Έχουν ειπωθεί αρκετά για τους Villagers Of Ioannina City, έχει μεσολαβήσει κι εκείνο το εμφατικό sold-out πριν κάτι μήνες (το σχετικό κείμενο του Μιχάλη Τσαντίλα εδώ), ώστε νομίζω πως πλέον είναι λίγο-πολύ γνωστό το τι επιχειρούν. Φωνάζει άλλωστε και το όνομα, δεν χρειάζονται και πολλές εξηγήσεις. Οι «Χωριάτες» εισβάλλουν στα Γιάννενα, η βουκολική παράδοση στο αστικό δίκτυο, το κλαρίνο στο grunge και στο stoner.
 
Εδώ που τα λέμε, βέβαια, η έννοια της «εισβολής» ίσως να είναι κομματάκι υπερβολική. Διότι προϋποθέτει μια είδους βία, δείχνει προς μια σύνδεση η οποία γίνεται πιεσμένα και με το στανιό. Ενώ στην πραγματικότητα, η βασική επιτυχία του Riza είναι ακριβώς το ότι καταφέρνει να παρουσιάσει τη σύνδεση το δυνατόν φυσική, πηγαία και αμεσολάβητη. Σαν οι δύο μουσικές να βρίσκουν όντως κοινή ρίζα ή να αποτελούν τους πυλώνες του ίδιου οικοδομήματος. Και τούτο –τη «φυσικότητα» της πρόσμιξης– οι Villagers θα πρέπει να το πιστωθούνε, ανεξαρτήτως του ποια μπορεί να είναι η τελική κρίση του καθενός.
 
Διότι στην πορεία δεν είναι όλα ρόδινα. Ή τουλάχιστον δεν αξίζουν όλα έναν παρόμοιο έπαινο. Θα μπορούσε, ας πούμε, κάποιος να τους εγκαλέσει για τη χρησιμοποίηση των δύο βασικών μουσικών πηγών σε μια σχετικά στερεότυπη εκδοχή. Ότι δηλαδή δεν διαπιστώνεται και καμια φοβερή τομή στο συγκεκριμένο ροκ πεδίο στο οποίο επιχειρούν· ούτε, απ’ την άλλη, κάποια συγκλονιστική έκπληξη στη χρήση των παραδοσιακών τρόπων. Ακόμα και στο πώς αντιπαραβάλλονται (στο πώς η μεν χρησιμοποιεί τη δε και αντιστρόφως), εμφανίζονται ορισμένες μανιέρες καθώς κυλάνε τα λεπτά του Riza: μια πολύ συγκεκριμένη λογική επί των πραγμάτων. 
 
Τούτα, πάντως, δεν λειτουργούν απαραιτήτως αρνητικά. Ωστόσο πιθανώς να δείχνουν μερικούς απ’ τους λόγους για τους οποίους δεν μένεις και με το στόμα ανοιχτό ακούγοντας το Riza. Ιδίως εάν το έργο «η ελληνική ύπαιθρος συναντά την παγκοσμιότητα» το έχεις ακούσει να παίζεται και αλλού (στην πλήρη και ενδελεχή κριτική του εδώ, ο καλός συνάδελφος Αντώνης Ξαγάς αναφέρει τις σημαντικότερες, ίσως, εξ αυτών των περιπτώσεων). Προσωπικά απλώς τονίζω την αναφορά στους Mode Plagal –κυρίως γιατί είναι αρκετά εύγλωττο ως παράδειγμα. 
 
Μπορεί λοιπόν η πορεία των Villagers προς το αριστούργημα να ανακόπτεται, όμως δεν είναι και λίγα τα όσα κατορθώνονται. Ανεξαρτήτως των πώς και των γιατί, το Riza βρίσκει μια αξιοπρόσεκτη ισορροπία για να στηριχθεί και να φτιάξει την ιδιοσύστασή του, αλλά και μια ουσιώδη ένταση για να αποδειχθεί το επιτυχές της προσέγγισης. Υπάρχουν ουκ ολίγες περιπτώσεις όπου η πώρωση των ροκ τρόπων και η έξαψη των παραδοσιακών βιώνονται ταυτοχρόνως και σε πλήρη αρμονία. Δεν υπάρχει, αντιθέτως, ούτε μία που η αντιπαραβολή τους να καταλήγει σε κακοφωνία. Τα “Jiannim”, “Ti Kako” και σε δεύτερο χρόνο το “St Triad”, στέκουν ως αντιπροσωπευτικά παραδείγματα. 
 
Εκτός των παραδοσιακών, στον δίσκο περιέχονται και πρωτότυπες συνθέσεις (“Echoes”, “Nova” και τα –εξαιρετικά– εισαγωγικά/εξαγωγικά “Kalesma”, “Riza”), οι οποίες ακολουθούν παρόμοιες νόρμες. Υπάρχει όμως και η ιδιάζουσα περίπτωση του “Tabourla”. Εδώ το μικρόφωνο δίνεται στον «Ioanninas Nobody» Ηρακλή Κάκαβο, που με την όμορφη ντοπιολαλιά του και την εκφραστική θεατρικότητα της αφήγησής του, εκφωνεί έναν παραληρηματικό (ή και όχι τόσο) μονόλογο· σε παραλληλία, οι Villagers στήνουν (χωρίς το κλαρίνο) πιθανώς την πιο αξιοπρόσεκτη σύνθεσή τους, με εξαιρετικές πυκνώσεις και αραιώσεις. Το ιδιάζον της περίπτωσης έχει να κάνει αφενός με την ενεργητικότητα που βγάζει το όλο αποτέλεσμα και αφετέρου με την –κατά μία έννοια– διεύρυνση της διαλεκτικής τους: με αυτό που ενώνεται με την «παγκοσμιότητα» να μην είναι πλέον κάτι τόσο ειδικό όσο ένα συγκεκριμένο παραδοσιακό τραγούδι ή ένα συγκεκριμένο όργανο, αλλά μια ομιλία και το τι εκείνη μεσολαβεί (εδώ συμβάλλει τα μέγιστα και η διαχυτικότητα του λόγου του Κάκαβου). 
 
Δικαίως λοιπόν υφίσταται ο ντόρος γύρω από τους Villagers Of Ioannina City, αν και ίσως όχι πάντοτε για τους σωστούς λόγους. Ακούγοντας το Riza καθίσταται εμφανές πως και αρκετή έμπνευση κρύβει, αλλά και αρκετή δουλειά προϋποθέτει ώστε αυτή η έμπνευση να ευοδωθεί σε ένα αποτέλεσμα ουσιώδες, πέρα από λειτουργικό. Δείχνει επίσης να είναι μια τίμια και ειλικρινής δουλειά, φτιαγμένη από ανθρώπους που (εικάζω πως) μεγάλωσαν με ακούσματα τύπου Alice In Chains ή Tool, ενόσω το ηπειρώτικο κλαρίνο ή το πολυφωνικό τραγούδι (ξαναεικάζω πως) τριγυρνούσε πάντοτε στ’ αυτιά τους, μέχρι που (ξανα-ματα-εικάζω πως) αποφάσισαν να δώσουν την πρέπουσα σημασία. Το Riza είναι ακριβώς η συνέχεια μιας τέτοιας της απόφασης. 

{youtube}T1TedmfsvDs{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured