριαρχούν κοινωνικές αντιθέσεις, μαζί βέβαια με τις αγωνίες που φέρνουν για όσους βρεθούν στον πάτο του πράγματος. Αν και κάπου στη διάρκειά του ο Κανών πραγματοποιεί και μια (ολίγον ηρωική, για τα γούστα μου) έκκληση κοινωνικής ενότητας στο όνομα εκείνου που καθείς μας κουβαλάει μέσα του, καθιστά εμφατικά εμφανές ότι ο δικός του κόσμος δεν κανονίζει καφέ στα Mikel· ίσα-ίσα, αυτοί είναι «οι φλώροι», οι οποίοι «θα σε πουλήσουν στην πρώτη στραβή». Έχει δίκιο.
Αν και μεγαλούπολη με τα όλα της, πια, η Αθήνα δεν διαθέτει μητροπολιτικά χαρακτηριστικά και έτσι η πόλη για την οποία μας μιλάει εδώ ο Κανών είναι ορατή (σχεδόν) σε όλους μας, ανεξαρτήτως τάξης και τρόπου ζωής. Είναι η Αθήνα όσων δεν περίμεναν την Κρίση για να νιώσουν ότι ο βίος τους δεν έχει καμία λαμπρή προοπτική ή ότι η επίγεια παρουσία τους θα μπορεί μια μέρα να συνοψιστεί στο δίστιχο «στον θάνατό μας λουλούδια, στη ζωή μας σκατά». Μια Αθήνα που δείχνει να πήρε τη σκυτάλη από τους πάτους των φωταγωγών και τα γαντζωμένα κρέατα από τη Βουλγαρία –τα οποία σκιαγράφησε κάποτε τόσο γλαφυρά η Κατερίνα Γώγου– και εκφράζεται εδώ με τραγούδια για ανθρώπους που ρέπουν στην αλητεία και στις καταχρήσεις, που είναι «δύο νοίκια πίσω και μπροστά η ΔΕΗ/με το ψυγείο άδειο και καθόλου χαρτί» ("Στον Άσσο"), τα γαμήσια των οποίων γειτνιάζουν επικίνδυνα στα αφροδίσια.
Ο Κανών παραμένει ένας συναρπαστικός «αφηγητής». Μπορεί πλέον να προσεγγίζει στον Λεξ –ο οποίος τραγουδά μάλιστα μαζί του στο εξαιρετικό "Μαύρη Μουσική"– αλλά οι λέξεις του διαθέτουν το βάρος μιας βιωματικής μαγκιάς, ενώ οι (επιτυχημένοι) στίχοι του αποτυπώνονται δυνατοί και δυναμικοί. Πέρα όμως από τέτοια χαρακτηριστικά, μιλάμε εδώ και για έναν δίσκο ο οποίος έχει ενδιαφέρον και μουσικά, είτε για τα ωραία του, ρολαριστά beats, είτε για τα φυσικά όργανα, που δίνουν συχνά τον δικό τους τόνο, όπως π.χ. συμβαίνει με τα πλήκτρα του Κώστα Στεργίου ή με το μπάσο του Σωτήρη Φεγγίτη.
Στον αντίποδα των παραπάνω, το Βίος Και Αλητεία έχει πάρα πολλούς συμμετέχοντες, χωρίς όμως να δικαιολογείται πάντα η παρουσία τους. Μπορεί δηλαδή, όπως προείπαμε, να υπάρχει ένας εξαιρετικός Λεξ στο "Μαύρη Μουσική", υπάρχει όμως μία εκτός κλίματος Lady Faye στο "Εκεί Που Κυκλοφορείς", ένας μάλλον τυπικός MC Yinka στα "Μπλουζ Της Οργής" και μια ακόμα πλειάδα καλεσμένων (Θύτης, Hatemost, Μικρός Κλέφτης, Pero, Buffalo Bill, Supreme, Αδέσποτο), οι οποίοι καλούνται να νοστιμίσουν ορισμένα πλαδαρά και αδιάφορα κομμάτια. Σε άλλες επίσης περιπτώσεις, ο Κανών πέφτει θύμα των ζητημάτων θυμού που έχει και στο παρελθόν παρουσιάσει, αφήνοντας να περάσουν στην τελική tracklist αυτοαναφορικές μετριότητες σαν το "Δε Με Νοιάζει Καν".
Κάπου μεταξύ όλων αυτών, το Βίος Και Αλητεία βρίσκει τον τρόπο να ισορροπήσει, ίσως γιατί τα ενδιαφέροντα κομμάτια του κερδίζουν τις αβαρίες στο «ζύγι». Αλλά τα πάνω/κάτω είναι εν τέλει αρκετά και έτσι δεν μπορείς να ξεφορτωθείς την εντύπωση ότι χάθηκε η ευκαιρία για μια πιο γερή δουλειά.
{youtube}sRRhwMGtv8E{/youtube}